ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Η Μέρκελ προσκάλεσε τον Μπάιντεν να επισκεφθεί το Βερολίνο
Η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ προσκάλεσε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να επισκεφθεί τη χώρα της όσο συντομότερα «το επιτρέψει η πανδημία» του νέου κορονοϊού, κατά την πρώτη τηλεφωνική συνδιάλεξη των δύο ηγετών αφότου ο πολύπειρος Δημοκρατικός ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα, ενημέρωσε χθες ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Η επικεφαλής της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, που σκοπεύει να εγκαταλείψει την καγκελαρία μετά τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου, διαβεβαίωσε τον Τζο Μπάιντεν ότι το Βερολίνο είναι έτοιμο «να αναλάβει τις ευθύνες του για να αντιμετωπιστούν οι διεθνείς προκλήσεις σε στενή συνεργασία με τους ευρωπαίους και τους διατλαντικούς εταίρους του», ανέφερε ο Στέφεν Ζάιμπερτ σε σύντομη ανακοίνωσή του.
Χρειάζεται να «ενισχυθούν» οι προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο για να αντιμετωπιστεί η πανδημία του νέου κορονοϊού, συμφώνησαν οι δύο ηγέτες. Στο πλαίσιο αυτό, η κυρία Μέρκελ χαιρέτισε την επιστροφή των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και στη συμφωνία του Παρισιού για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής - δύο από τις πρώτες κινήσεις του κ. Μπάιντεν με τις οποίες ακυρώθηκαν αποφάσεις του προκατόχου του, του Ρεπουμπλικάνου τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Η πολιτική - τη συνόψιζε το σύνθημα «πρώτα η Αμερική» - που εφάρμοσε ο μεγιστάνας οδήγησε την Ουάσινγκτον να βροντήξει την πόρτα εγκαταλείποντας κρίσιμες διεθνείς συμφωνίες και διεθνείς οργανισμούς.
Στη συνδιάλεξη, που από τα συμφραζόμενα μάλλον ήταν αισθητά πιο θερμή από αυτές του πρόσφατου παρελθόντος, συζητήθηκαν επίσης το Ιράν, το Αφγανιστάν, το διεθνές εμπόριο, η κλιματική αλλαγή και άλλα ζητήματα.
Ο Τζο Μπάιντεν συνομίλησε το Σάββατο με τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον και την Κυριακή με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν. Ερωτηθείς εάν είναι άσχημος οιωνός το γεγονός πως η κυρία Μέρκελ βρέθηκε κάτω από τους κ.κ. Τζόνσον και Μακρόν στον κατάλογο με τις τηλεφωνικές επαφές του αμερικανού προέδρου, ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας αποκρίθηκε «θα μπορούσατε να το δείτε κι έτσι, αλλά δεν είναι ανάγκη να το δείτε έτσι».
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν επισκέφθηκε ποτέ τη Γερμανία τα τέσσερα χρόνια της θητείας του, παρά τους στενούς διμερείς δεσμούς των τελευταίων δεκαετιών. Η σχέση Ουάσινγκτον-Βερολίνου χαρακτηριζόταν τα χρόνια του Ρεπουμπλικάνου στον Λευκό Οίκο από σταδιακά ολοένα μεγαλύτερη ψυχρότητα.
Ο μεγιστάνας καταφερόταν συχνά εναντίον της Γερμανίας: για το εμπορικό πλεόνασμά της, για τις εξαγωγές της, για τη μικρή κατ’ αυτόν συνεισφορά της στις στρατιωτικές δαπάνες του NATO. Ανακοίνωσε τον Ιούλιο, χωρίς να έχει υπάρξει καμία διαβούλευση, ότι θα απέσυρε 12.000 αμερικανούς στρατιωτικούς οι οποίοι σταθμεύουν σε βάσεις στη Γερμανία.
Αλλά και σε διαπροσωπικό επίπεδο, η σχέση της κυρίας Μέρκελ και του κ. Τραμπ χαρακτηριζόταν πολύ δύσκολη. Αν χρειαζόταν κάποια απόδειξη, η καγκελάριος διαβεβαίωσε την περασμένη Πέμπτη πως υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια συνεννόησης ανάμεσα στη Γερμανία και τις ΗΠΑ αφού ανέλαβε την εξουσία ο νέος πρόεδρος.
Την περασμένη Τετάρτη, μετά την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν, ο γερμανός ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ δεν έκρυψε πως στο Βερολίνο επικρατεί «μεγάλη ανακούφιση».
Ο Τζο Μπάιντεν είναι ο τέταρτος αμερικανός πρόεδρος που αναλαμβάνει την εξουσία επί των ημερών της κυρίας Μέρκελ στην καγκελαρία.
Ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Όλαφ Σολτς χαιρέτισε εξάλλου την έγκριση από το αμερικανικό Κογκρέσο του διορισμού της Τζάνετ Γέλεν στο αξίωμα της υπουργού Οικονομικών, μιλώντας για «εξαίρετη επιλογή», μια «πολύ εντυπωσιακή» προσωπικότητα, κι εκφράζοντας την ελπίδα πως θα υπάρξει πρόοδος στα ζητήματα της ελάχιστης κλίμακας φορολόγησης των επιχειρήσεων σε διεθνή κλίμακα και της φορολόγησης των εταιρειών της ψηφιακής οικονομίας.
