ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΔΝΤ: Η οικονομία της Ρωσίας αντέχει περισσότερο από ό,τι προβλεπόταν τις κυρώσεις
Οι ευρωπαϊκές οικονομίες υφίστανται πιο βαρύ χτύπημα από ό,τι προβλεπόταν.
Η ρωσική οικονομία αναμένεται πλέον να υποστεί φέτος λιγότερο βαρύ αντίτυπο των διεθνών κυρώσεων απ’ ό,τι υπολογιζόταν,
τόνισε χθες Τρίτη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, συμπληρώνοντας ότι, απεναντίας, οι ευρωπαϊκές οικονομίες υφίστανται πιο βαρύ χτύπημα από ό,τι προβλεπόταν.
Το ΑΕΠ της Ρωσίας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 6,0% το 2022, προβλέπει πλέον το ΔΝΤ, ποσοστό αισθητά μικρότερο από το 8,5% που ανέμενε στις προηγούμενες εκτιμήσεις του, που είχε δημοσιοποιήσει τον Απρίλιο.
Μολαταύτα, είναι αδιαμφισβήτητο πως θα υπάρξει «μεγάλη ύφεση στη Ρωσία το 2022», σημείωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, ο Πιερ-Ολιβιέ Γκουρανσά, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
«Η ρωσική οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί λιγότερο από ό,τι προβλεπόταν το δεύτερο τρίμηνο, οι εξαγωγές αργού πετρελαίου και μη ενεργειακών προϊόντων διατηρούνται σε υψηλότερο επίπεδο από το προσδοκώμενο», εξηγεί στην έκθεσή του ο διεθνής χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσινγκτον.
«Επιπλέον, η εσωτερική ζήτηση δείχνει μια ορισμένη ανθεκτικότητα χάρη στον έλεγχο των επιπτώσεων των κυρώσεων στον εσωτερικό χρηματοοικονομικό τομέα και η αγορά εργασίας πλήττεται λιγότερο από ό,τι προβλεπόταν», προσθέτει το Ταμείο.
Οι δυτικές χώρες, μετά την εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία την 24η Φεβρουαρίου, κινήθηκαν εναντίον της Μόσχας ανακοινώνοντας ομοβροντία κυρώσεων προορισμένων να στραγγαλίσουν την οικονομία της.
Όμως «η ρωσική κεντρική τράπεζα και αυτοί που παίρνουν πολιτικές αποφάσεις» στη Ρωσία «μπόρεσαν να αποφύγουν τον τραπεζικό πανικό ή την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος» εξαιτίας των κυρώσεων που επιβλήθηκαν, αναγνώρισε ο κ. Γκουρανσά.
Παράλληλα, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου προσέφερε «τεράστια έσοδα στη ρωσική οικονομία», κάτι που βοήθησε τη Μόσχα να αντεπεξέλθει, συμπλήρωσε.
Το 2023, το ΔΝΤ αναμένει επίσης ύφεση 3,5% στη Ρωσία, ποσοστό μικρότερο κατά 1,2 μονάδα από ό,τι προέβλεπε προηγουμένως. Ωστόσο, «ο σωρευτικός αντίκτυπος των κυρώσεων θα μεγεθύνεται εν καιρώ», επισήμανε ο Πιερ-Ολιβιέ Γκουρανσά.
Στην άλλη πλευρά, «οι επιπτώσεις του πολέμου στις κυριότερες ευρωπαϊκές οικονομίες ήταν πιο αρνητικές από ό,τι προβλεπόταν», σύμφωνα με το Ταμείο.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη το 2022 αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω για τη Γερμανία (–0,9 μονάδα στο 1,2%), τη Γαλλία (–0,6 μονάδα στο 2,3%) αλλά και την Ισπανία (–0,8 μονάδα στο 4,0%).
Κάτι που οφείλεται «στην αύξηση των τιμών της ενέργειας», «τη μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών», καθώς και «την επιβράδυνση της βιομηχανικής δραστηριότητας εξαιτίας των συνεχιζόμενων προσκομμάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και της ανόδου του κόστους των πρώτων υλών», κρίνει το ΔΝΤ.
