ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ρωσία: Μεγαλώνει η πυρηνική απειλή μετά την αποχώρησή της από τη συνθήκη New START
Πρόκειται για την τελευταία εναπομείνασα συνθήκη που περιορίζει τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας και των ΗΠΑ
Οι επιπτώσεις που μπορεί να υπάρξουν από την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συνθήκη New START
εξετάζεται σε ανάλυση του Reuters, με την πυρηνική απειλή να έχει μεγαλώσει, μετά τη σχετική ανακοίνωση του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η τελευταία εναπομείνασα συνθήκη που περιορίζει τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας και των ΗΠΑ βρισκόταν ήδη σε σοβαρό κίνδυνο προτού ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ανακοινώσει την Τρίτη 21/2 ότι η Μόσχα αναστέλλει τη συμμετοχή της, επισημαίνει το διεθνές πρακτορείο ειδήσεων.
Τώρα η κατάσταση μπορεί πολύ πιο εύκολα να ξεφύγει, αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας νέας κούρσας εξοπλισμών –παράλληλα με τον πόλεμο στην Ουκρανία–, αφού καμία πλευρά δεν μπορεί να βασιστεί στο σταθερό, προβλέψιμο πλαίσιο που παρείχαν οι διαδοχικές πυρηνικές συμφωνίες για περισσότερα από 50 χρόνια.
Αναλυτές ασφαλείας δήλωσαν ότι αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να περιπλέξει σε μεγάλο βαθμό τους λεπτούς υπολογισμούς που εξασφαλίζουν την αμοιβαία αποτροπή μεταξύ των δύο χωρών, ενώ παράλληλα μπορεί να ωθήσει κι άλλες δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ινδία και το Πακιστάν, να ενισχύσουν τα πυρηνικά τους οπλοστάσια.
Σε μια σημαντική ομιλία, σχεδόν έναν χρόνο μετά την εισβολή του στην Ουκρανία, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία δεν εγκαταλείπει τη συνθήκη New START – τη συμφωνία που υπεγράφη το 2010 και περιορίζει τον αριθμό των στρατηγικών πυρηνικών κεφαλών που αναπτύσσουν η Ρωσία και οι ΗΠΑ.
Όμως, οι πυρηνικοί εμπειρογνώμονες σημείωσαν ότι η συνθήκη δεν περιέχει καμία διάταξη για οποιαδήποτε πλευρά να «αναστείλει» τη συμμετοχή της, όπως είπε ότι κάνει η Μόσχα – αυτές έχουν τη δυνατότητα μόνο να αποσυρθούν.
Ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία θα επανέλθει στη συζήτηση μόνο όταν ληφθούν υπόψη τα γαλλικά και βρετανικά πυρηνικά όπλα. Μια προϋπόθεση που οι αναλυτές σημειώνουν ότι δεν είναι εφικτή, καθώς η Ουάσινγκτον αντιτίθεται και θα απαιτούσε πλήρη επαναδιατύπωση της συνθήκης.
Ο Γουίλιαμ Άλμπερκ, διευθυντής στρατηγικής, τεχνολογίας και ελέγχου των εξοπλισμών στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών, σημείωσε ότι η Ρωσία αποφάσισε ότι μπορεί να ζήσει χωρίς τη New START, αλλά προσπαθεί να ρίξει το φταίξιμο στην Ουάσινγκτον.
«Έχουν ήδη υπολογίσει ότι η συνθήκη θα "πεθάνει". Η προσπάθεια θα είναι να φορτώσουν την πραγματική απώλεια στις Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε σε τηλεφωνική συνέντευξη στο Reuters.
Η συνθήκη ουσιαστικά περιορίζει τον αριθμό των πολεμικών κεφαλών ανά πύραυλο που μπορεί να αναπτύξει η κάθε πλευρά, οπότε η κατάρρευσή της θα μπορούσε να πολλαπλασιάσει αμέσως τον αριθμό των πολεμικών κεφαλών αρκετές φορές, πρόσθεσε ο Άλμπερκ.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων, η Ρωσία εκτιμάται ότι διαθέτει συνολικά 5.977 πυρηνικές κεφαλές, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες 5.428.
«Και οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να πάνε αμέσως από τις 1.550 ανεπτυγμένες στρατηγικές κεφαλές στις 4.000 – αυτό θα μπορούσε να συμβεί εν μία νυκτί», δήλωσε ο Άλμπερκ.
Αυτό είναι δυνητικά αποσταθεροποιητικό, διότι δημιουργεί ένα δίλημμα «χρήση ή απώλεια», στο οποίο οι πυκνές συγκεντρώσεις πολεμικών κεφαλών του αντιπάλου αποτελούν πιο ελκυστικούς στόχους, εξήγησε.
Ο Πούτιν δικαιολόγησε τη ρωσική κίνηση λέγοντας ότι είναι «παράλογο» για τις Ηνωμένες Πολιτείες να απαιτούν το δικαίωμα να επιθεωρούν τις ρωσικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, όπως επιτρέπει η συνθήκη, ενώ το ΝΑΤΟ βοηθούσε την Ουκρανία να τους επιτεθεί.
