Η Ευρώπη παραπέμπει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης , εξ'αιτίας του διαφοροποιημένου πλαισίου που διαθέτει η χώρα μας αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση στις επιχειρηματικές ζημίες σε Ελλάδα και εξωτερικό.


Τι ορίζει το ευρωπαϊκό πλαίσιο - Που τίθεται το ελληνικό ζήτημα


Ειδικότερα, το πλαίσιο ορίζει τη διαφοροποίηση στη φορολογική μεταχείριση όσον αφορά τη φορολογική αναγνώριση ζημιών, των φορολογούμενων κατοίκων στην Ελλάδα των οποίων οι επιχειρήσεις έχουν εγκατασταθεί αποκλειστικά στην Ελλάδα και των φορολογούμενων κατοίκων Ελλάδας των οποίων τουλάχιστον μέρος των επιχειρήσεων έχει εγκατασταθεί σε άλλα κράτη της Ε.Ε.


Αν και τα επιχειρηματικά κέρδη που παράγονται στην Ελλάδα όσο και τα επιχειρηματικά κέρδη που παράγονται σε άλλο κράτος της Ε.Ε. υπόκεινται σε φορολόγηση στην Ελλάδα, οι ζημιές περιορίζονται αν είναι στην αλλοδαπή.  Πιο αναλυτικά, για επιχειρήσεις μόνο στην Ελλάδα η ζημία μεταφέρεται για να συμψηφισθεί με τα επιχειρηματικά κέρδη διαδοχικά στα επόμενα πέντε φορολογικά έτη, σε περίπτωση που το συνολικό αποτέλεσμα του φορολογικού έτους είναι ζημία.Σημειώνεται ότι η ζημία του προγενέστερου έτους συμψηφίζεται κατά προτεραιότητα έναντι της ζημίας μεταγενέστερου έτους.


Ωστόσο, για επιχειρήσεις που δεν είναι αποκλειστικά στην Ελλάδα, οι ζημιές συμψηφίζονται μόνον με επιχειρηματικά κέρδη που προκύπτουν στην αλλοδαπή κατά το τρέχον ή μελλοντικό φορολογικό έτος. Αυτό σημαίνει ότι οι ζημίες που προκύπτουν στο εξωτερικό από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω μόνιμης εγκατάστασης (υποκαταστήματος) δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των κερδών του ίδιου φορολογικού έτους, ούτε να συμψηφιστούν με μελλοντικά κέρδη. Αυτή η διαφορετική φορολογική μεταχείριση αντιβαίνει, όπως τονίζεται στο έγγραφο που απέστειλε η Ε.Ε., στο άρθρο 49 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ και στο άρθρο 31 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ και συνιστά περιορισμό του δικαιώματος εγκατάστασης.


Σημειώνεται ότι η διαδικασία για τις σχετικές παραβάσεις ξεκίνησαν το 2018 οπότε και απεστάλη προειδοποιητική επιστολή, ενώ το 2019 ακολούθησε αιτιολογημένη γνώμη ζητώντας από την ελληνική κυβέρνηση να εναρμονιστεί με τις κοινοτικές αποφάσεις.