ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Αφγανιστάν: Οι Ταλιμπάν διαμηνύουν ότι θα συνεχίσουν τον πόλεμο αν παραμείνουν ξένα στρατεύματα στη χώρα
Οι Ταλιμπάν διεμήνυσαν χθες από την Τεχεράνη ότι θα συνεχίσουν τον «αγώνα» τους εάν τα ξένα στρατεύματα δεν έχουν αποσυρθεί από το έδαφος του Αφγανιστάν μέχρι τον Μάιο, όπως προβλέπει η συμφωνία που έχουν υπογράψει με τις ΗΠΑ.
Αντιπροσωπεία του κινήματος των ισλαμιστών ανταρτών, υπό τον επικεφαλής διαπραγματευτή τους Άμπντουλ Γάνι Μπαραντάρ, βρίσκεται εδώ και μία εβδομάδα στην ιρανική πρωτεύουσα, όπου διεξάγει συνομιλίες σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία στο Αφγανιστάν. Την Κυριακή, συναντήθηκε με τον ιρανό υπουργό Εξωτερικών, τον Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ.
«Η παραμονή στρατευμάτων έπειτα από 14 μήνες, είτε πρόκειται για αμερικανικά (στρατεύματα) είτε για αυτά του NATO, θα σηματοδοτεί τη συνέχιση της κατοχής του Αφγανιστάν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Σουχάιλ Σαχίν, μέλος της αντιπροσωπείας των Ταλιμπάν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Οι διαπραγματεύσεις των Ταλιμπάν και της Ουάσινγκτον οδήγησαν στα τέλη Φεβρουαρίου του 2020 στην υπογραφή μιας ιστορικής συμφωνίας, που προβλέπει κυρίως την έναρξη συνομιλιών ανάμεσα στους αντάρτες και την αφγανική κυβέρνηση και την πλήρη αποχώρηση των ξένων δυνάμεων από το Αφγανιστάν — στη συντριπτική τους πλειονότητα μονάδων των ένοπλων δυνάμεων των ΗΠΑ — μέχρι τον Μάιο του 2021.
Η Ουάσινγκτον διατηρεί ακόμη 2.500 στρατιώτες στην αφγανική επικράτεια.
«Πολεμάμε την κατοχή εδώ και είκοσι χρόνια. Άρα», σε περίπτωση παραμονής των ξένων στρατευμάτων, «θα είμαστε αναγκασμένοι να συνεχίσουμε τον αγώνα μας, τον τζιχάντ μας», πρόσθεσε ο κ. Σαχίν.
Ο αφγανός πρόεδρος Άσραφ Γάνι δήλωσε την Παρασκευή πως ελπίζει η κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να ασκήσει πίεση στους Ταλιμπάν και να πάρει «τη σωστή απόφαση» για την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη χώρα της Ασίας.
Η νέα αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη κάνει σαφές πως σκοπεύει να επανεξετάσει τη συμφωνία που υπογράφτηκε τον Φεβρουάριο του 2020 και να διατηρήσει στο αφγανικό έδαφος μέσα και πόρους για τη συνέχιση της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.
Η αφγανική κυβέρνηση επιρρίπτει τους Ταλιμπάν ακέραιη την ευθύνη για την απουσία απτής προόδου στις συνομιλίες των δύο πλευρών που άρχισαν τον Σεπτέμβριο του 2020 στη Ντόχα (Κατάρ) και δεν έχουν φέρει μέχρι εδώ κανένα ουσιαστικό όφελος.
Η Καμπούλ προσπαθεί να εξασφαλίσει την κήρυξη μόνιμης κατάπαυσης του πυρός και τη διατήρηση του δικού της συστήματος διακυβέρνησης, που δημιουργήθηκε αφού οι Ταλιμπάν εκδιώχθηκαν από την εξουσία το 2001 με τη στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ και συμμάχων τους.
Ως εδώ οι Ταλιμπάν αρνούνται να κάνουν οποιαδήποτε παραχώρηση, την ώρα που εδώ και μήνες στην πρωτεύουσα και σε πολλές επαρχίες καταγράφεται έξαρση της βίας.
Στοχευμένες δολοφονίες δημοσιογράφων, πολιτικών και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαπράττονται ολοένα συχνότερα στο Αφγανιστάν.
Όπως τονίζει έκθεση του γραφείου του ειδικού επιθεωρητή για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν (SIGAR, αναφέρεται στο αμερικανικό Κογκρέσο), η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες Δευτέρα, 810 άμαχοι σκοτώθηκαν και άλλοι 1.776 τραυματίστηκαν στο Αφγανιστάν το τελευταίο τρίμηνο του 2020.
