ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ντεβλέτ Μπαχτσελί: Ποιος είναι ο κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν που συμπεριλαμβάνει την Κρήτη και νησιά του Αιγαίου στην Τουρκία
Ο Μπαχτσελί διαχρονικά χρησιμοποιεί σκληρό εθνικιστικό λόγο και ακραία ρητορική
Σημαντικό ρόλο στη σημερινή πολιτική σκηνή της Τουρκίας
παίζει ο 73χρονος Ντεβλέτ Μπαχτσελί, καθώς είναι πρόεδρος του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος (MHP), αλλά και ουσιαστικός ηγέτης της ρατσιστικής οργάνωσης «Γκρίζοι Λύκοι», που αποτελεί ανεπίσημη παραστρατιωτική νεολαία του κόμματός του.
Με τους 47 βουλευτές που διαθέτει στην τουρκική Βουλή, στηρίζει το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑKP) του Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν, αποτελώντας βασικό κυβερνητικό του εταίρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το MHΡ, έχει χαρακτήρα παραστρατιωτικής οργάνωσης και μέλη του έχουν προχωρήσει κατά καιρούς σε παράνομες δραστηριότητες, χωρίς όμως να υποστούν ποινικές ή δικαστικές διώξεις.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μπαχτσελί διαχρονικά χρησιμοποιεί σκληρό εθνικιστικό λόγο και ακραία ρητορική, όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα, αλλά και σε όποιον θεωρεί «εχθρό» της Τουρκίας.
Στην πραγματικότητα, ο Μπαχτσελί λέει δημόσια όσα δεν μπορεί να πει, εξαιτίας του θεσμικού του ρόλου ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν.
Έτι και η Ελλάδα μπαίνει συχνά στο στόχαστρο του εθνικιστή ηγέτη, προειδοποιώντας και απειλώντας πως «θα πετάξουν τους Έλληνες και πάλι στη θάλασσα», όπως το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο Μπαχτσελί γεννήθηκε το 1948 στο Οσμανίγιε της Περιφέρειας Τσουκούροβα της νότιας Τουρκίας. Ανήκε σε αριστερή οικογένεια και ο πατέρας του ήταν υποστηρικτής του Ισμέτ Ινονού και του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος.
Σπούδασε οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο του Γκαζί στην Άγκυρα, απ’ όπου πήρε και το διδακτορικό του. Εργάστηκε αρχικά ως οικονομολόγος και καθηγητής στο τμήμα οικονομικής πολιτικής στη Σχολή Οικονομικών και Διοικητικών Επιστημών του πανεπιστημίου του Γκαζί. Την ίδια περίοδο αρχίζει να υποστηρίζει τον εθνικιστή Αλπαρσλάν Τουρκές ιδρυτή του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος, ενώ αναλαμβάνοντας σημαντικές θέσεις στη συνέχεια, στην ηγεσία των Γκρίζων Λύκων.
Οι «Γκρίζοι Λύκοι» είναι τουρκική εθνικιστική, φασιστική πολιτική οργάνωση. Ανεπίσημα, είναι η νεολαία του Τουρκικού Κόμματος του Εθνικιστικού Κινήματος (MHP) και του Κόμματος της Μεγάλης Ενότητας (BBP), αλλά ουσιαστικά αποτελεί τον κύριο παρακρατικό βραχίονα όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν και κυβερνούν την Τουρκία.
Μετά το πραξικόπημα του 1980, ο Μπαχτσελί υπερασπίστηκε στελέχη και μέλη του MHP και άλλων εθνικιστικών οργανώσεων που φυλακίστηκαν. Το 1987 παραιτήθηκε από τη θέση του καθηγητή όταν ο Τουρκές του ζήτησε να συμμετάσχει ενεργά στο κόμμα όπου και εξελέγη Γενικός Γραμματέας.
Μετά τον θάνατο του Τουρκές το 1997 «κονταροχτυπήθηκε» με τον γιο του εκλιπόντα εθνικιστή ηγέτη, Τουργκούλ Τουρκες, για την ηγεσία του ΜΗΡ, τον οποίον κέρδισε μετά από ένα επεισοδιακό συνέδριο στον 2ο γύρο.
Ο Μπαχτσελί κατάφερε να διπλασιάσει τα εκλογικά ποσοστά του κόμματος, αγγίζοντας το 18% στις εκλογές του 1999, καταλαμβάνοντας την 2η θέση στη βουλή.
