Κοροναϊός–Υδροξυχλωροκίνη: Ο ΠΟΥ ανακοίνωσε την επανέναρξη των κλινικών δοκιμών
Την επανέναρξη των κλινικών δοκιμών υδροξυχλωροκίνης κατά του κορωνοϊού ανακοίνωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), εννέα ημέρες μετά την αναστολή των δοκιμών αυτών, σε συνέχεια μιας μελέτης στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό The Lancet.
Μετά την ανάλυση των «διαθέσιμων δεδομένων για τη θνησιμότητα», τα μέλη της Επιτροπής Ασφάλειας και Παρακολούθησης έκριναν «ότι δεν υπάρχει λόγος τροποποίησης του πρωτοκόλλου» των κλινικών δοκιμών, ανακοίνωσε ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ , Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγιέσους, σε μια διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου.
Στο στόχαστρο η εταιρεία που έδωσε τα στοιχεία στα οποία στηρίχθηκε η μελέτη
Την ίδια ώρα, τα φώτα πέφτουν πάνω στη δράση της Surgisphere, μιας μικρής αμερικανικής εταιρείας, που δίνοντας στοιχεία σε ερευνητές οδήγησε σε αλλαγή της πολιτικής στη διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού, τόσο τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας όσο και κράτη, αναφέρει ο Guardian σε δημοσίευμά του.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian, η εταιρεία παρείχε στους ερευνητές τα στοιχεία που έδειξαν ως επικίνδυνη τη χρήση της υδροξυχλωροκίνης, που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet. Η μεθοδολογία των ερευνητών αλλά και ο τρόπος συλλογής των δεδομένων προκάλεσε από την αρχή ενστάσεις. Μάλιστα σήμερα το Lancet τήρησε αποστάσεις από την έρευνα που δημοσίευσε, προκαλώντας ερώτηση για την εγκυρότητα των μελετών που φιλοξενούν τα πιο σημαντικά ιατρικά περιοδικά.
Πίσω από τα στοιχεία βρίσκεται η Surgisphere με έδρα τις ΗΠΑ. Εντύπωση προκαλούν οι υπάλληλοί της. Σε αυτούς φαίνεται ότι συμπεριλαμβάνεται συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας καθώς και ένα μοντέλο που παράγει περιεχόμενο μόνο για ενήλικες. Η εταιρεία παρείχε στοιχεία σε πολλές μελέτες πάνω στην Covid-19. Ωστόσο μέχρι στιγμής έχει αποτύχει να εξηγήσει με επάρκεια τα δεδομένα ή τη μεθοδολογία της.
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, τα δεδομένα φαίνεται ότι έχουν συγκεντρωθεί νόμιμα από περισσότερα από χίλια νοσοκομεία παγκοσμίως. Μάλιστα σε δεδομένα της εταιρείας φαίνεται ότι έχουν στηριχθεί έρευνες που δημοσιεύτηκαν σε δύο από τα πιο κορυφαία ιατρικά περιοδικά στον κόσμο, το Lancet και το New England Journal of Metedine. Οι σχετικές μελέτες μάλιστα φέρουν και την συνυπογραφή του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας Sapan Desai.
Οι συγκεκριμένες μελέτες προκάλεσαν αλλαγές στα υγειονομικά πρωτόκολλα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, καθώς και στην απόφαση του ΠΟΥ και ερευνητικών ινστιτούτων ανά τον κόσμο για την διακοπή των κλινικών μελετών για την αποτελεσματικότητα της υδροξυχλωροκίνης.
Ωστόσο σήμερα το Lancet εξέδωσε επισήμανση για «έκφραση ανησυχίας» σχετικά με τη μελέτη για την υδροξυχλωροκίνη, ενώ παρόμοια αναγγελία έγινε και από το «New England Journal of Medicine». Συντάκτες που δεν σχετίζονται με την Surgisphere θα κάνουν έλεγχο για την προέλευση και την εγκυρότητα των δεδομένων της εταιρείας, λόγω «ανησυχιών σχετικά με την αξιοπιστία» τους.
Μικρό ή ανύπαρκτο επιστημονικό υπόβαθρο
Πάντως, μια αναζήτηση του διαθέσιμου υλικού δείχνει ότι οι εργαζόμενοι στην Surgisphere έχουν μικρό ή ανύπαρκτο υπόβαθρο τόσο στη συλλογή δεδομένων όσο και επιστημονική κατάρτιση. Ένας εργαζόμενος που φέρεται ως επιστημονικός συντάκτης φαίνεται ότι είναι συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας. Μία άλλη εργαζόμενοι που φέρεται ως στέλεχος μάρκετινγκ είναι μοντέλο για ενηλίκους και διοργανώτρια εκδηλώσεων.
Στη σελίδα της στο LinkedIn η εταιρεία έχει λιγότερους από 100 followers και την προηγούμενη εβδομάδα είχε έξι εργαζομένους. Αυτό άλλαξε και την Τετάρτη έχει πέντε υπαλλήλους.
Κι ενώ η Surgisphere υποστηρίζει ότι «τρέχει» μία από τις μεγαλύτερες και γρηγορότερες νοσοκομειακές βάσεις δεδομένων στον κόσμο, δεν έχει απολύτως καμία διαδικτυακή παρουσία. Στο twitter έχει λιγότερους από 170 ακολούθους, ενώ δεν έχει πραγματοποιήσει καμία ανάρτηση από τον Οκτώβριο του 2017 και τον Μάρτιο του 2020.
Εντύπωση προκαλεί και η ιστοσελίδα της, με ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που τα νοσοκομεία μπορούσαν να επικοινωνήσουν με την εταιρεία για να ανανεώσουν τη βάση δεδομένων.
Ο Desai έχει και στο παρελθόν καταγγελθεί για κακές πρακτικές, σε τρεις περιπτώσεις άσχετες με την εταιρεία, όμως πρόσφατα, σε συνέντευξή του στο Scientist χαρακτήρισε ως ανυπόστατες τις συγκεκριμένες καταγγελίες.