Νέα ύφεση σημειώνει η αμερικανική οικονομία για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο, σηματοδοτώντας ανεπίσημα την έναρξη μιας ύφεσης.

 Το υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) – ένα ευρύ μέτρο της τιμής των αγαθών και των υπηρεσιών – μειώθηκε με ετήσιο ρυθμό 0,9%, στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μετά από πτώση με ετήσιο ρυθμό 1,6% τους πρώτους τρεις μήνες .

 Το παραπάνω αναμφισβήτητα αποτελεί ένα σημαντικό πλήγμα για την κυβέρνηση Μπάιντεν καθώς προετοιμάζεται για μια δύσκολη ενδιάμεση εκλογική περίοδο.

 Οι αναλυτές περίμεναν ότι το ΑΕΠ θα ανέκαμπτε στο +0,3%, κάτι το οποίο τελικά δεν επιβεβαιώθηκε, με τις ΗΠΑ να παραμένουν σε κατάσταση ύφεσης.

 Αξίζει να σημειωθεί πως αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου κληθέντες να σχολιάσουν τα παραπάνω, υποστηρίζουν πως σε κάθε περίπτωση πολλά τμήματα της οικονομίας παραμένουν ισχυρά.

 Την ίδια ώρα, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) ανακοίνωσε χθες νέα αύξηση των βασικών επιτοκίων της κατά 75 μονάδες βάσης – μεταξύ 2,25% και 2,50% – στο πλαίσιο των προσπαθειών της για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό.

 «Οι πρόσφατοι δείκτες δαπανών και παραγωγής έχουν επιβραδυνθεί. Ωστόσο η δημιουργία θέσεων εργασίας παρέμεινε ισχυρή τους τελευταίους μήνες και το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι χαμηλό», αναφέρει η ανακοίνωση της Fed που δόθηκε στη δημοσιότητα μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης της αρμόδιας επιτροπής.

 Αυτή είναι η τέταρτη διαδοχική αύξηση των επιτοκίων από τη Fed: +0,25% τον Μάρτιο, +0,25% τον Μάιο, +0,75% τον Ιούνιο (η πιο επιθετική αύξηση από το 1994) και +0,75% σήμερα.

 Η απόφαση ελήφθη ομόφωνα από τα 12 μέλη της νομισματικής επιτροπής, που άφησαν ανοικτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω αυξήσεις το προσεχές διάστημα.

 Η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία συνήθως προχωρά σε αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, προχώρησε ξανά σε μια επιθετική κίνηση, προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό που τον Ιούνιο έφθασε σε νέο υψηλό 40 ετών (9,1%).

 Ορισμένοι οικονομικοί αναλυτές δεν κρύβουν πάντως την ανησυχία τους ότι η επιβράδυνση της οικονομίας μπορεί να αποδειχθεί πιο ισχυρή από την αναμενόμενη, κάτι που θα μπορούσε να επιβαρύνει την αγορά εργασίας ή ακόμη και να οδηγήσει τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε ύφεση.

 ΠΗΓΗ: SKAI.GR- AP