Ο αριθμός των επιθέσεων των Ταλιμπάν την περίοδο αυτή ήταν υψηλότερος από εκείνον που καταγραφόταν το αντίστοιχο διάστημα του 2019, ειδικά στην Καμπούλ.
Αντιπροσωπεία του κινήματος των ισλαμιστών ανταρτών, υπό τον επικεφαλής διαπραγματευτή τους Άμπντουλ Γάνι Μπαραντάρ, βρίσκεται εδώ και μία εβδομάδα στην ιρανική πρωτεύουσα, όπου διεξάγει συνομιλίες σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία στο Αφγανιστάν. Την Κυριακή, συναντήθηκε με τον ιρανό υπουργό Εξωτερικών, τον Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ.
«Η παραμονή στρατευμάτων έπειτα από 14 μήνες, είτε πρόκειται για αμερικανικά (στρατεύματα) είτε για αυτά του NATO, θα σηματοδοτεί τη συνέχιση της κατοχής του Αφγανιστάν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Σουχάιλ Σαχίν, μέλος της αντιπροσωπείας των Ταλιμπάν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Οι διαπραγματεύσεις των Ταλιμπάν και της Ουάσινγκτον οδήγησαν στα τέλη Φεβρουαρίου του 2020 στην υπογραφή μιας ιστορικής συμφωνίας, που προβλέπει κυρίως την έναρξη συνομιλιών ανάμεσα στους αντάρτες και την αφγανική κυβέρνηση και την πλήρη αποχώρηση των ξένων δυνάμεων από το Αφγανιστάν — στη συντριπτική τους πλειονότητα μονάδων των ένοπλων δυνάμεων των ΗΠΑ — μέχρι τον Μάιο του 2021.
Η Ουάσινγκτον διατηρεί ακόμη 2.500 στρατιώτες στην αφγανική επικράτεια.
«Πολεμάμε την κατοχή εδώ και είκοσι χρόνια. Άρα», σε περίπτωση παραμονής των ξένων στρατευμάτων, «θα είμαστε αναγκασμένοι να συνεχίσουμε τον αγώνα μας, τον τζιχάντ μας», πρόσθεσε ο κ. Σαχίν.
Ο αφγανός πρόεδρος Άσραφ Γάνι δήλωσε την Παρασκευή πως ελπίζει η κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να ασκήσει πίεση στους Ταλιμπάν και να πάρει «τη σωστή απόφαση» για την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη χώρα της Ασίας.
Η νέα αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη κάνει σαφές πως σκοπεύει να επανεξετάσει τη συμφωνία που υπογράφτηκε τον Φεβρουάριο του 2020 και να διατηρήσει στο αφγανικό έδαφος μέσα και πόρους για τη συνέχιση της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.
Η αφγανική κυβέρνηση επιρρίπτει τους Ταλιμπάν ακέραιη την ευθύνη για την απουσία απτής προόδου στις συνομιλίες των δύο πλευρών που άρχισαν τον Σεπτέμβριο του 2020 στη Ντόχα (Κατάρ) και δεν έχουν φέρει μέχρι εδώ κανένα ουσιαστικό όφελος.
Η Καμπούλ προσπαθεί να εξασφαλίσει την κήρυξη μόνιμης κατάπαυσης του πυρός και τη διατήρηση του δικού της συστήματος διακυβέρνησης, που δημιουργήθηκε αφού οι Ταλιμπάν εκδιώχθηκαν από την εξουσία το 2001 με τη στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ και συμμάχων τους.
Ως εδώ οι Ταλιμπάν αρνούνται να κάνουν οποιαδήποτε παραχώρηση, την ώρα που εδώ και μήνες στην πρωτεύουσα και σε πολλές επαρχίες καταγράφεται έξαρση της βίας.
Στοχευμένες δολοφονίες δημοσιογράφων, πολιτικών και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαπράττονται ολοένα συχνότερα στο Αφγανιστάν.
Όπως τονίζει έκθεση του γραφείου του ειδικού επιθεωρητή για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν (SIGAR, αναφέρεται στο αμερικανικό Κογκρέσο), η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες Δευτέρα, 810 άμαχοι σκοτώθηκαν και άλλοι 1.776 τραυματίστηκαν στο Αφγανιστάν το τελευταίο τρίμηνο του 2020.
Ο αριθμός των επιθέσεων των Ταλιμπάν την περίοδο αυτή ήταν υψηλότερος από εκείνον που καταγραφόταν το αντίστοιχο διάστημα του 2019, ειδικά στην Καμπούλ.