ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Γαλλία και Γερμανία πιέζουν τον Ζελένσκι - Ο πόλεμος και οι οικονομικές συνέπειες τους οδηγούν σε συμβιβαστική πολιτική
Οι δύο χώρες επιδιώκουν μεγαλύτερη προσέγγιση με τη Μόσχα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ
O πόλεμος έχει πλέον πάρει άσχημη τροπή για την Ουκρανία.
Η ροή της δυτικής βοήθειας αρχίζει να περιορίζεται. Κυρίως η Ευρώπη, αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανοούν πια ότι είναι πρακτικά αδύνατον να εκδιωχθούν οι ρωσικές δυνάμεις από τα ουκρανικά εδάφη που έχουν καταλάβει.
Οι κυρώσεις που έχουν υιοθετηθεί κατά της Μόσχας πλήττουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της Ευρώπης παρά τη Ρωσία.
Το Κρεμλίνο βλέπει τα ταμεία της χώρας να γεμίζουν λόγω των υψηλών τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και το ρούβλι να εκτοξεύεται.
Ακόμα και ο σκληρός γ.γ. του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, δήλωσε ότι το Κίεβο θα πρέπει να κάνει εδαφικές παραχωρήσεις στη ρωσική κυβέρνηση προκειμένου να τερματιστεί ο πόλεμος.
«Η ειρήνη είναι δυνατή. Το μόνο ερώτημα είναι: Ποιο είναι το τίμημα που οι Ουκρανοί θα είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για την ειρήνη;», αναρωτήθηκε ο γ.γ. του ΝΑΤΟ.
Όμως ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμ. Μακρόν, δήλωσε ότι είναι σημαντικό να μην υποκύψουμε ποτέ «στον πειρασμό της αλαζονείας» σε σχέση με τη Ρωσία και φαίνεται ότι στόχευε τον πρόεδρο της Ουκρανίας. Το ερώτημα βέβαια είναι ανοιχτό για το πότε θα τελειώσει ένας πόλεμος που ασκεί έντονη πίεση στην παγκόσμια οικονομία, με τον πληθωρισμό να αυξάνεται απότομα και να διαφαίνονται σοβαρές ελλείψεις τροφίμων. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες εν κρυπτώ πιέζουν τον Ζελένσκι να διαπραγματευτεί με τον Πούτιν, με στόχο να αποτρέψουν την κλιμάκωση του πολέμου.
Η Ευρώπη χρειάζεται ειρήνη για να αποφύγει μια καθοδική οικονομική «σπείρα». Η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, οι διαφαινόμενες ελλείψεις θα δημιουργήσουν σοβαρή αναστάτωση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, με απρόβλεπτες συνέπειες και για τα κοινωνικά συστήματα. Γι’ αυτούς τους λόγους οι δύο μεγαλύτερες χώρες, η Γερμανία και η Γαλλία, άρχισαν να πιέζουν την κυβέρνηση της Ουκρανίας για μια συμβιβαστική λύση.
Ο Εμανουέλ Μακρόν έχει επισημάνει την ανάγκη να συνεχίσει να μιλάει με τη Ρωσία του κ. Πούτιν, μια τεράστια δύναμη που θεωρεί ότι θα απειλήσει την ευρωπαϊκή σταθερότητα όσο δεν ενσωματώνεται σε κάποια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας.
Τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία είναι τα δύο κορυφαία κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης τα οποία έχουν τους δικούς τους λόγους να κατευνάσουν τις εντάσεις μεταξύ Κιέβου και Μόσχας. Ταυτόχρονα προσπαθούν να κρατήσουν και τις ισορροπίες με τις ΗΠΑ, οι οποίες δεν φαίνονται να συμμερίζονται τις επιθυμίες των συνεταίρων τους στο ΝΑΤΟ.
Ενώ τα ευρωπαϊκά κράτη δεν είναι σε θέση να δημιουργήσουν ένα αποτελεσματικό, ενιαίο μέτωπο της Ε.Ε. σε σχέση με την κρίση, οι δύο χώρες επιδιώκουν μεγαλύτερη προσέγγιση με τη Μόσχα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν επιθετικά τη Ρωσία και θα επιθυμούσαν ο πόλεμος να διαρκέσει πολύ περισσότερο.
Οι Δυτικοί την παγκόσμια οικονομική ενεργειακή και επισιτιστική κρίση τη χρεώνουν στη «ρωσική επιθετικότητα». Η Ρωσία, φυσικά, κατηγορεί την Ουκρανία, ένα άλλο παράδειγμα του αδιεξόδου της σύγκρουσης.
Τόσο ο Μακρόν όσο και ο Σολτς έχουν ταυτοσημία όσον αφορά την αποκλιμάκωση των εντάσεων. Ο καλύτερος τρόπος για μια πιθανή επίλυση της σύγκρουσης θα μπορούσε να είναι το να εγγυηθεί κάποιος στη Ρωσία ότι η Ουκρανία δεν θα αποτελέσει μέρος του ΝΑΤΟ. Μπορούν, όμως, να το πράξουν χωρίς την Αμερική; Και ο πόλεμος συνεχίζεται...
Οι κυρώσεις που έχουν υιοθετηθεί κατά της Μόσχας πλήττουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της Ευρώπης παρά τη Ρωσία.
Το Κρεμλίνο βλέπει τα ταμεία της χώρας να γεμίζουν λόγω των υψηλών τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και το ρούβλι να εκτοξεύεται.
Ακόμα και ο σκληρός γ.γ. του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, δήλωσε ότι το Κίεβο θα πρέπει να κάνει εδαφικές παραχωρήσεις στη ρωσική κυβέρνηση προκειμένου να τερματιστεί ο πόλεμος.
