ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Αποφασίζει για την κατάπαυση πυρός στη Λιβύη το Συμβούλιο Ασφαλείας
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καλείται αύριο να ψηφίσει επί ενός ψηφίσματος για κατάπαυση του πυρός στη Λιβύη, το οποίο θα είναι, αν εγκριθεί, το πρώτο δεσμευτικό κείμενο μετά την κλιμάκωση του πολέμου στην βορειοαφρικανική χώρα στις αρχές Απριλίου, έγινε σήμερα γνωστό από διπλωματικές πηγές.
Η ψηφοφορία ζητήθηκε από την αποστολή του Ηνωμένου Βασιλείου, συντάκτη του κειμένου, το οποίο έχει τεθεί προς συζήτηση για περισσότερες από τρεις εβδομάδες, δήλωσε ένας διπλωμάτης στο Γαλλικό Πρακτορείο. Η θέση της Ρωσίας, που μπλόκαρε το προσχέδιο ψηφίσματος στις 5 Φεβρουαρίου, παραμένει άγνωστη.
Το κείμενο «επιβεβαιώνει την ανάγκη για μια διαρκή εκεχειρία στη Λιβύη, το συντομότερο δυνατό και χωρίς προϋποθέσεις».
Σε αυτό το προσχέδιο που θα τεθεί αύριο σε ψηφοφορία, δεν υπάρχει πλέον καμία αναφορά για την ανησυχία του Συμβουλίου Ασφαλείας σχετικά με την «αυξανόμενη εμπλοκή μισθοφόρων στη Λιβύη».
Η αναφορά αυτή είχε επιφέρει το εμπόδιο της Ρωσίας την περασμένη εβδομάδα στο προσχέδιο, με την Μόσχα να υποστηρίζει την αντικατάσταση της λέξης «μισθοφόροι» με «ξένους τρομοκράτες».
Κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες απαίτησαν να υπάρξει σαφής αναφορά στο κείμενο για τους «Ρώσους μισθοφόρους της ομάδας Βάγκνερ», σύμφωνα με διπλωμάτη που μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί.
Η Ρωσία κατηγορείται ότι στήριξε την μεταφορά στη Λιβύη αρκετών χιλιάδων μισθοφόρων αυτής της ιδιωτικής ομάδας που φημολογείται ότι βρίσκεται κοντά στη ρωσική προεδρία, προς όφελος του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος από τις αρχές Απριλίου επιχειρεί να καταλάβει την Τρίπολη.
Η Μόσχα έχει αρνηθεί οποιαδήποτε εμπλοκή.
Το βρετανικό σχέδιο ψηφίσματος «προσκαλεί» επίσης τις περιφερειακές οργανώσεις, «ιδίως την Αφρικανική Ένωση, τον Σύνδεσμο Αραβικών Κρατών και την Ευρωπαϊκή Ένωση», να εξετάσουν πώς θα μπορούσαν «να υποστηρίξουν τα Ηνωμένα Έθνη» στην πολιτική και πιθανή εποπτεία της κατάπαυσης του πυρός στη Λιβύη.
Ζητεί τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων από την κοινή στρατιωτική επιτροπή που δημιουργήθηκε στα τέλη Ιανουαρίου, στην οποία εκπροσωπούνται τα δύο αντιμαχόμενα μέρη, για να επιτύχουν μια «μόνιμη κατάπαυση του πυρός», συμπεριλαμβανομένου ενός μηχανισμού ελέγχου, ενός διαχωρισμού δυνάμεων και μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης .
Η κοινή λιβυκή στρατιωτική επιτροπή που συνεδρίασε την προηγούμενη εβδομάδα στη Γενεύη, έληξε τις εργασίες της το Σάββατο χωρίς να καταλήξει σε συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, αλλά ο ΟΗΕ πρότεινε την επανέναρξη των συνομιλιών από τις 18 Φεβρουαρίου.
Το σχέδιο ψηφίσματος ζητεί από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, να υποβάλει προτάσεις σχετικά με τον έλεγχο της κατάπαυσης του πυρός «το συντομότερο δυνατόν, μόλις το αποφασίσουν τα εμπλεκόμενα μέρη της Λιβύης».
Το κείμενο επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα της διάσκεψης του Βερολίνου της 19ης Ιανουαρίου, η οποία ζήτησε από τα κράτη που συμμετείχαν να αποφύγουν οποιαδήποτε ανάμιξη στον πόλεμο της Λιβύης.
