ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Αντίστροφη μέτρηση για την βρετανικη κάλπη με φόντο το Brexit
Στην καρδιά του χειμώνα -για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια- περισσότεροι από 45 εκατομμύρια Βρετανοί ψηφοφόροι προσέρχονται στις κάλπες την ερχόμενη Πέμπτη για την πιο κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων δεκαετιών. Η ψηφοφορία αναμένεται να κρίνει το πώς και το αν τελικά το Λονδίνο θα εγκαταλείψει την Ε.Ε., σχεδόν τριάμισι χρόνια μετά το δημοψήφισμα που άλλαξε για πάντα την πορεία της «Γηραιάς Αλβιώνας».
Είναι οι τρίτες γενικές εκλογές μέσα σε μία πενταετία και, όπως όλα δείχνουν, κάθε πρόβλεψη για το αποτέλεσμα μοιάζει παρακινδυνευμένη. Με μια πρώτη ματιά, οι εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου στη Βρετανία είναι πανομοιότυπες με εκείνες του 2017. Ενας καινούργιος Συντηρητικός πρωθυπουργός, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ζητάει νέα εντολή για να ολοκληρώσει το Brexit, και ένας αντιδημοφιλής ηγέτης των Εργατικών επιμένει στην αριστερή του ατζέντα και μιλάει για πολιτικές και όχι για πρόσωπα.
Με φόντο ένα κουρασμένο εκλογικό σώμα και μια οικονομία που χάνει τη δυναμική και την αξιοπιστία της, ο Μπόρις Τζόνσον ζητάει νέα εντολή για να ολοκληρώσει το Brexit -μέχρι τις 31 Ιανουαρίουκαι ο Τζέρεμι Κόρμπιν υπόσχεται νέο δημοψήφισμα. Οι ψηφοφόροι -όπως συνέβη και προ διετίαςέχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο διαμετρικά αντίθετα οράματα, με το μεγάλο δίλημμα να παραμένει ουσιαστικά ίδιο και απαράλλακτο 3,5 χρόνια μετά το βρετανικό δημοψήφισμα του 2016 για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση: ναι ή όχι στις Βρυξέλλες;
ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΜΕΛΗΜΑ
Για τα δύο μεγάλα κόμματα το βασικό μέλημα δεν είναι να κερδίσουν νέους ψηφοφόρους, αλλά να διατηρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερους. Η τάση της ταλάντευσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων παρατηρείται εδώ και χρόνια, όχι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και σε άλλες δυτικές Δημοκρατίες.
Η παρακμή των συνδικαλιστικών οργανώσεων, το αυξημένο επίπεδο εκπαίδευσης μεταξύ των ψηφοφόρων και η γενικότερη απογοήτευση από το πολιτικό σύστημα εξηγούν το φαινόμενο.
Τη δεκαετία του 1960, οι οκτώ στους δέκα ψηφοφόρους ταυτίζονταν με ένα από τα δύο βασικά κόμματα. Μέχρι τις εκλογές του 2010, το ποσοστό μειώθηκε σε έξι στους δέκα. Ως αποτέλεσμα, οι Εργατικοί και οι Τόρις απειλούνται πλέον από τα μικρότερα κόμματα, όπως είναι οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, το Κόμμα του Brexit και το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας, τονίζει η Πόλα Σάριτζ, καθηγήτρια στη Σχολή Κοινωνιολογίας, Πολιτικής και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ. Οι δημοσκοπήσεις πάντως όλο το τελευταίο διάστημα δίνουν σαφές προβάδισμα στο Συντηρητικό Κόμμα του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος τις τελευταίες εβδομάδες φροντίζει να επισκέπτεται ένα νοσοκομείο ή σχολείο την ημέρα.
Οι περισσότερες έρευνες μάλιστα προβλέπουν ότι οι Τόρις οδεύουν στο να εξασφαλίσουν ευρεία πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων, επιφέροντας βαριές απώλειες στους Εργατικούς σε περιοχές που θεωρούνται προπύργιά τους. Δημοσκόπηση της εταιρείας Kantar εμφάνιζε τους Τόρις με 44%, μία ποσοστιαία μονάδα πιο πάνω σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ οι Εργατικοί παρέμεναν στο 32%. Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες συγκεντρώνουν 15%, μία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον, ενώ το Κόμμα του Brexit έχανε μία ποσοστιαία μονάδα, πέφτοντας στο 2%.
Οι Βρετανοί προσέρχονται στις κάλπες μέσα σε κλίμα πόλωσης αλλά και φόβου, μετά την πρόσφατη φονική τρομοκρατική επίθεση με μαχαίρι στην καρδιά του Λονδίνου, που είχε αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο πολίτες και ο ίδιος ο επιτιθέμενος. Δράστης ο Ουσμάν Καν, ο οποίος είχε καταδικαστεί το 2012 για αδικήματα που σχετίζονταν με την τρομοκρατία και είχε αφεθεί ελεύθερος υπό ηλεκτρονική επιτήρηση έξι χρόνια αργότερα.
Η τζιχαντιστική οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος» ανέλαβε την ευθύνη. Ο Τζόνσον διεμήνυσε ότι θα κάνει πιο αυστηρές τις ποινές για όσους καταδικάζονται για βίαια εγκλήματα και τρομοκρατία. Ως «οικοδεσπότης» της Συνόδου Κορυφής της Ατλαντικής Συμμαχίας, τέλος, υποδέχθηκε στα μέσα της περασμένης εβδομάδας τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, αναλαμβάνοντας ρόλο «πυροσβέστη» για τις μεταξύ τους έριδες, ενώ με το βλέμμα του στις εκλογές φρόντισε να τηρήσει αποστάσεις από τον Αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ. Ο τελευταίος, σημειωτέον, είναι ιδιαίτερα αντιδημοφιλής στη Βρετανία.