«Η ειρήνη είναι δυνατή. Το μόνο ερώτημα είναι: Ποιο είναι το τίμημα που οι Ουκρανοί θα είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για την ειρήνη;», αναρωτήθηκε ο γ.γ. του ΝΑΤΟ.
Πρωταρχική σημασία
Οι διαβεβαιώσεις ότι δεν θα ασκηθεί καμιά πίεση στην Ουκρανία να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα ήταν πλασματικές. Η αποφασιστικότητα να σταματήσει κάθε προσπάθεια επικοινωνίας με τον Β. Πούτιν φαινόταν πρωταρχικής σημασίας.Όμως ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμ. Μακρόν, δήλωσε ότι είναι σημαντικό να μην υποκύψουμε ποτέ «στον πειρασμό της αλαζονείας» σε σχέση με τη Ρωσία και φαίνεται ότι στόχευε τον πρόεδρο της Ουκρανίας. Το ερώτημα βέβαια είναι ανοιχτό για το πότε θα τελειώσει ένας πόλεμος που ασκεί έντονη πίεση στην παγκόσμια οικονομία, με τον πληθωρισμό να αυξάνεται απότομα και να διαφαίνονται σοβαρές ελλείψεις τροφίμων. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες εν κρυπτώ πιέζουν τον Ζελένσκι να διαπραγματευτεί με τον Πούτιν, με στόχο να αποτρέψουν την κλιμάκωση του πολέμου.
Οι δύο χώρες επιδιώκουν μεγαλύτερη προσέγγιση με τη Μόσχα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν επιθετικά τη Ρωσία
Η Ευρώπη χρειάζεται ειρήνη για να αποφύγει μια καθοδική οικονομική «σπείρα». Η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, οι διαφαινόμενες ελλείψεις θα δημιουργήσουν σοβαρή αναστάτωση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, με απρόβλεπτες συνέπειες και για τα κοινωνικά συστήματα. Γι’ αυτούς τους λόγους οι δύο μεγαλύτερες χώρες, η Γερμανία και η Γαλλία, άρχισαν να πιέζουν την κυβέρνηση της Ουκρανίας για μια συμβιβαστική λύση.
Ο Εμανουέλ Μακρόν έχει επισημάνει την ανάγκη να συνεχίσει να μιλάει με τη Ρωσία του κ. Πούτιν, μια τεράστια δύναμη που θεωρεί ότι θα απειλήσει την ευρωπαϊκή σταθερότητα όσο δεν ενσωματώνεται σε κάποια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας.
Τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία είναι τα δύο κορυφαία κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης τα οποία έχουν τους δικούς τους λόγους να κατευνάσουν τις εντάσεις μεταξύ Κιέβου και Μόσχας. Ταυτόχρονα προσπαθούν να κρατήσουν και τις ισορροπίες με τις ΗΠΑ, οι οποίες δεν φαίνονται να συμμερίζονται τις επιθυμίες των συνεταίρων τους στο ΝΑΤΟ.
Ενώ τα ευρωπαϊκά κράτη δεν είναι σε θέση να δημιουργήσουν ένα αποτελεσματικό, ενιαίο μέτωπο της Ε.Ε. σε σχέση με την κρίση, οι δύο χώρες επιδιώκουν μεγαλύτερη προσέγγιση με τη Μόσχα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν επιθετικά τη Ρωσία και θα επιθυμούσαν ο πόλεμος να διαρκέσει πολύ περισσότερο.
Οι ανησυχίες
Το Βερολίνο έχει μεγαλύτερες ανησυχίες από τη Γαλλία σχετικά με μια κλιμάκωση ΝΑΤΟ - Ρωσίας, επειδή μεγάλο μέρος του φυσικού αερίου της Γερμανίας παρέχεται από τη Μόσχα μέσω του Nord Stream, που διέρχεται διαμέσου της Βαλτικής Θάλασσας από τη Ρωσία στη Γερμανία. Πρόσφατα η Μόσχα διέκοψε τη λειτουργία του για «τεχνικούς λόγους». Η Γερμανία είχε προγραμματίσει τον μετασχηματισμό της ενεργειακής της πολιτικής. Οι ενεργειακές της απαιτήσεις θα ικανοποιούνταν με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ρωσικό αέριο, το οποίο τώρα δεν το έχει. Αυτό σημαίνει ότι η μεγάλη γερμανική βιομηχανία θα δεχθεί καταστροφικά πλήγματα και η οικονομία της, εάν ο πόλεμος κρατήσει κι άλλο, θα διαλυθεί.Η μεγάλη γερμανική βιομηχανία θα δεχθεί καταστροφικά πλήγματα και η οικονομία της, εάν η σύρραξη κρατήσει κι άλλο, θα διαλυθεί
Οι Δυτικοί την παγκόσμια οικονομική ενεργειακή και επισιτιστική κρίση τη χρεώνουν στη «ρωσική επιθετικότητα». Η Ρωσία, φυσικά, κατηγορεί την Ουκρανία, ένα άλλο παράδειγμα του αδιεξόδου της σύγκρουσης.
Τόσο ο Μακρόν όσο και ο Σολτς έχουν ταυτοσημία όσον αφορά την αποκλιμάκωση των εντάσεων. Ο καλύτερος τρόπος για μια πιθανή επίλυση της σύγκρουσης θα μπορούσε να είναι το να εγγυηθεί κάποιος στη Ρωσία ότι η Ουκρανία δεν θα αποτελέσει μέρος του ΝΑΤΟ. Μπορούν, όμως, να το πράξουν χωρίς την Αμερική; Και ο πόλεμος συνεχίζεται...