Κατά τον εγκλεισμό λόγω της πανδημίας, πολλοί ήταν εκείνοι που βγήκαν «διέξοδο» στο φαγητό, καταναλώνοντας τροφές πολύ χειρότερης ποιότητας, με πολλά τυποποιημένα και επεξεργασμένα είδη, με πολλά λιπαρά και ζάχαρη.

Επίσης ακόμη περισσότεροι είναι αυτοί που δηλώνουν πως τους τελευταίους μήνες έχουν περιορίσει σημαντικά τη σωματική δραστηριότητά τους.

Σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε το Κέντρο Ιατρικής της Διατροφής Else Kroener Fresenius (EKFZ) του Πολυτεχνείου του Μονάχου σε συνεργασία με το Ινστιτούτο ερευνών κοινής γνώμης Forsa, το 40% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι από την αρχή της πανδημίας έχει πάρει κατά μέσο όρο 5,6 κιλά, ενώ το 52% οι λέει ότι κινείται πλέον πολύ λιγότερο.

Οι ερωτηθέντες που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα 30 - 44 ετών ανέφεραν ότι πάχυναν ειδικά στην περιοχή της μέσης. Επιπλέον, είναι αξιοσημείωτο ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο Δείκτης Μάζας Σώματος, τόσο πιο συχνά οι ερωτηθέντες δήλωναν ότι είχαν πάρει βάρος λόγω των περιορισμών για τον κοροναϊό.

«Ο κοροναϊός τροφοδοτεί την πανδημία της παχυσαρκίας», δήλωσε ο επικεφαλής του EKFZ Χανς Χάουνερ και επισήμανε ότι η παχυσαρκία αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα και για την Covid-19 «και έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος μεταξύ παχυσαρκίας και κοροναϊού.

Επιπλέον, το υπερβολικό βάρος, τόνισε ο ίδιος, κοστίζει κάθε χρόνο 80.000 – 100.000 ζωές στη Γερμανία και, επομένως, τα παράπλευρα προβλήματα που προκαλεί η πανδημία επιβαρύνοντας άλλες ασθένειες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής είναι τεράστια.

Στην έρευνα, το 33% δηλώνει ακόμη ότι είχε αυτό το διάστημα περισσότερο χρόνο για φαγητό και το 28% ότι έτρωγε πιο συχνά λόγω της πλήξης. Τα άτομα που αισθάνονται σημαντική ψυχολογική επιβάρυνση από την πανδημία φαίνεται μάλιστα ότι καταναλώνουν πολύ χειρότερης ποιότητας τροφές, πολλά τυποποιημένα και επεξεργασμένα είδη, περισσότερα λίπη και ζάχαρη.