Είναι οι τρίτες γενικές εκλογές μέσα σε μία πενταετία και, όπως όλα δείχνουν, κάθε πρόβλεψη για το αποτέλεσμα μοιάζει παρακινδυνευμένη. Με μια πρώτη ματιά, οι εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου στη Βρετανία είναι πανομοιότυπες με εκείνες του 2017. Ενας καινούργιος Συντηρητικός πρωθυπουργός, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ζητάει νέα εντολή για να ολοκληρώσει το Brexit, και ένας αντιδημοφιλής ηγέτης των Εργατικών επιμένει στην αριστερή του ατζέντα και μιλάει για πολιτικές και όχι για πρόσωπα.
Με φόντο ένα κουρασμένο εκλογικό σώμα και μια οικονομία που χάνει τη δυναμική και την αξιοπιστία της, ο Μπόρις Τζόνσον ζητάει νέα εντολή για να ολοκληρώσει το Brexit -μέχρι τις 31 Ιανουαρίουκαι ο Τζέρεμι Κόρμπιν υπόσχεται νέο δημοψήφισμα. Οι ψηφοφόροι -όπως συνέβη και προ διετίαςέχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο διαμετρικά αντίθετα οράματα, με το μεγάλο δίλημμα να παραμένει ουσιαστικά ίδιο και απαράλλακτο 3,5 χρόνια μετά το βρετανικό δημοψήφισμα του 2016 για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση: ναι ή όχι στις Βρυξέλλες;
ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΜΕΛΗΜΑ
Για τα δύο μεγάλα κόμματα το βασικό μέλημα δεν είναι να κερδίσουν νέους ψηφοφόρους, αλλά να διατηρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερους. Η τάση της ταλάντευσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων παρατηρείται εδώ και χρόνια, όχι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και σε άλλες δυτικές Δημοκρατίες.
Η παρακμή των συνδικαλιστικών οργανώσεων, το αυξημένο επίπεδο εκπαίδευσης μεταξύ των ψηφοφόρων και η γενικότερη απογοήτευση από το πολιτικό σύστημα εξηγούν το φαινόμενο.
Τη δεκαετία του 1960, οι οκτώ στους δέκα ψηφοφόρους ταυτίζονταν με ένα από τα δύο βασικά κόμματα. Μέχρι τις εκλογές του 2010, το ποσοστό μειώθηκε σε έξι στους δέκα. Ως αποτέλεσμα, οι Εργατικοί και οι Τόρις απειλούνται πλέον από τα μικρότερα κόμματα, όπως είναι οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, το Κόμμα του Brexit και το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας, τονίζει η Πόλα Σάριτζ, καθηγήτρια στη Σχολή Κοινωνιολογίας, Πολιτικής και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ. Οι δημοσκοπήσεις πάντως όλο το τελευταίο διάστημα δίνουν σαφές προβάδισμα στο Συντηρητικό Κόμμα του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος τις τελευταίες εβδομάδες φροντίζει να επισκέπτεται ένα νοσοκομείο ή σχολείο την ημέρα.
Οι περισσότερες έρευνες μάλιστα προβλέπουν ότι οι Τόρις οδεύουν στο να εξασφαλίσουν ευρεία πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων, επιφέροντας βαριές απώλειες στους Εργατικούς σε περιοχές που θεωρούνται προπύργιά τους. Δημοσκόπηση της εταιρείας Kantar εμφάνιζε τους Τόρις με 44%, μία ποσοστιαία μονάδα πιο πάνω σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ οι Εργατικοί παρέμεναν στο 32%. Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες συγκεντρώνουν 15%, μία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον, ενώ το Κόμμα του Brexit έχανε μία ποσοστιαία μονάδα, πέφτοντας στο 2%.
Οι Βρετανοί προσέρχονται στις κάλπες μέσα σε κλίμα πόλωσης αλλά και φόβου, μετά την πρόσφατη φονική τρομοκρατική επίθεση με μαχαίρι στην καρδιά του Λονδίνου, που είχε αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο πολίτες και ο ίδιος ο επιτιθέμενος. Δράστης ο Ουσμάν Καν, ο οποίος είχε καταδικαστεί το 2012 για αδικήματα που σχετίζονταν με την τρομοκρατία και είχε αφεθεί ελεύθερος υπό ηλεκτρονική επιτήρηση έξι χρόνια αργότερα.
Η τζιχαντιστική οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος» ανέλαβε την ευθύνη. Ο Τζόνσον διεμήνυσε ότι θα κάνει πιο αυστηρές τις ποινές για όσους καταδικάζονται για βίαια εγκλήματα και τρομοκρατία. Ως «οικοδεσπότης» της Συνόδου Κορυφής της Ατλαντικής Συμμαχίας, τέλος, υποδέχθηκε στα μέσα της περασμένης εβδομάδας τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, αναλαμβάνοντας ρόλο «πυροσβέστη» για τις μεταξύ τους έριδες, ενώ με το βλέμμα του στις εκλογές φρόντισε να τηρήσει αποστάσεις από τον Αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ. Ο τελευταίος, σημειωτέον, είναι ιδιαίτερα αντιδημοφιλής στη Βρετανία.