ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Σε «νευρική κρίση» η Ευρώπη λόγω Γαλλίας - Ο ευρωσκεπτικισμός, η ενίσχυση των άκρων και οι αποσταθεροποιημένες δυνάμεις
Ένα «καυτό καλοκαίρι» και ένα ακόμα πιο δύσκολο φθινόπωρο, με τις κεντρικές δυνάμεις της Ευρώπης αποσταθεροποιημένες πολιτικά υπό τη σκιά του ευρωσκεπτικισμού και της ενίσχυσης των άκρων
Οι εύθραυστες ισορροπίες που δηµιούργησαν οι βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία και η λανθάνουσα πολιτική κρίση στη δεύτερη µεγαλύτερη οικονοµία της ευρωζώνης
θα επηρεάσουν τις εξελίξεις σε ολόκληρη τη «Γηραιά Ήπειρο». Η απώλεια της πλειοψηφίας στην Εθνοσυνέλευση από τον πρόεδρο Μακρόν και η αναγκαία πολιτική «συγκατοίκηση» -για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’80-, όποια µορφή κι αν πάρει τελικά, θα έχει επιπτώσεις όχι µόνο στο εσωτερικό της Γαλλίας, αλλά και στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης, όπως επίσης στην οικονοµία και τις ήδη κλυδωνιζόµενες αγορές.
Για µια Ευρώπη που επιδιώκει να ενισχύσει την άµυνά της, να κόψει τους ενεργειακούς δεσµούς µε τη Ρωσία και να πετύχει στενότερη ολοκλήρωση, µια εσωστρεφής και ασταθής Γαλλία θα ήταν ό,τι χειρότερο θα µπορούσε να συµβεί στην κρίσιµη παρούσα συγκυρία. Σε µια περίοδο που η ευρωπαϊκή οικονοµία βρίσκεται αντιµέτωπη µε τον υψηλότερο πληθωρισµό της κοινής Ιστορίας της και την απειλή νέας ύφεσης, ο ευρωπαϊστής Μακρόν αποτελούσε µια σταθερά, ιδίως στη µετά Μέρκελ εποχή.
Ο Γερµανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, έχει προβλήµατα δηµοτικότητας και αξιοπιστίας ακόµα κι εντός του SPD, ενώ ο Ιταλός πρωθυπουργός, Μάριο Ντράγκι, που αναµένεται να αποχωρήσει, όπως έχει διαµηνύσει, στις εκλογές του 2023, αντιµετωπίζει επίσης µεγάλους «πονοκεφάλους», όπως οι αναταράξεις στην κυβέρνηση συνεργασίας, µετά το απογοητευτικό αποτέλεσµα στις πρόσφατες τοπικές εκλογές από τη Λέγκα και τα «Πέντε Αστέρια».
Ηδη ο υπουργός Εξωτερικών, Λουίτζι ντι Μάιο, ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει τους «Πεντάστερους», µε στόχο τη δηµιουργία µιας νέας, κεντρώας πολιτικής δύναµης. Με τις εθνικές εκλογές να έχουν προγραµµατιστεί για την ερχόµενη άνοιξη στη γείτονα, πολλοί προβλέπουν εντυπωσιακή άνοδο των αντισυστηµικών, αντιευρωπαϊκών δυνάµεων, όπως το ακροδεξιό κόµµα «Αδέλφια της Ιταλίας» της Τζόρτζια Μελόνι. Και στη Γαλλία άλλωστε, πέρα απ ό το µέτωπο της Αριστεράς, που συνενώθηκε -µάλλον ευκαιριακά- υπό τον Ζαν-Λικ Μελανσόν και αναδείχθηκε σε δεύτερη δύναµη, αναλυτές συµφωνούν ότι ο πραγµατικός νικητής των εκλογών ήταν η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, που εξασφάλισε 11 φορές περισσότερες έδρες από την προηγούµενη Εθνοσυνέλευση.
