ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Αφγανιστάν: Ο «μακροβιότερος πόλεμος» των ΗΠΑ τελειώνει εν μέσω κατηγοριών για προδοσία
Η Ουάσιγκτον δεν έμαθε από τα μαθήματα του Βιετνάμ
Ο πόλεμος των ΗΠΑ
στο Αφγανιστάν δεν επρόκειτο να αποτελέσει άλλο ένα Βιετνάμ.
«Δεν κάνω “βάλτους” (quagmires)», είχε δηλώσει ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, «αρχιτέκτονας» της αρχικής εισβολής στις ΗΠΑ, ο οποίος πέθανε την περασμένη εβδομάδα.
Τελικά, όπως αναφέρει ανάλυση της «Guardian», ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ είναι υπεύθυνος για δύο «βάλτους», όπως λέγονται χαρακτηριστικά, υποθέτοντας απερίσκεπτα ότι το Αφγανιστάν είχε «νικηθεί» την άνοιξη του 2003, όταν έστειλε αμερικανικά στρατεύματα για να πολεμήσουν στο Ιράκ.
Τα αμερικανικά στρατεύματα έμειναν στο Βιετνάμ για οκτώ χρόνια, ενώ στο Αφγανιστάν για είκοσι. Ήταν μακράν ο μακροβιότερος πόλεμος της Αμερικής.
Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, επέμεινε ότι η απόσυρση δεν είναι ακόμη πλήρης, τονίζοντας ότι τα εναπομείναντα εκατοντάδες αμερικανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν παραμένουν εκεί με καθήκοντα επιτήρησης. Η απόσυρση από την αεροπορική βάση του Μπαγκράμ, σηματοδότησε, ωστόσο, το αληθινό τέλος της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στη χώρα.
Χτισμένο από τη Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του 1950, το Μπαγκράμ ήταν ο κόμβος των επιχειρήσεων των ΗΠΑ επί δύο δεκαετίες, καθώς και ένα διαβόητο στρατόπεδο φυλακών. Τα αμερικανικά αεροσκάφη θα συνεχίσουν να πετούν πάνω από το Αφγανιστάν, αλλά θα απογειώνονται από «πέρα από τον ορίζοντα», από πολεμικά πλοία και βάσεις σε άλλες χώρες.
Η πρεσβεία στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν έχει το δικό της «σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης» για τα χειρότερα σενάρια, αποκάλυψε το Politico την Παρασκευή, κάτι που αναπόφευκτα θυμίζει την αποστολή εκκένωσης της Σαϊγκόν τον Απρίλιο του 1975. Τότε, όπως και τώρα, εκείνοι που συνεργάστηκαν με τους Αμερικανούς, όπως στρατιωτικοί διερμηνείς, ζήτησαν να διαφύγουν μαζί τους.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, τουλάχιστον 50 από τις περίπου 400 περιοχές του Αφγανιστάν έχουν πέσει στα χέρια των Ταλιμπάν από τον Μάιο. Με την αποχώρηση των ΗΠΑ, οι Αφγανοί πολίτες προσπαθούν να οργανώσουν πολιτοφυλακές αυτοάμυνας για να υπερασπιστούν τα χωριά τους ενάντια στις δυνάμεις που περιμένουν στην επαρχία γύρω τους.
Ο Ράμσφελντ πίστευε ότι θα μπορούσε να αποφύγει τη σκιά του Βιετνάμ χρησιμοποιώντας μικρούς αριθμούς ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ σε συνεργασία με τοπικούς πολέμαρχους, αλλά έτσι ξεκίνησε η συμμετοχή των ΗΠΑ και στο Βιετνάμ το 1964, με μικρές ομάδες συμβούλων που εκπαίδευαν τακτικές και παραστρατιωτικές ομάδες στον Νότο.