Παρά το εμπάργκο όπλων που επιβλήθηκε στη χώρα από το 2011, οι παραβιάσεις δεν έχουν σταματήσει. Μια έκθεση του ΟΗΕ απέδωσε ευθύνες στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στην Τουρκία και την Ιορδανία για στήριξη των δύο μερών και εντόπισε αρκετές ένοπλες ομάδες από το Σουδάν και το Τσαντ.
Η ψηφοφορία ζητήθηκε από την αποστολή του Ηνωμένου Βασιλείου, συντάκτη του κειμένου, το οποίο έχει τεθεί προς συζήτηση για περισσότερες από τρεις εβδομάδες, δήλωσε ένας διπλωμάτης στο Γαλλικό Πρακτορείο. Η θέση της Ρωσίας, που μπλόκαρε το προσχέδιο ψηφίσματος στις 5 Φεβρουαρίου, παραμένει άγνωστη.
Το κείμενο «επιβεβαιώνει την ανάγκη για μια διαρκή εκεχειρία στη Λιβύη, το συντομότερο δυνατό και χωρίς προϋποθέσεις».
Σε αυτό το προσχέδιο που θα τεθεί αύριο σε ψηφοφορία, δεν υπάρχει πλέον καμία αναφορά για την ανησυχία του Συμβουλίου Ασφαλείας σχετικά με την «αυξανόμενη εμπλοκή μισθοφόρων στη Λιβύη».
Η αναφορά αυτή είχε επιφέρει το εμπόδιο της Ρωσίας την περασμένη εβδομάδα στο προσχέδιο, με την Μόσχα να υποστηρίζει την αντικατάσταση της λέξης «μισθοφόροι» με «ξένους τρομοκράτες».
Κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες απαίτησαν να υπάρξει σαφής αναφορά στο κείμενο για τους «Ρώσους μισθοφόρους της ομάδας Βάγκνερ», σύμφωνα με διπλωμάτη που μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί.
Η Ρωσία κατηγορείται ότι στήριξε την μεταφορά στη Λιβύη αρκετών χιλιάδων μισθοφόρων αυτής της ιδιωτικής ομάδας που φημολογείται ότι βρίσκεται κοντά στη ρωσική προεδρία, προς όφελος του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος από τις αρχές Απριλίου επιχειρεί να καταλάβει την Τρίπολη.
Η Μόσχα έχει αρνηθεί οποιαδήποτε εμπλοκή.
Το βρετανικό σχέδιο ψηφίσματος «προσκαλεί» επίσης τις περιφερειακές οργανώσεις, «ιδίως την Αφρικανική Ένωση, τον Σύνδεσμο Αραβικών Κρατών και την Ευρωπαϊκή Ένωση», να εξετάσουν πώς θα μπορούσαν «να υποστηρίξουν τα Ηνωμένα Έθνη» στην πολιτική και πιθανή εποπτεία της κατάπαυσης του πυρός στη Λιβύη.
Ζητεί τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων από την κοινή στρατιωτική επιτροπή που δημιουργήθηκε στα τέλη Ιανουαρίου, στην οποία εκπροσωπούνται τα δύο αντιμαχόμενα μέρη, για να επιτύχουν μια «μόνιμη κατάπαυση του πυρός», συμπεριλαμβανομένου ενός μηχανισμού ελέγχου, ενός διαχωρισμού δυνάμεων και μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης .
Η κοινή λιβυκή στρατιωτική επιτροπή που συνεδρίασε την προηγούμενη εβδομάδα στη Γενεύη, έληξε τις εργασίες της το Σάββατο χωρίς να καταλήξει σε συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, αλλά ο ΟΗΕ πρότεινε την επανέναρξη των συνομιλιών από τις 18 Φεβρουαρίου.
Το σχέδιο ψηφίσματος ζητεί από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, να υποβάλει προτάσεις σχετικά με τον έλεγχο της κατάπαυσης του πυρός «το συντομότερο δυνατόν, μόλις το αποφασίσουν τα εμπλεκόμενα μέρη της Λιβύης».
Το κείμενο επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα της διάσκεψης του Βερολίνου της 19ης Ιανουαρίου, η οποία ζήτησε από τα κράτη που συμμετείχαν να αποφύγουν οποιαδήποτε ανάμιξη στον πόλεμο της Λιβύης.
Παρά το εμπάργκο όπλων που επιβλήθηκε στη χώρα από το 2011, οι παραβιάσεις δεν έχουν σταματήσει. Μια έκθεση του ΟΗΕ απέδωσε ευθύνες στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στην Τουρκία και την Ιορδανία για στήριξη των δύο μερών και εντόπισε αρκετές ένοπλες ομάδες από το Σουδάν και το Τσαντ.