Ευρωπαϊκές πιέσεις στην Ουγγαρία να δεχτεί το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο
Ο Ορμπάν έθεσε τους δικούς του όρους
Οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ προσπάθησαν να πιέσουν δημόσια την Ουγγαρία σήμερα να άρει το βέτο της στο προτεινόμενο εμπάργκο πετρελαίου στη Ρωσία, με τη Λιθουανία να δηλώνει ότι το μπλοκ «κρατείται σε ομηρεία από ένα κράτος μέλος».
Η απαγόρευση των εισαγωγών αργού που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις αρχές Μαΐου θα μπορούσε να είναι η πιο σκληρή κύρωσή της ως απάντηση στην εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία και θα περιλαμβάνει εξαιρέσεις για τα κράτη της ΕΕ που εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό πετρέλαιο.
Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικής ενέργειας, δήλωσε ότι επιθυμεί μια συμφωνία για την έγκριση του εμπάργκο πετρελαίου, το οποίο πρότεινε να διαρκέσει για χρόνια.
«Είμαι βέβαιη ότι θα καταλήξουμε σε μια συμφωνία μέσα στις επόμενες ημέρες», δήλωσε η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ κατά την άφιξή της στη συνάντηση με τους ομολόγους της. «Πρέπει να την προετοιμάσουμε εξαιρετικά καλά γιατί πρέπει να είναι βιώσιμη».
Ωστόσο, η Ουγγαρία, ο στενότερος σύμμαχος της Μόσχας στην ΕΕ, έχει δηλώσει ότι επιζητεί εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ από την Ένωση για να μετριάσει το κόστος της απώλειας του ρωσικού αργού. Η ΕΕ χρειάζεται και τα 27 κράτη να συμφωνήσουν στο εμπάργκο για να προχωρήσουν οι κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο.
«Όλη η Ένωση κρατείται όμηρος από ένα κράτος μέλος (...) πρέπει να συμφωνήσουμε, δεν μπορούμε να παραμένουμε όμηροι», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών της Λιθουανίας Γκαμπριέλιους Λαντσμπέργκις προσερχόμενος στη συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις Βρυξέλλες.
Λίγοι υπουργοί κατονόμασαν την Ουγγαρία σε δηλώσεις τους σε δημοσιογράφους, αλλά η Ρουμανία είπε ότι εναπόκειται στην Ένωση να μεταπείσει την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός έθεσε σήμερα την προοπτική μιας «εποχής ύφεσης» στην Ευρώπη, καθώς η ήπειρος αντιμετωπίζει το αυξανόμενο κόστος ενέργειας και τον αυξανόμενο πληθωρισμό λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Ο Ορμπάν τόνισε πως η Βουδαπέστη δεν θα μπλοκάρει τις κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ρωσίας για την εισβολή της στην Ουκρανία, εφόσον δεν αποτελούν κίνδυνο για την ενεργειακή ασφάλεια της Ουγγαρίας.
Νωρίτερα σήμερα ο Ούγγρος υπουργός Εξωτερικών Πέτερ Σιγιάρτο δήλωσε πως η Βουδαπέστη δεν έχει λάβει καμία σοβαρή πρόταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφορικά με την επιβολή εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, έπειτα από μια επίσκεψη της προέδρου της Κομισιόν στην Βουδαπέστη νωρίτερα αυτό τον μήνα.
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προκαλέσει πρόβλημα με μια πρόταση, επομένως είναι μια δίκαιη προσδοκία από την Ουγγαρία... ότι η ΕΕ θα πρέπει να προσφέρει μια λύση: να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις και να αντισταθμίσει τις (προκύπτουσες) αυξήσεις τιμών που καθιστούν αναγκαίο έναν συνολικό εκσυγχρονισμό της ενεργειακής δομής της Ουγγαρίας σε ύψος 15-18 δισεκατομμυρίων ευρώ», δήλωσε ο Σιγιάρτο με ανάρτησή του στο facebook.
Πρόσθεσε ότι μια άλλη λύση θα ήταν να εξαιρεθούν οι αποστολές πετρελαίου μέσω αγωγού από το προγραμματισμένο εμπάργκο.
Ένα εμπάργκο πετρελαίου, που έχει ήδη επιβληθεί από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία και το οποίο θα ακολουθούσε πέντε γύρους προηγούμενων κυρώσεων της ΕΕ, θεωρείται ευρέως ως ο καλύτερος τρόπος για τη μείωση του ρωσικού εισοδήματος που χρηματοδοτεί τον πόλεμο της Μόσχας κατά της Ουκρανίας.
Ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, δήλωσε πριν από τη συνάντηση με τους υπουργούς ότι θα κάνει ό,τι καλύτερο γίνεται για να αρθεί το αδιέξοδο σχετικά με τις πετρελαϊκές κυρώσεις.
Ορισμένοι διπλωμάτες επισημαίνουν τώρα τη σύνοδο κορυφής στις 30-31 Μαΐου ως τη στιγμή που θα επιτευχθεί μια συμφωνία για μια σταδιακή απαγόρευση του ρωσικού πετρελαίου, πιθανόν σε διάστημα έξι μηνών, με μεγαλύτερη μεταβατική περίοδο για την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και την Τσεχία.
Ωστόσο, αξιωματούχοι της ΕΕ δήλωσαν ότι υπήρχαν και άλλα στοιχεία του πακέτου κυρώσεων που πρότεινε η Επιτροπή, τα οποία ορισμένα κράτη μέλη δήλωσαν την περασμένη εβδομάδα ότι δεν είναι έτοιμα να υποστηρίξουν.
Στις χώρες αυτές περιλαμβάνονταν η Τσεχία, η Σλοβακία, η Βουλγαρία και η Κύπρος, με την τελευταία να εκφράζει ανησυχία για πρόταση απαγόρευσης της πώλησης ακινήτων σε Ρώσους.