Μέχρι το τέλος, στο Αφγανιστάν, παρατάχθηκαν ακόμη και νεαροί Αμερικανοί που δεν είχαν γεννηθεί ακόμη όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις υπηρέτησαν μαζί με τους γονείς τους.
Και οι δύο πόλεμοι λειτούργησαν σαν «στραγγιστήρι», τραβώντας όλο και περισσότερα στρατεύματα, χρήματα και εξοπλισμό για να δικαιολογηθούν και να προστατευθούν όσα είχαν ήδη ξοδευτεί ή χαθεί. Δεδομένου ότι Αμερικανοί και Αφγανοί πέθαναν για να διώξουν τους Ταλιμπάν, να ανοίξουν σχολεία για κορίτσια και να ενισχύσουν τον στρατό, η ιδέα της απόσυρσης έμοιαζε με προδοσία.
Αυτή η νοοτροπία διατήρησε το «για πάντα πόλεμο», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν πραγματική. Όσοι μάζευαν όπλα για να υπερασπιστούν τα χωριά τους αισθάνονται τώρα ότι προδίδονται από τους αποχωρούντες Αμερικανούς.
Ό, τι κι αν συμβεί, περισσότερος θάνατος και πόνος θα έρθουν αναπόφευκτα. Ο Τζο Μπάιντεν και οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να γλιτώσουν από το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, ακόμα κι αν δεν βρίσκονται πλέον εκεί, σχολιάζει η «Guardian».
«Δεν κάνω “βάλτους” (quagmires)», είχε δηλώσει ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, «αρχιτέκτονας» της αρχικής εισβολής στις ΗΠΑ, ο οποίος πέθανε την περασμένη εβδομάδα.
Τελικά, όπως αναφέρει ανάλυση της «Guardian», ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ είναι υπεύθυνος για δύο «βάλτους», όπως λέγονται χαρακτηριστικά, υποθέτοντας απερίσκεπτα ότι το Αφγανιστάν είχε «νικηθεί» την άνοιξη του 2003, όταν έστειλε αμερικανικά στρατεύματα για να πολεμήσουν στο Ιράκ.
Τα αμερικανικά στρατεύματα έμειναν στο Βιετνάμ για οκτώ χρόνια, ενώ στο Αφγανιστάν για είκοσι. Ήταν μακράν ο μακροβιότερος πόλεμος της Αμερικής.
Αποσύρθηκαν τα στρατεύματα από το Μπαγκράμ
Την Παρασκευή, τα αμερικανικά στρατεύματα εγκατέλειψαν το Μπαγκράμ, τη σημαντικότερη στρατιωτική τους βάση στο Αφγανιστάν.Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, επέμεινε ότι η απόσυρση δεν είναι ακόμη πλήρης, τονίζοντας ότι τα εναπομείναντα εκατοντάδες αμερικανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν παραμένουν εκεί με καθήκοντα επιτήρησης. Η απόσυρση από την αεροπορική βάση του Μπαγκράμ, σηματοδότησε, ωστόσο, το αληθινό τέλος της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στη χώρα.
Χτισμένο από τη Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του 1950, το Μπαγκράμ ήταν ο κόμβος των επιχειρήσεων των ΗΠΑ επί δύο δεκαετίες, καθώς και ένα διαβόητο στρατόπεδο φυλακών. Τα αμερικανικά αεροσκάφη θα συνεχίσουν να πετούν πάνω από το Αφγανιστάν, αλλά θα απογειώνονται από «πέρα από τον ορίζοντα», από πολεμικά πλοία και βάσεις σε άλλες χώρες.
