Η γαλλική «Figaro» σχολιάζει με ένα εκτενές άρθρο την διπλωματική πολιτική του προέδρου της Τουρκίας , Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αμφισβητώντας την αποτελεσματικότητά της.

Ειδικότερα και όπως σημειώνει η εφημερίδα, η «ενεργητική ουδετερότητα» δυσκολεύεται να αποδώσει καρπούς, κάνοντας λόγο για αδυναμία της Άγκυρας να συγκεντρώσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη δημιουργία θαλασσίων διαδρόμων για τις εξαγωγές σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας.

Συγκεκριμένα, το μέσο προβάλλει τις δηλώσεις των Ρώσου και Τούρκου ΥΠΕΞ κατά την επίσκεψη του πρώτου στην Άγκυρα, υπογραμμίζοντας ότι όντας απούσα η Ουκρανία από τις διαπραγματεύσεις παραμένει σε επιφυλακή, διότι η απαιτούμενη αποναρκοθέτηση του λιμανιού της Οδησσού θα μπορούσε, σύμφωνα με το Κίεβο, να χρησιμοποιηθεί από τις ρωσικές δυνάμεις για επίθεση στην πόλη. «Ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας θα προσποιηθεί ότι αποσύρεται προς την προσαρτημένη Κριμαία. Αλλά μόλις καθαρίσει η πρόσβαση στο λιμάνι της Οδησσού, ο ρωσικός στόλος θα είναι εκεί» δήλωσε ο εκπρόσωπος της διοίκησης της περιοχής της Οδησσού. Ένα άλλο σημείο διαμάχης είναι κατά την εφημερίδα η πρόταση, που έγινε την Τετάρτη από την Άγκυρα, για άρση των κυρώσεων στη Ρωσία.

Παράλληλα, εκτιμά πως λόγω της θέσης της γεωγραφικά η Τουρκία βρίσκεται σε ισχυρή θέση αναφορικά με την εξεύρεση διεξόδου σε αυτήν την κρίση και σκοπεύει να την εκμεταλλευτεί για να ολοκληρώσει το σπάσιμο της πρόσφατης διπλωματικής της απομόνωσης. Βέβαια, η εφημερίδα διερωτάται κατά πόσον αυτή η εξισορροπητική στάση της Άγκυρας θα είναι διαχρονική, σημειώνοντας τη μέχρι σήμερα αποτυχία των διαφόρων προσπαθειών της για επίτευξη εκεχειρίας.

Την ίδια στιγμή, τονίζει ότι η Άγκυρα είναι συνδεδεμένη με τη Ρωσία δια της συμβάσεως αγοράς πυράλων S-400, λόγω έλλειψης πρόσβασης στο πρόγραμμα των αμερικανικών μαχητικών F35, αναφέροντας πως εάν η Τουρκία δεν έχει την πολυτέλεια να αποξενώσει τη Ρωσία, είναι επειδή βασίζεται επίσης στην κατ' αρχήν συμφωνία της για την έναρξη της νέας στρατιωτικής της επιχείρησης στη βόρεια Συρία, με στόχο να απωθήσει τις κουρδικές δυνάμεις, να επεκτείνει τη «ζώνη ασφαλείας» και να ενθαρρύνει μερικούς από τους περίπου 3,7 εκατ. Σύρους εξόριστους να επιστρέψουν στη χώρα τους.

Ακόμη, το άρθρο κάνει λόγο για τη θέση του Ερντογάν ένα χρόνο πριν από τις προεδρικές εκλογές και εν μέσω της ύφεσης της οικονομίας και του πληθωρισμού, το ζήτημα για τον ίδιο είναι πρώτα και πάνω απ’όλα εσωτερικό, διότι θέλει να αποσπάσει την προσοχή της κοινής γνώμης από τον καλπάζοντα πληθωρισμό και να καταπραΰνει τη δυσαρέσκεια αυτών που είναι κατά των προσφύγων, ποντάροντας στην εθνικιστική γραμμή.

Σε σχέση με το βέτο που θέτει η Τουρκία στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ο Ντιντιε Μπιγιόν, διευθυντής εκδόσεων του Ινστιτούτου IRIS σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα La Marseillaise αναφέρει ότι, «αν προσφερόταν μια συμβιβαστική λύση στον Ερνογάν θα τη δεχόταν», εκτιμώντας δεν θα κρατήσει τη στάση αδιαλλαξίας μέχρι το τέλος, εάν του δοθούν αντισταθμίσματα, όπως η άρση από τη Σουηδία του εμπάργκο όπλων προς την Τουρκία και η συναίνεση των ΗΠΑ να παραδώσουν αεροσκάφη F-16.

Επίσης, σχετικά με τον Τούρκο πρόεδρο μεταξύ άλλων αναφέρει: «Ο Ερντογάν είναι ένας σκληρός εταίρος στη διαπραγμάτευση και αρνείται οποιαδήποτε κριτική για την εσωτερική του πολιτική. Πρέπει να ξέρει κανείς πώς να θέτει έναν ορισμένο αριθμό απαιτήσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να του δώσουμε λευκή επιταγή και να πάρουμε το βλέμμα μας από την πολύ επιδεινωμένη κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία».

Η ουκρανική κρίση είναι μια ιστορική ευκαιρία για τον Ερντογάν να δείξει τη σημασία του, εκτιμά από πλευράς της η Liberation, σημειώνοντας πως «από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ο Τούρκος πρόεδρος εκμεταλλεύτηκε την κρίση για να διεκδικήσει τη θέση της Άγκυρας στις διεθνείς σχέσεις, μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσει τους διαπραγματευτικούς του μοχλούς σε όλα τα μέτωπα».

Στο δημοσίευμα αναφέρεται επίσης ότι «στο τεταμένο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία ο Τούρκος πρόεδρος κουνάει πολλές κόκκινες σημαίες ταυτόχρονα τις τελευταίες δύο εβδομάδες - η αντίθεση στην είσοδο της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, η απειλή για νέα στρατιωτική επιχείρηση στη βόρεια Συρία, οι κατηγορίες κατά της Ελλάδας ότι εμποδίζει την πρόσβαση των αμερικανικών μαχητικών F-35 στην Τουρκία -, χωρίς να είναι σαφής ο λόγος και οι στόχοι του».