Το «χαστούκι» των Γάλλων στον Μακρόν αντανακλά την αυξανόµενη απογοήτευσή τους για το αλαζονικό του στυλ διακυβέρνησης, αλλά και για την κατάσταση της οικονοµίας. Η ακρίβεια και η κοινωνική δυσαρέσκεια διαµόρφωσαν τα αποτελέσµατα του δεύτερου γύρου και ενίσχυσαν τα άκρα.
Η γεµάτη συµβολισµούς επίσκεψη του Μακρόν στο Κίεβο, µαζί µε τον Ιταλό πρωθυπουργό, Μάριο Ντράγκι, και τον Γερµανό καγκελάριο, Ολαφ Σολτς, δεν βελτίωσε την εικόνα και τη θέση του Γάλλου προέδρου. Η απουσία ξεκάθαρου νικητή βέβαια αντικατοπτρίζει την περίεργη πολιτική πραγµατικότητα που έχει δηµιουργηθεί µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη δυστοπία της COVID-19.
Όµως, στην πραγµατικότητα υπάρχει µεγάλη πιθανότητα οι συµµαχίες και οι συνασπισµοί να δοκιµαστούν σε οριακό σηµείο. Υπάρχουν τόσα κόµµατα όσες και οι προσωπικότητες, οι οικονοµικές προοπτικές είναι ζοφερές και η περιοχή του γαλλικού Κέντρου ολοένα και στενεύει. Αναλυτές φοβούνται ότι η επόµενη ηµέρα στη Γαλλία θα θυµίζει περισσότερο την ασταθή πολιτική της Ιταλίας παρά την παραδοσιακή οικοδόµηση συναίνεσης της Γερµανίας. Το πρώτο «crash test» θα είναι τα προγραµµατισµένα µέτρα για την ενίσχυση της αγοραστικής δύναµης, που πρόκειται να παρουσιαστούν τον επόµενο µήνα.
Ο Μακρόν θα πρέπει να κάνει µεγαλύτερο άνοιγµα στην Ευρώπη για να πετύχει τους στόχους του, λένε κάποιοι. Η εσωτερική και η εξωτερική πολιτική είναι διαφορετικά πεδία µάχης, αλλά η επιρροή και η ηγεσία στις Βρυξέλλες επικαλύπτονται µε την οικονοµική αξιοπιστία και την ικανότητα ψήφισης νοµοθεσίας. Ο Γάλλος πρόεδρος ήλπιζε να σφραγίσει τη δεύτερη θητεία του µε ένα φιλόδοξο πρόγραµµα φορολογικών περικοπών, µεταρρύθµισης της Πρόνοιας και αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 65 έτη. Ήθελε επίσης να πιέσει για µεγαλύτερη ολοκλήρωση εντός της Ε.Ε., ως ο de facto ηγέτης του µπλοκ µετά την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ από την εξουσία. Όλα αυτά τώρα τίθενται υπό αµφισβήτηση.
∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι η νίκη του Μακρόν το 2017 ήταν ιστορική. Στον κόσµο του Brexit και του Ντόναλντ Τραµπ, η κεντρώα, φιλοευρωπαϊκή νίκη του έγινε δεκτή µε ενθουσιασµό από πολλούς που είχαν αρχίσει να φοβούνται την πολιτική αστάθεια. Αυτή η νίκη µοιάζει να συνέβη πολύ καιρό πριν και είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς τι θα συµβεί µε το πολιτικό Κέντρο του Μακρόν όταν ο ίδιος δεν θα είναι πλέον στην εξουσία.
Ακόµα πιο δύσκολο είναι να προβλεφθεί τι θα συµβεί στους αντιπάλους του µετά τη φυγή του: Θα µπουν στον πειρασµό να επιστρέψουν στο Κέντρο της γαλλικής πολιτικής ή µήπως θα παρασυρθούν περαιτέρω στις παρυφές της Αριστεράς και της ∆εξιάς; Πώς θα είναι η Ευρώπη αν στις ιταλικές εκλογές του 2023 επικρατήσουν τα «Αδέλφια της Ιταλίας» και το γαλλικό ευρωσκεπτικιστικό κίνηµα µεγαλώσει;
Η «σκιά» του ευρωσκεπτικισµού επανέρχεται στο προσκήνιο, µε φόντο την κρίση κόστους ζωής, τον πόλεµο στην Ουκρανία και την κόπωση των πολιτών από την πανδηµία και τα περιοριστικά µέτρα των κυβερνήσεων.
