ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ελληνοτουρκικά: Το κρίσιμο δίμηνο μέχρι να αναλάβει ο Μπάιντεν και η απελπισία Ερντογάν
Σε εξαιρετικά κρίσιμο σημείο εξακολουθούν να βρίσκονται τα ελληνοτουρκικά
μετά την εκλογή του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ αλλά και τις εξελίξεις στην τουρκική οικονομία.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ να εξελέγη μετά από μία διαδικασία-θρίλερ, ωστόσο δεν αναλαμβάνει άμεσα τα καθήκοντά του, όπως στην Ελλάδα, αλλά μεσολαβεί ένα διάστημα 2 μηνών μέχρι την ορκωμοσία του στις 20 Ιανουρίου. Πρόκειται για ένα διαστημα κατά το οποίο υφίσταται ένα μικρό κενό εξουσίας, με τον εκάστοτε απερχόμενο πρόεδρο να ασκεί μόνο τυπικά τα καθήκοντά του και όχι ουσιαστικά.
Από την άλλη ο εκάστοτε επερχόμενος πρόεδρος το μόνο που μπορεί να κάνει είναι ο σχεδιασμός του επιτελείου του και κάποιες επαφές σε ανεπίσημο επίπεδο. Στις ΗΠΑ υπάρχει το εξής παράδοξο: Ο Ντόναλντ Τραμπ αμφισβητεί το αποτέλεσμα των εκλογών και δεν δείχνει διατεθειμένος να παραδώσει τα «όπλα», αποφασίζοντας να προσφύγει στη Δικαιοσύνης. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις χθες απέπεμψε τον υπουργό Άμυνας, Μαρκ Έσπερ.
Την άποψη Τραμπ δείχνει να υιοθετεί η τουρκική κυβέρνηση αφού όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του ΑΚΡ, Ομέρ Τσελίκ, Ομέρ Τσέλικ, η Άγκυρα θα συγχαρεί και θα επικοινωνήσει με τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ μόλις οριστικοποιηθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, «από σεβασμό προς τις ΗΠΑ και τον αμερικανικό λαό».
Η στάση αυτή διαμορφώνει ένα κρίσιμο δίμηνο για τα Ελληνοτουρκικά. Αναλυτές δεν αποκλείουν το γεγονός ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί το κενό αυτό έτσι ώστε να δημιουργήσει τετελεσμένα αλλά και να κάνει μία προβολή ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο με στόχο να αντιληφθεί η νέα ηγεσία της Ουάσιγκτον τις προθέσεις του.
Καταλύτες για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, καθίστανται σύμφωνα με αναλυτές, δύο γεγονότα.
Από τη μία η αστάθεια της τουρκικής λίρας, η οποία μπορεί να πήρε τα πάνω της μετά τις αποχωρήσεις του υπουργού Οικονομικών και του διοικητή της κεντρικής τράπεζας, ωστόσο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα με τον πληθωρισμό να κυμαίνεται γύρω στο 12%. Από την άλλη, ο Τζο Μπάιντεν θεωρείται από πολλούς, ότι έχει εκφράσει πιο φιλελληνικές θέσεις, όπως φάνηκε και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου με τις δηλώσεις του να περιλαμβάνουν και σκληρές δηλώσεις εναντίον της Τουρκίας.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μία κατάσταση απελπισίας για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βρίσκεται «στη γωνία» καθώς βλέπει ότι οι ισορροπίες μπορεί να αλλάξουν.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ να εξελέγη μετά από μία διαδικασία-θρίλερ, ωστόσο δεν αναλαμβάνει άμεσα τα καθήκοντά του, όπως στην Ελλάδα, αλλά μεσολαβεί ένα διάστημα 2 μηνών μέχρι την ορκωμοσία του στις 20 Ιανουρίου. Πρόκειται για ένα διαστημα κατά το οποίο υφίσταται ένα μικρό κενό εξουσίας, με τον εκάστοτε απερχόμενο πρόεδρο να ασκεί μόνο τυπικά τα καθήκοντά του και όχι ουσιαστικά.
Από την άλλη ο εκάστοτε επερχόμενος πρόεδρος το μόνο που μπορεί να κάνει είναι ο σχεδιασμός του επιτελείου του και κάποιες επαφές σε ανεπίσημο επίπεδο. Στις ΗΠΑ υπάρχει το εξής παράδοξο: Ο Ντόναλντ Τραμπ αμφισβητεί το αποτέλεσμα των εκλογών και δεν δείχνει διατεθειμένος να παραδώσει τα «όπλα», αποφασίζοντας να προσφύγει στη Δικαιοσύνης. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις χθες απέπεμψε τον υπουργό Άμυνας, Μαρκ Έσπερ.
Την άποψη Τραμπ δείχνει να υιοθετεί η τουρκική κυβέρνηση αφού όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του ΑΚΡ, Ομέρ Τσελίκ, Ομέρ Τσέλικ, η Άγκυρα θα συγχαρεί και θα επικοινωνήσει με τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ μόλις οριστικοποιηθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, «από σεβασμό προς τις ΗΠΑ και τον αμερικανικό λαό».
Η στάση αυτή διαμορφώνει ένα κρίσιμο δίμηνο για τα Ελληνοτουρκικά. Αναλυτές δεν αποκλείουν το γεγονός ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί το κενό αυτό έτσι ώστε να δημιουργήσει τετελεσμένα αλλά και να κάνει μία προβολή ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο με στόχο να αντιληφθεί η νέα ηγεσία της Ουάσιγκτον τις προθέσεις του.
Καταλύτες για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, καθίστανται σύμφωνα με αναλυτές, δύο γεγονότα.
Από τη μία η αστάθεια της τουρκικής λίρας, η οποία μπορεί να πήρε τα πάνω της μετά τις αποχωρήσεις του υπουργού Οικονομικών και του διοικητή της κεντρικής τράπεζας, ωστόσο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα με τον πληθωρισμό να κυμαίνεται γύρω στο 12%. Από την άλλη, ο Τζο Μπάιντεν θεωρείται από πολλούς, ότι έχει εκφράσει πιο φιλελληνικές θέσεις, όπως φάνηκε και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου με τις δηλώσεις του να περιλαμβάνουν και σκληρές δηλώσεις εναντίον της Τουρκίας.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μία κατάσταση απελπισίας για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βρίσκεται «στη γωνία» καθώς βλέπει ότι οι ισορροπίες μπορεί να αλλάξουν.