Η πιθανή πλήρης διακοπή του εφοδιασμού με ρωσικό φυσικό αέριο θα μείωνε «καθαρά» την ανάπτυξη στην ευρωζώνη το 2022 και το 2023. Θα ανάγκαζε στην πράξη τις ευρωπαϊκές χώρες να θέσουν σε εφαρμογή σχέδια για τη χορήγηση ενέργειας με δελτίο και θα έπληττε καίριους τομείς της βιομηχανίας.
Το ΑΕΠ της Ρωσίας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 6,0% το 2022, προβλέπει πλέον το ΔΝΤ, ποσοστό αισθητά μικρότερο από το 8,5% που ανέμενε στις προηγούμενες εκτιμήσεις του, που είχε δημοσιοποιήσει τον Απρίλιο.
Μολαταύτα, είναι αδιαμφισβήτητο πως θα υπάρξει «μεγάλη ύφεση στη Ρωσία το 2022», σημείωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, ο Πιερ-Ολιβιέ Γκουρανσά, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
«Η ρωσική οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί λιγότερο από ό,τι προβλεπόταν το δεύτερο τρίμηνο, οι εξαγωγές αργού πετρελαίου και μη ενεργειακών προϊόντων διατηρούνται σε υψηλότερο επίπεδο από το προσδοκώμενο», εξηγεί στην έκθεσή του ο διεθνής χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσινγκτον.
«Επιπλέον, η εσωτερική ζήτηση δείχνει μια ορισμένη ανθεκτικότητα χάρη στον έλεγχο των επιπτώσεων των κυρώσεων στον εσωτερικό χρηματοοικονομικό τομέα και η αγορά εργασίας πλήττεται λιγότερο από ό,τι προβλεπόταν», προσθέτει το Ταμείο.
Οι δυτικές χώρες, μετά την εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία την 24η Φεβρουαρίου, κινήθηκαν εναντίον της Μόσχας ανακοινώνοντας ομοβροντία κυρώσεων προορισμένων να στραγγαλίσουν την οικονομία της.
Όμως «η ρωσική κεντρική τράπεζα και αυτοί που παίρνουν πολιτικές αποφάσεις» στη Ρωσία «μπόρεσαν να αποφύγουν τον τραπεζικό πανικό ή την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος» εξαιτίας των κυρώσεων που επιβλήθηκαν, αναγνώρισε ο κ. Γκουρανσά.
Παράλληλα, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου προσέφερε «τεράστια έσοδα στη ρωσική οικονομία», κάτι που βοήθησε τη Μόσχα να αντεπεξέλθει, συμπλήρωσε.
Το 2023, το ΔΝΤ αναμένει επίσης ύφεση 3,5% στη Ρωσία, ποσοστό μικρότερο κατά 1,2 μονάδα από ό,τι προέβλεπε προηγουμένως. Ωστόσο, «ο σωρευτικός αντίκτυπος των κυρώσεων θα μεγεθύνεται εν καιρώ», επισήμανε ο Πιερ-Ολιβιέ Γκουρανσά.
Στην άλλη πλευρά, «οι επιπτώσεις του πολέμου στις κυριότερες ευρωπαϊκές οικονομίες ήταν πιο αρνητικές από ό,τι προβλεπόταν», σύμφωνα με το Ταμείο.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη το 2022 αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω για τη Γερμανία (–0,9 μονάδα στο 1,2%), τη Γαλλία (–0,6 μονάδα στο 2,3%) αλλά και την Ισπανία (–0,8 μονάδα στο 4,0%).
Κάτι που οφείλεται «στην αύξηση των τιμών της ενέργειας», «τη μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών», καθώς και «την επιβράδυνση της βιομηχανικής δραστηριότητας εξαιτίας των συνεχιζόμενων προσκομμάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και της ανόδου του κόστους των πρώτων υλών», κρίνει το ΔΝΤ.
Η πιθανή πλήρης διακοπή του εφοδιασμού με ρωσικό φυσικό αέριο θα μείωνε «καθαρά» την ανάπτυξη στην ευρωζώνη το 2022 και το 2023. Θα ανάγκαζε στην πράξη τις ευρωπαϊκές χώρες να θέσουν σε εφαρμογή σχέδια για τη χορήγηση ενέργειας με δελτίο και θα έπληττε καίριους τομείς της βιομηχανίας.