Στην κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Μπουλέντ Ετζεβίτ Ετσεβίτ, συμμετείχαν επίσης το Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς και το κόμμα της Μητέρας Πατρίδας, κατέλαβε τη θέση του αντιπροέδρου έως το 2002 που απέσυρε την εμπιστοσύνη του, με αίτημα τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Ωστόσο στις εκλογές που ακολούθησαν το ΜΗΡ έμεινε εκτός βουλής, λόγω καθίζησης των εκλογικών ποσοστών που δεν μπόρεσαν να αγγίξουν το εκλογικό όριο του 10%. Τότε, ο Μπαχτσελί είχε αναλάβει την ευθύνη της αποτυχίας, παραιτήθηκε από τη θέση του αλλά για να επιστρέψει δριμύτερος έχοντας απέναντί του τρεις εσωκομματικούς αντιπάλους.
Στη θέση του προέδρου του MHP επανεξελέγη το 2006 και στις βουλευτικές εκλογές της επόμενης χρονιάς κατάφερε να εισέλθει εκ νέου το κόμμα του στη βουλή με ποσοστό 14%. Το 2011 υποσχέθηκε αύξηση του ΑΕΠ κατά 7%, αλλά το εκλογικό ποσοστό μειώθηκε, όπως και στις εκλογές του 2015 που δεσμεύτηκε για αύξηση του κατώτατου μισθού σε 1400 Τ.Λ. αγγίζοντας ωστόσο το 12% των ψήφων και σηματοδοτώντας την έναρξη μιας έντονης εσωκομματικής κρίσης και ευθείας αμφισβήτησης στο πρόσωπό του.
Ακολούθησε μεγάλη περίοδος εσωκομματικής αντιπαράθεσης που κατέληξε στην διάσπαση του ΜΗΡ και την ίδρυση του -επίσης- ακροδεξιού «Καλού Κόμματος» από την βασική του εσωκομματική αντίπαλο Μεράλ Ακσενέρ γνωστή και ως «λύκαινα» της τουρκικής πολιτικής σκηνής.
Το 2018 το MHP σχημάτισε με το κυβερνών ΑΚP του Ταγίπ Ερντογάν τη «Λαϊκή Συμμαχία», στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τις γενικές εκλογές της ίδιας χρονιάς.
Ο Μπαχτσελί τάχθηκε υπέρ της συνταγματικής τροποποίησης του 2017, στηρίζοντας την υποψηφιότητα Ερντογάν για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές το MHP έλαβε το 11% των ψήφων και 49 βουλευτές, με τη Λαϊκή Συμμαχία υπό τον Ταγίπ Ερτογάν να λαμβάνει συνολικά το 54% των ψήφων. Ως κυβερνητικός εταίρος ο Μπαχτσελί επανεξελέγη πρόεδρος του MHP στα συνέδρια του 2018 και του 2021.
Με τους 47 βουλευτές που διαθέτει στην τουρκική Βουλή, στηρίζει το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑKP) του Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν, αποτελώντας βασικό κυβερνητικό του εταίρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το MHΡ, έχει χαρακτήρα παραστρατιωτικής οργάνωσης και μέλη του έχουν προχωρήσει κατά καιρούς σε παράνομες δραστηριότητες, χωρίς όμως να υποστούν ποινικές ή δικαστικές διώξεις.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μπαχτσελί διαχρονικά χρησιμοποιεί σκληρό εθνικιστικό λόγο και ακραία ρητορική, όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα, αλλά και σε όποιον θεωρεί «εχθρό» της Τουρκίας.
Στην πραγματικότητα, ο Μπαχτσελί λέει δημόσια όσα δεν μπορεί να πει, εξαιτίας του θεσμικού του ρόλου ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν.
Έτι και η Ελλάδα μπαίνει συχνά στο στόχαστρο του εθνικιστή ηγέτη, προειδοποιώντας και απειλώντας πως «θα πετάξουν τους Έλληνες και πάλι στη θάλασσα», όπως το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο Μπαχτσελί γεννήθηκε το 1948 στο Οσμανίγιε της Περιφέρειας Τσουκούροβα της νότιας Τουρκίας. Ανήκε σε αριστερή οικογένεια και ο πατέρας του ήταν υποστηρικτής του Ισμέτ Ινονού και του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος.
Σπούδασε οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο του Γκαζί στην Άγκυρα, απ’ όπου πήρε και το διδακτορικό του. Εργάστηκε αρχικά ως οικονομολόγος και καθηγητής στο τμήμα οικονομικής πολιτικής στη Σχολή Οικονομικών και Διοικητικών Επιστημών του πανεπιστημίου του Γκαζί. Την ίδια περίοδο αρχίζει να υποστηρίζει τον εθνικιστή Αλπαρσλάν Τουρκές ιδρυτή του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος, ενώ αναλαμβάνοντας σημαντικές θέσεις στη συνέχεια, στην ηγεσία των Γκρίζων Λύκων.