Ομοιότητες με το Βιετνάμ
Όπως στο Βιετνάμ, οι ΗΠΑ αποχωρούν μετά από μια ειρηνευτική συμφωνία με έναν εχθρό που προσπάθησαν να καταστρέψουν και απέτυχαν. Όπως και στο Βιετνάμ, ο εμψυχωμένος εχθρός δεν αναμένεται να τηρήσει την ειρήνη. Η Σαϊγκόν άντεξε δύο χρόνια εναντίον του στρατού του Βιετνάμ μετά την αποχώρηση των Αμερικανών. Ορισμένες εκτιμήσεις δεν δίνουν στην Καμπούλ ούτε έξι μήνες.Η πρεσβεία στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν έχει το δικό της «σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης» για τα χειρότερα σενάρια, αποκάλυψε το Politico την Παρασκευή, κάτι που αναπόφευκτα θυμίζει την αποστολή εκκένωσης της Σαϊγκόν τον Απρίλιο του 1975. Τότε, όπως και τώρα, εκείνοι που συνεργάστηκαν με τους Αμερικανούς, όπως στρατιωτικοί διερμηνείς, ζήτησαν να διαφύγουν μαζί τους.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, τουλάχιστον 50 από τις περίπου 400 περιοχές του Αφγανιστάν έχουν πέσει στα χέρια των Ταλιμπάν από τον Μάιο. Με την αποχώρηση των ΗΠΑ, οι Αφγανοί πολίτες προσπαθούν να οργανώσουν πολιτοφυλακές αυτοάμυνας για να υπερασπιστούν τα χωριά τους ενάντια στις δυνάμεις που περιμένουν στην επαρχία γύρω τους.
Ξεχάστηκε το μάθημα του Βιετνάμ
Το στρατιωτικό μάθημα του Βιετνάμ ήταν ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν μια αντεπίθεση χιλιάδες μίλια από το σπίτι τους, ενάντια σε έναν ιδεολογικά καθοδηγούμενο εχθρό, ριζωμένο σε μια κοινότητα που τελικά είδε τα αμερικανικά στρατεύματα ως κατακτητές. Ήταν ένα μάθημα που ελήφθη, αλλά στη συνέχεια ξεχάστηκε, εν μέσω της έντασης που ακολούθησε τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.Ο Ράμσφελντ πίστευε ότι θα μπορούσε να αποφύγει τη σκιά του Βιετνάμ χρησιμοποιώντας μικρούς αριθμούς ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ σε συνεργασία με τοπικούς πολέμαρχους, αλλά έτσι ξεκίνησε η συμμετοχή των ΗΠΑ και στο Βιετνάμ το 1964, με μικρές ομάδες συμβούλων που εκπαίδευαν τακτικές και παραστρατιωτικές ομάδες στον Νότο.
Μέχρι το τέλος, στο Αφγανιστάν, παρατάχθηκαν ακόμη και νεαροί Αμερικανοί που δεν είχαν γεννηθεί ακόμη όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις υπηρέτησαν μαζί με τους γονείς τους.
Και οι δύο πόλεμοι λειτούργησαν σαν «στραγγιστήρι», τραβώντας όλο και περισσότερα στρατεύματα, χρήματα και εξοπλισμό για να δικαιολογηθούν και να προστατευθούν όσα είχαν ήδη ξοδευτεί ή χαθεί. Δεδομένου ότι Αμερικανοί και Αφγανοί πέθαναν για να διώξουν τους Ταλιμπάν, να ανοίξουν σχολεία για κορίτσια και να ενισχύσουν τον στρατό, η ιδέα της απόσυρσης έμοιαζε με προδοσία.
Αυτή η νοοτροπία διατήρησε το «για πάντα πόλεμο», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν πραγματική. Όσοι μάζευαν όπλα για να υπερασπιστούν τα χωριά τους αισθάνονται τώρα ότι προδίδονται από τους αποχωρούντες Αμερικανούς.
Ό, τι κι αν συμβεί, περισσότερος θάνατος και πόνος θα έρθουν αναπόφευκτα. Ο Τζο Μπάιντεν και οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να γλιτώσουν από το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, ακόμα κι αν δεν βρίσκονται πλέον εκεί, σχολιάζει η «Guardian».