ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Συγκλονίζει η περιγραφή Τούρκου δημοσιογράφου για τον φονικό σεισμό: «Παντού γύρω μου επικρατούσε ένα χάος»
Ο ίδιος ήταν από τους τυχερούς, αφού το σπίτι του, ένα διώροφο κοντά σ’ ένα χωριό της περιοχής, άντεξε τα πολλά Ρίχτερ κι έμεινε όρθιο
Ο Μαχμούτ Μποζαρσλάν
ο Εγκέλαδος χτύπησε την περιοχή αυτή της Τουρκίας
«Aλλοι έκλαιγαν για τους δικούς τους ανθρώπους που είχαν εγκλωβιστεί στο κτίριο, άλλοι έβγαιναν από τα συντρίμμια χωρίς να μπορούν να πιστέψουν ότι είναι ζωντανοί, άλλοι προσεύχονταν σιωπηλά, με δάκρυα στα μάτια. Παντού γύρω μου επικρατούσε ένα χάος». Όπως λέει μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο χρειάστηκε δευτερόλεπτα για να πεταχτεί πάνω, να βγάλει στον δρόμο την οικογένειά του και να σπεύσει σε μια άλλη περιοχή, όπου είχε καταρρεύσει ένα κτίριο.
Συγκλονίζει η περιγραφή του δημοσιογράφου για τις εικόνες που αντίκρισε εκεί.
«Επικρατούσε χάος αμέσως μετά τον σεισμό. Όλοι όσοι κατάφεραν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους βρίσκονταν στον δρόμο ή στα αυτοκίνητά τους καθώς είναι χειμώνας και κάνει κρύο. Όταν έφτασα στο συγκεκριμένο σημείο, είδα με τα μάτια μου καμιά 20ρια άτομα να βγαίνουν ζωντανά από τα συντρίμμια μέσα από την απόλυτη καταστροφή, τραυματίες να μεταφέρονται στα ασθενοφόρα και ανθρώπους να τρέχουν δεξιά κι αριστερά αναζητώντας συγγενικά τους πρόσωπα», αφηγείται ο Μαχμούτ.
Ο ίδιος ήταν από τους τυχερούς, αφού το σπίτι του, ένα διώροφο κοντά σ’ ένα χωριό της περιοχής, άντεξε τα πολλά Ρίχτερ κι έμεινε όρθιο. «Ήμουν στο σπίτι μου. Ήμουν ξύπνιος, δεν είχα κοιμηθεί ακόμα κι όταν άρχισε η γη να σείεται πήρα την οικογένειά μου και βγήκαμε όλοι αμέσως έξω. Το σπίτι μου είναι διώροφο, δεν ζω σε διαμέρισμα, ούτε σε κάποιο μεγάλο κτίριο. Παρόλο που δεν είναι ψηλό κτίριο, σείστηκε συθέμελα, ενώ τα κτίρια που δεν άντεξαν ήταν κυρίως αυτά με τους πολλούς ορόφους», λέει.
Μιλώντας με τον κόσμο, μεταφέρει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο την αγωνία των κατοίκων της περιοχής για τυχόν νέο σεισμό, λέγοντας πως η δόνηση των 7,7 Ρίχτερ που σημειώθηκε το μεσημέρι σκόρπισε ακόμη μεγαλύτερο πανικό.
«Η νύχτα θα είναι σίγουρα μακρά», λέει ο Μαχμούτ, ο οποίος -όπως και πολλοί άλλοι- φρόντισε να μεταφέρει τις αδελφές και τη μητέρα του στο σπίτι του, αφού η περιοχή όπου μένει θεωρείται πιο ασφαλής και άντεξε.
(Mahmut Bozarslan), δημοσιογράφος της VoA, ήταν στο σπίτι του στην περιοχή του Ντιγιαρμπακίρ, όταν «Aλλοι έκλαιγαν για τους δικούς τους ανθρώπους που είχαν εγκλωβιστεί στο κτίριο, άλλοι έβγαιναν από τα συντρίμμια χωρίς να μπορούν να πιστέψουν ότι είναι ζωντανοί, άλλοι προσεύχονταν σιωπηλά, με δάκρυα στα μάτια. Παντού γύρω μου επικρατούσε ένα χάος». Όπως λέει μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο χρειάστηκε δευτερόλεπτα για να πεταχτεί πάνω, να βγάλει στον δρόμο την οικογένειά του και να σπεύσει σε μια άλλη περιοχή, όπου είχε καταρρεύσει ένα κτίριο.
Συγκλονίζει η περιγραφή του δημοσιογράφου για τις εικόνες που αντίκρισε εκεί.
«Επικρατούσε χάος αμέσως μετά τον σεισμό. Όλοι όσοι κατάφεραν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους βρίσκονταν στον δρόμο ή στα αυτοκίνητά τους καθώς είναι χειμώνας και κάνει κρύο. Όταν έφτασα στο συγκεκριμένο σημείο, είδα με τα μάτια μου καμιά 20ρια άτομα να βγαίνουν ζωντανά από τα συντρίμμια μέσα από την απόλυτη καταστροφή, τραυματίες να μεταφέρονται στα ασθενοφόρα και ανθρώπους να τρέχουν δεξιά κι αριστερά αναζητώντας συγγενικά τους πρόσωπα», αφηγείται ο Μαχμούτ.
Ο ίδιος ήταν από τους τυχερούς, αφού το σπίτι του, ένα διώροφο κοντά σ’ ένα χωριό της περιοχής, άντεξε τα πολλά Ρίχτερ κι έμεινε όρθιο. «Ήμουν στο σπίτι μου. Ήμουν ξύπνιος, δεν είχα κοιμηθεί ακόμα κι όταν άρχισε η γη να σείεται πήρα την οικογένειά μου και βγήκαμε όλοι αμέσως έξω. Το σπίτι μου είναι διώροφο, δεν ζω σε διαμέρισμα, ούτε σε κάποιο μεγάλο κτίριο. Παρόλο που δεν είναι ψηλό κτίριο, σείστηκε συθέμελα, ενώ τα κτίρια που δεν άντεξαν ήταν κυρίως αυτά με τους πολλούς ορόφους», λέει.
Μιλώντας με τον κόσμο, μεταφέρει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο την αγωνία των κατοίκων της περιοχής για τυχόν νέο σεισμό, λέγοντας πως η δόνηση των 7,7 Ρίχτερ που σημειώθηκε το μεσημέρι σκόρπισε ακόμη μεγαλύτερο πανικό.
«Η νύχτα θα είναι σίγουρα μακρά», λέει ο Μαχμούτ, ο οποίος -όπως και πολλοί άλλοι- φρόντισε να μεταφέρει τις αδελφές και τη μητέρα του στο σπίτι του, αφού η περιοχή όπου μένει θεωρείται πιο ασφαλής και άντεξε.