Οι «Γκρίζοι Λύκοι» είναι τουρκική εθνικιστική, φασιστική πολιτική οργάνωση. Ανεπίσημα, είναι η νεολαία του Τουρκικού Κόμματος του Εθνικιστικού Κινήματος (MHP) και του Κόμματος της Μεγάλης Ενότητας (BBP), αλλά ουσιαστικά αποτελεί τον κύριο παρακρατικό βραχίονα όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν και κυβερνούν την Τουρκία.
Μετά το πραξικόπημα του 1980, ο Μπαχτσελί υπερασπίστηκε στελέχη και μέλη του MHP και άλλων εθνικιστικών οργανώσεων που φυλακίστηκαν. Το 1987 παραιτήθηκε από τη θέση του καθηγητή όταν ο Τουρκές του ζήτησε να συμμετάσχει ενεργά στο κόμμα όπου και εξελέγη Γενικός Γραμματέας.
Μετά τον θάνατο του Τουρκές το 1997 «κονταροχτυπήθηκε» με τον γιο του εκλιπόντα εθνικιστή ηγέτη, Τουργκούλ Τουρκες, για την ηγεσία του ΜΗΡ, τον οποίον κέρδισε μετά από ένα επεισοδιακό συνέδριο στον 2ο γύρο.
Ο Μπαχτσελί κατάφερε να διπλασιάσει τα εκλογικά ποσοστά του κόμματος, αγγίζοντας το 18% στις εκλογές του 1999, καταλαμβάνοντας την 2η θέση στη βουλή.
Στην κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Μπουλέντ Ετζεβίτ Ετσεβίτ, συμμετείχαν επίσης το Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς και το κόμμα της Μητέρας Πατρίδας, κατέλαβε τη θέση του αντιπροέδρου έως το 2002 που απέσυρε την εμπιστοσύνη του, με αίτημα τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Ωστόσο στις εκλογές που ακολούθησαν το ΜΗΡ έμεινε εκτός βουλής, λόγω καθίζησης των εκλογικών ποσοστών που δεν μπόρεσαν να αγγίξουν το εκλογικό όριο του 10%. Τότε, ο Μπαχτσελί είχε αναλάβει την ευθύνη της αποτυχίας, παραιτήθηκε από τη θέση του αλλά για να επιστρέψει δριμύτερος έχοντας απέναντί του τρεις εσωκομματικούς αντιπάλους.
Στη θέση του προέδρου του MHP επανεξελέγη το 2006 και στις βουλευτικές εκλογές της επόμενης χρονιάς κατάφερε να εισέλθει εκ νέου το κόμμα του στη βουλή με ποσοστό 14%. Το 2011 υποσχέθηκε αύξηση του ΑΕΠ κατά 7%, αλλά το εκλογικό ποσοστό μειώθηκε, όπως και στις εκλογές του 2015 που δεσμεύτηκε για αύξηση του κατώτατου μισθού σε 1400 Τ.Λ. αγγίζοντας ωστόσο το 12% των ψήφων και σηματοδοτώντας την έναρξη μιας έντονης εσωκομματικής κρίσης και ευθείας αμφισβήτησης στο πρόσωπό του.
Ακολούθησε μεγάλη περίοδος εσωκομματικής αντιπαράθεσης που κατέληξε στην διάσπαση του ΜΗΡ και την ίδρυση του -επίσης- ακροδεξιού «Καλού Κόμματος» από την βασική του εσωκομματική αντίπαλο Μεράλ Ακσενέρ γνωστή και ως «λύκαινα» της τουρκικής πολιτικής σκηνής.
Κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν
Το 2018 το MHP σχημάτισε με το κυβερνών ΑΚP του Ταγίπ Ερντογάν τη «Λαϊκή Συμμαχία», στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τις γενικές εκλογές της ίδιας χρονιάς. Ο Μπαχτσελί τάχθηκε υπέρ της συνταγματικής τροποποίησης του 2017, στηρίζοντας την υποψηφιότητα Ερντογάν για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές το MHP έλαβε το 11% των ψήφων και 49 βουλευτές, με τη Λαϊκή Συμμαχία υπό τον Ταγίπ Ερτογάν να λαμβάνει συνολικά το 54% των ψήφων. Ως κυβερνητικός εταίρος ο Μπαχτσελί επανεξελέγη πρόεδρος του MHP στα συνέδρια του 2018 και του 2021.