«Είμαι πεπεισμένος ότι μαζί είμαστε ισχυρότεροι. Μαζί μπορούμε να καταφέρουμε περισσότερα για τους πολίτες μας», εξήγησε ο κ. Σολτς.
Η επικεφαλής της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, που σκοπεύει να εγκαταλείψει την καγκελαρία μετά τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου, διαβεβαίωσε τον Τζο Μπάιντεν ότι το Βερολίνο είναι έτοιμο «να αναλάβει τις ευθύνες του για να αντιμετωπιστούν οι διεθνείς προκλήσεις σε στενή συνεργασία με τους ευρωπαίους και τους διατλαντικούς εταίρους του», ανέφερε ο Στέφεν Ζάιμπερτ σε σύντομη ανακοίνωσή του.
Χρειάζεται να «ενισχυθούν» οι προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο για να αντιμετωπιστεί η πανδημία του νέου κορονοϊού, συμφώνησαν οι δύο ηγέτες. Στο πλαίσιο αυτό, η κυρία Μέρκελ χαιρέτισε την επιστροφή των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και στη συμφωνία του Παρισιού για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής - δύο από τις πρώτες κινήσεις του κ. Μπάιντεν με τις οποίες ακυρώθηκαν αποφάσεις του προκατόχου του, του Ρεπουμπλικάνου τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Η πολιτική - τη συνόψιζε το σύνθημα «πρώτα η Αμερική» - που εφάρμοσε ο μεγιστάνας οδήγησε την Ουάσινγκτον να βροντήξει την πόρτα εγκαταλείποντας κρίσιμες διεθνείς συμφωνίες και διεθνείς οργανισμούς.
Στη συνδιάλεξη, που από τα συμφραζόμενα μάλλον ήταν αισθητά πιο θερμή από αυτές του πρόσφατου παρελθόντος, συζητήθηκαν επίσης το Ιράν, το Αφγανιστάν, το διεθνές εμπόριο, η κλιματική αλλαγή και άλλα ζητήματα.
Ο Τζο Μπάιντεν συνομίλησε το Σάββατο με τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον και την Κυριακή με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν. Ερωτηθείς εάν είναι άσχημος οιωνός το γεγονός πως η κυρία Μέρκελ βρέθηκε κάτω από τους κ.κ. Τζόνσον και Μακρόν στον κατάλογο με τις τηλεφωνικές επαφές του αμερικανού προέδρου, ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας αποκρίθηκε «θα μπορούσατε να το δείτε κι έτσι, αλλά δεν είναι ανάγκη να το δείτε έτσι».
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν επισκέφθηκε ποτέ τη Γερμανία τα τέσσερα χρόνια της θητείας του, παρά τους στενούς διμερείς δεσμούς των τελευταίων δεκαετιών. Η σχέση Ουάσινγκτον-Βερολίνου χαρακτηριζόταν τα χρόνια του Ρεπουμπλικάνου στον Λευκό Οίκο από σταδιακά ολοένα μεγαλύτερη ψυχρότητα.
Ο μεγιστάνας καταφερόταν συχνά εναντίον της Γερμανίας: για το εμπορικό πλεόνασμά της, για τις εξαγωγές της, για τη μικρή κατ’ αυτόν συνεισφορά της στις στρατιωτικές δαπάνες του NATO. Ανακοίνωσε τον Ιούλιο, χωρίς να έχει υπάρξει καμία διαβούλευση, ότι θα απέσυρε 12.000 αμερικανούς στρατιωτικούς οι οποίοι σταθμεύουν σε βάσεις στη Γερμανία.
Αλλά και σε διαπροσωπικό επίπεδο, η σχέση της κυρίας Μέρκελ και του κ. Τραμπ χαρακτηριζόταν πολύ δύσκολη. Αν χρειαζόταν κάποια απόδειξη, η καγκελάριος διαβεβαίωσε την περασμένη Πέμπτη πως υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια συνεννόησης ανάμεσα στη Γερμανία και τις ΗΠΑ αφού ανέλαβε την εξουσία ο νέος πρόεδρος.
Την περασμένη Τετάρτη, μετά την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν, ο γερμανός ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ δεν έκρυψε πως στο Βερολίνο επικρατεί «μεγάλη ανακούφιση».
Ο Τζο Μπάιντεν είναι ο τέταρτος αμερικανός πρόεδρος που αναλαμβάνει την εξουσία επί των ημερών της κυρίας Μέρκελ στην καγκελαρία.
Ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Όλαφ Σολτς χαιρέτισε εξάλλου την έγκριση από το αμερικανικό Κογκρέσο του διορισμού της Τζάνετ Γέλεν στο αξίωμα της υπουργού Οικονομικών, μιλώντας για «εξαίρετη επιλογή», μια «πολύ εντυπωσιακή» προσωπικότητα, κι εκφράζοντας την ελπίδα πως θα υπάρξει πρόοδος στα ζητήματα της ελάχιστης κλίμακας φορολόγησης των επιχειρήσεων σε διεθνή κλίμακα και της φορολόγησης των εταιρειών της ψηφιακής οικονομίας.
«Είμαι πεπεισμένος ότι μαζί είμαστε ισχυρότεροι. Μαζί μπορούμε να καταφέρουμε περισσότερα για τους πολίτες μας», εξήγησε ο κ. Σολτς.