Για µια Ευρώπη που επιδιώκει να ενισχύσει την άµυνά της, να κόψει τους ενεργειακούς δεσµούς µε τη Ρωσία και να πετύχει στενότερη ολοκλήρωση, µια εσωστρεφής και ασταθής Γαλλία θα ήταν ό,τι χειρότερο θα µπορούσε να συµβεί στην κρίσιµη παρούσα συγκυρία. Σε µια περίοδο που η ευρωπαϊκή οικονοµία βρίσκεται αντιµέτωπη µε τον υψηλότερο πληθωρισµό της κοινής Ιστορίας της και την απειλή νέας ύφεσης, ο ευρωπαϊστής Μακρόν αποτελούσε µια σταθερά, ιδίως στη µετά Μέρκελ εποχή.
Ο Γερµανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, έχει προβλήµατα δηµοτικότητας και αξιοπιστίας ακόµα κι εντός του SPD, ενώ ο Ιταλός πρωθυπουργός, Μάριο Ντράγκι, που αναµένεται να αποχωρήσει, όπως έχει διαµηνύσει, στις εκλογές του 2023, αντιµετωπίζει επίσης µεγάλους «πονοκεφάλους», όπως οι αναταράξεις στην κυβέρνηση συνεργασίας, µετά το απογοητευτικό αποτέλεσµα στις πρόσφατες τοπικές εκλογές από τη Λέγκα και τα «Πέντε Αστέρια».
Ηδη ο υπουργός Εξωτερικών, Λουίτζι ντι Μάιο, ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει τους «Πεντάστερους», µε στόχο τη δηµιουργία µιας νέας, κεντρώας πολιτικής δύναµης. Με τις εθνικές εκλογές να έχουν προγραµµατιστεί για την ερχόµενη άνοιξη στη γείτονα, πολλοί προβλέπουν εντυπωσιακή άνοδο των αντισυστηµικών, αντιευρωπαϊκών δυνάµεων, όπως το ακροδεξιό κόµµα «Αδέλφια της Ιταλίας» της Τζόρτζια Μελόνι. Και στη Γαλλία άλλωστε, πέρα απ ό το µέτωπο της Αριστεράς, που συνενώθηκε -µάλλον ευκαιριακά- υπό τον Ζαν-Λικ Μελανσόν και αναδείχθηκε σε δεύτερη δύναµη, αναλυτές συµφωνούν ότι ο πραγµατικός νικητής των εκλογών ήταν η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, που εξασφάλισε 11 φορές περισσότερες έδρες από την προηγούµενη Εθνοσυνέλευση.
Η γεµάτη συµβολισµούς επίσκεψη του Μακρόν στο Κίεβο, µαζί µε τον Ιταλό πρωθυπουργό, Μάριο Ντράγκι, και τον Γερµανό καγκελάριο, Ολαφ Σολτς, δεν βελτίωσε την εικόνα και τη θέση του Γάλλου προέδρου. Η απουσία ξεκάθαρου νικητή βέβαια αντικατοπτρίζει την περίεργη πολιτική πραγµατικότητα που έχει δηµιουργηθεί µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη δυστοπία της COVID-19.
