ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Πόλεμος στην Ουκρανία: Ο Όλεγκ Τίνκοφ απαρνήθηκε τη ρωσική υπηκοότητα - Καταγγέλλει τον Πούτιν για φασισμό
«Δεν μπορώ και δεν θα συνδεθώ με μια φασιστική χώρα», έγραψε στο Instagram
Τη ρωσική υπηκοότητα
απαρνήθηκε ο μεγιστάνας Όλεγκ Τίνκοφ, εξαιτίας του πολέμου που εξαπέλυσε ο Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία.
«Έλαβα την απόφαση να απαρνηθώ τη ρωσική μου υπηκοότητα. Δεν μπορώ και δεν θα συνδεθώ με μια φασιστική χώρα, που ξεκίνησε έναν πόλεμο κατά του ειρηνικού γείτονά της και που σκοτώνει αθώους ανθρώπους καθημερινά», έγραψε στο Ιnstagram ο δισεκατομμυριούχος τραπεζίτης που έχει επικρίνει και στο παρελθόν ως «τρελό» τον πόλεμο του Πούτιν.
«Ελπίζω να με ακολουθήσουν περισσότεροι επιφανείς Ρώσοι επιχειρηματίες, ώστε να αποδυναμωθεί το καθεστώς Πούτιν και η οικονομία του και να οδηγηθεί τελικά στην ήττα», πρόσθεσε ο 54χρονος μεγιστάνας, που ζει εκτός Ρωσίας τα τελευταία χρόνια.
Ο Τίνκοφ, που επιτέθηκε την άνοιξη στην ηγεσία των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, ανήρτησε και μια φωτογραφία του πιστοποιητικού που επιβεβαιώνει τον «τερματισμό» της ρωσικής του υπηκοότητας.
«Μισώ τη Ρωσία του Πούτιν, αλλά αγαπώ όλους τους Ρώσους που είναι ξεκάθαρα κατά αυτού του τρελού πολέμου», επισήμανε.
Ο μεγιστάνας είναι ο ιδρυτής της διαδικτυακής τράπεζας Tinkoff Bank, μιας εκ των μεγαλύτερων στη Ρωσία με κάπου 20 εκατομμύρια πελάτες. Είναι επίσης κάτοχος ποσοστού περίπου 35% της TCS Group Holding, που έχει την έδρα της στην Κύπρο και οι εταιρείες της οποίας δραστηριοποιούνται από τον τραπεζικό και τον ασφαλιστικό κλάδο μέχρι τις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας.
Την άνοιξη, ο Τίνκοφ είχε υποστηρίξει ότι πολλοί συμπατριώτες του μεγιστάνες δεν υποστηρίζουν τον πόλεμο, όπως και το 90% των Ρώσων και κάλεσε τους ηγέτες της Δύσης να βοηθήσουν για να τελειώσει «το μακελειό».
Τον Μάρτιο, η Βρετανία τον συμπεριέλαβε στη λίστα των κυρώσεων, ενώ το 2020 είχε συλληφθεί στο Λονδίνο κατηγορούμενος για φοροαποφυγή στις ΗΠΑ. Ο Ρώσος μεγιστάνας αφέθηκε αργότερα ελεύθερος με εγγύηση και υπεβλήθη σε θεραπεία για λευχαιμία στη βρετανική πρωτεύουσα. Ο Τίνκοφ παραιτήθηκε από το πόστο του διευθύνοντος συμβούλου της Tinkoff Bank, η οποία έχει πάρει αποστάσεις από τις επικριτικές για τον πόλεμο δηλώσεις του.
«Έλαβα την απόφαση να απαρνηθώ τη ρωσική μου υπηκοότητα. Δεν μπορώ και δεν θα συνδεθώ με μια φασιστική χώρα, που ξεκίνησε έναν πόλεμο κατά του ειρηνικού γείτονά της και που σκοτώνει αθώους ανθρώπους καθημερινά», έγραψε στο Ιnstagram ο δισεκατομμυριούχος τραπεζίτης που έχει επικρίνει και στο παρελθόν ως «τρελό» τον πόλεμο του Πούτιν.
«Ελπίζω να με ακολουθήσουν περισσότεροι επιφανείς Ρώσοι επιχειρηματίες, ώστε να αποδυναμωθεί το καθεστώς Πούτιν και η οικονομία του και να οδηγηθεί τελικά στην ήττα», πρόσθεσε ο 54χρονος μεγιστάνας, που ζει εκτός Ρωσίας τα τελευταία χρόνια.
Ο Τίνκοφ, που επιτέθηκε την άνοιξη στην ηγεσία των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, ανήρτησε και μια φωτογραφία του πιστοποιητικού που επιβεβαιώνει τον «τερματισμό» της ρωσικής του υπηκοότητας.
«Μισώ τη Ρωσία του Πούτιν, αλλά αγαπώ όλους τους Ρώσους που είναι ξεκάθαρα κατά αυτού του τρελού πολέμου», επισήμανε.
⚡Олег Тиньков отказался от российского гражданства
— SOTA (@Sota_Vision) October 31, 2022
Об этом бизнесмен сообщил у себя в инстаграме. pic.twitter.com/E7kvjIHKOx
Ποιος είναι ο Ρώσος μεγιστάνας που απαρνήθηκε τη χώρα του λόγω Πούτιν
Ο μεγιστάνας είναι ο ιδρυτής της διαδικτυακής τράπεζας Tinkoff Bank, μιας εκ των μεγαλύτερων στη Ρωσία με κάπου 20 εκατομμύρια πελάτες. Είναι επίσης κάτοχος ποσοστού περίπου 35% της TCS Group Holding, που έχει την έδρα της στην Κύπρο και οι εταιρείες της οποίας δραστηριοποιούνται από τον τραπεζικό και τον ασφαλιστικό κλάδο μέχρι τις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας.Την άνοιξη, ο Τίνκοφ είχε υποστηρίξει ότι πολλοί συμπατριώτες του μεγιστάνες δεν υποστηρίζουν τον πόλεμο, όπως και το 90% των Ρώσων και κάλεσε τους ηγέτες της Δύσης να βοηθήσουν για να τελειώσει «το μακελειό».
Τον Μάρτιο, η Βρετανία τον συμπεριέλαβε στη λίστα των κυρώσεων, ενώ το 2020 είχε συλληφθεί στο Λονδίνο κατηγορούμενος για φοροαποφυγή στις ΗΠΑ. Ο Ρώσος μεγιστάνας αφέθηκε αργότερα ελεύθερος με εγγύηση και υπεβλήθη σε θεραπεία για λευχαιμία στη βρετανική πρωτεύουσα. Ο Τίνκοφ παραιτήθηκε από το πόστο του διευθύνοντος συμβούλου της Tinkoff Bank, η οποία έχει πάρει αποστάσεις από τις επικριτικές για τον πόλεμο δηλώσεις του.