Χρέος στο 113% του ΑΕΠ και δηµοσιονοµικό έλλειµµα 7%
Το γαλλικό κράτος έχει «γονατίσει» κατά τη διάρκεια της πανδηµίας, όπως και πολλές ακόµα χώρες, µε χρέος στο 113% του ΑΕΠ και δηµοσιονοµικό έλλειµµα 7%. Θεωρητικά, χωρίς καµία άλλη οµάδα να µπορεί να αναλάβει τον έλεγχο, ο δρόµος είναι ανοιχτός για τον Μακρόν να συνάψει συµφωνία µε τους κεντροδεξιούς Ρεπουµπλικανούς ή να συνεργαστεί µε άλλα κόµµατα κατά περίπτωση. Οι βίαιες διαµαρτυρίες κατά την πρώτη θητεία του έδειξαν τους κινδύνους µιας αδύναµης αντιπολίτευσης και η Ιστορία δείχνει ότι οι προηγούµενοι πρόεδροι τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά µπόρεσαν να «συζήσουν» µε πολιτικούς αντιπάλους όταν εξαναγκάστηκαν από την κοινοβουλευτική αριθµητική.Όµως, στην πραγµατικότητα υπάρχει µεγάλη πιθανότητα οι συµµαχίες και οι συνασπισµοί να δοκιµαστούν σε οριακό σηµείο. Υπάρχουν τόσα κόµµατα όσες και οι προσωπικότητες, οι οικονοµικές προοπτικές είναι ζοφερές και η περιοχή του γαλλικού Κέντρου ολοένα και στενεύει. Αναλυτές φοβούνται ότι η επόµενη ηµέρα στη Γαλλία θα θυµίζει περισσότερο την ασταθή πολιτική της Ιταλίας παρά την παραδοσιακή οικοδόµηση συναίνεσης της Γερµανίας. Το πρώτο «crash test» θα είναι τα προγραµµατισµένα µέτρα για την ενίσχυση της αγοραστικής δύναµης, που πρόκειται να παρουσιαστούν τον επόµενο µήνα.
Η απουσία ξεκάθαρου νικητή αντικατοπτρίζει την περίεργη πραγµατικότητα µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη δυστοπία της COVID-19
Ο Μακρόν θα πρέπει να κάνει µεγαλύτερο άνοιγµα στην Ευρώπη για να πετύχει τους στόχους του, λένε κάποιοι. Η εσωτερική και η εξωτερική πολιτική είναι διαφορετικά πεδία µάχης, αλλά η επιρροή και η ηγεσία στις Βρυξέλλες επικαλύπτονται µε την οικονοµική αξιοπιστία και την ικανότητα ψήφισης νοµοθεσίας. Ο Γάλλος πρόεδρος ήλπιζε να σφραγίσει τη δεύτερη θητεία του µε ένα φιλόδοξο πρόγραµµα φορολογικών περικοπών, µεταρρύθµισης της Πρόνοιας και αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 65 έτη. Ήθελε επίσης να πιέσει για µεγαλύτερη ολοκλήρωση εντός της Ε.Ε., ως ο de facto ηγέτης του µπλοκ µετά την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ από την εξουσία. Όλα αυτά τώρα τίθενται υπό αµφισβήτηση.
∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι η νίκη του Μακρόν το 2017 ήταν ιστορική. Στον κόσµο του Brexit και του Ντόναλντ Τραµπ, η κεντρώα, φιλοευρωπαϊκή νίκη του έγινε δεκτή µε ενθουσιασµό από πολλούς που είχαν αρχίσει να φοβούνται την πολιτική αστάθεια. Αυτή η νίκη µοιάζει να συνέβη πολύ καιρό πριν και είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς τι θα συµβεί µε το πολιτικό Κέντρο του Μακρόν όταν ο ίδιος δεν θα είναι πλέον στην εξουσία.
Ακόµα πιο δύσκολο είναι να προβλεφθεί τι θα συµβεί στους αντιπάλους του µετά τη φυγή του: Θα µπουν στον πειρασµό να επιστρέψουν στο Κέντρο της γαλλικής πολιτικής ή µήπως θα παρασυρθούν περαιτέρω στις παρυφές της Αριστεράς και της ∆εξιάς; Πώς θα είναι η Ευρώπη αν στις ιταλικές εκλογές του 2023 επικρατήσουν τα «Αδέλφια της Ιταλίας» και το γαλλικό ευρωσκεπτικιστικό κίνηµα µεγαλώσει;
Η «σκιά» του ευρωσκεπτικισµού επανέρχεται στο προσκήνιο, µε φόντο την κρίση κόστους ζωής, τον πόλεµο στην Ουκρανία και την κόπωση των πολιτών από την πανδηµία και τα περιοριστικά µέτρα των κυβερνήσεων.