Ο Ρώσος πρόεδρος προφανώς αναφερόταν στην επίθεση που η Ρωσία υποστηρίζει ότι προήλθε από ουκρανικά πλήγματα τον Δεκέμβριο στο αεροδρόμιο Ένγκελς, κοντά στο Σαράτοφ, 730 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Μόσχας, όπου εδρεύουν ρωσικά στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη. Ο Πούτιν είπε, χωρίς να παράσχει αποδείξεις, ότι ειδικοί του ΝΑΤΟ είχαν «εξοπλίσει και εκσυγχρονίσει» μη επανδρωμένα αεροσκάφη για να πραγματοποιήσουν τις επιθέσεις.
Η Ουκρανία, από την πλευρά της, έχει ακολουθήσει την πολιτική να μην αναλαμβάνει δημοσίως την ευθύνη για επιθέσεις σε ρωσικό έδαφος.
Ο Τζέιμς Κάμερον, μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Oslo Nuclear Project, δήλωσε ότι αν εγκαταλειφθεί η New START, αυτό θα σηματοδοτήσει την επιστροφή σε έναν τύπο Ψυχρού Πολέμου σχετικά με τις δυνατότητες και τις προθέσεις του αντιπάλου.
«Έτσι έχουμε μια τεράστια αστάθεια στη σχέση, όπου και οι δύο πλευρές ενεργούν με βάση το χειρότερο σενάριο, προσθέτοντας όλο και πιο περίπλοκα συστήματα και σχέδια για τη χρήση τους, και αυτό τελικά οδηγεί σε μια πολύ πιο ασταθή κατάσταση μεταξύ των δύο πλευρών και επίσης σε μεγαλύτερο κίνδυνο κάποιου είδους πυρηνικής χρήσης», δήλωσε, επίσης, σε τηλεφωνική συνέντευξη.
Και οι δύο αναλυτές δήλωσαν ότι ήταν ανησυχητικό το γεγονός ότι ο Πούτιν επισήμανε το ενδεχόμενο η Ρωσία να ξαναρχίσει τις δοκιμές πυρηνικών όπλων, παρόλο που δήλωσε ότι η Μόσχα δεν θα κάνει αυτό το βήμα αν δεν το κάνει πρώτα η Ουάσινγκτον.
Οι αναλυτές υποστήριξαν ότι αυτό θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο στον Πούτιν να κατηγορήσει την Ουάσινγκτον ότι διεξάγει ή προετοιμάζει μια δοκιμή, προκειμένου να δικαιολογήσει μια δική του δοκιμή.
Ο Κάμερον, από την πλευρά του, δήλωσε ότι οποιαδήποτε ρωσική δοκιμή θα θεωρηθεί επίσης ως ένα σκαλοπάτι στη σκάλα της κλιμάκωσης στην Ουκρανία και «μια προσπάθεια να σηματοδοτηθεί μεγαλύτερη ετοιμότητα για χρήση πυρηνικών όπλων» στο πλαίσιο του πολέμου.
Στους 12 μήνες μετά την εισβολή, ο Πούτιν έχει επανειλημμένα υπενθυμίσει στη Δύση ότι η Ρωσία διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής και έχει επεκτείνει την πυρηνική της ομπρέλα σε περιοχές της Ουκρανίας που η Μόσχα κατέλαβε και τώρα διεκδικεί ως έδαφός της.
Σε περίπτωση που η New START καταρρεύσει ή οι δύο πλευρές αποτύχουν να την ανανεώσουν πριν από τη λήξη της, τον Φεβρουάριο του 2026, αυτό θα σηματοδοτήσει το τέλος των συμφωνιών ελέγχου των εξοπλισμών μεταξύ των δύο πλευρών για περισσότερο από μισό αιώνα και θα στείλει ένα μήνυμα σε άλλες υφιστάμενες και επίδοξες πυρηνικές δυνάμεις.
«Τι θα έλεγε αυτό στους Ινδούς και τους Πακιστανούς, τι θα έκανε η Κίνα;», αναρωτήθηκε ο Άλμπερκ. «Αυτό θα μπορούσε να είναι πολύ πιο επικίνδυνο από τον Ψυχρό Πόλεμο, επειδή μπορούμε να έχουμε πολύ περισσότερους παίκτες που θα ανταγωνίζονται σε υψηλότερους αριθμούς και αυτό θα ήταν τρομερό για την παγκόσμια ασφάλεια».
*Πηγή: in.gr
Η τελευταία εναπομείνασα συνθήκη που περιορίζει τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας και των ΗΠΑ βρισκόταν ήδη σε σοβαρό κίνδυνο προτού ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ανακοινώσει την Τρίτη 21/2 ότι η Μόσχα αναστέλλει τη συμμετοχή της, επισημαίνει το διεθνές πρακτορείο ειδήσεων.
Τώρα η κατάσταση μπορεί πολύ πιο εύκολα να ξεφύγει, αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας νέας κούρσας εξοπλισμών –παράλληλα με τον πόλεμο στην Ουκρανία–, αφού καμία πλευρά δεν μπορεί να βασιστεί στο σταθερό, προβλέψιμο πλαίσιο που παρείχαν οι διαδοχικές πυρηνικές συμφωνίες για περισσότερα από 50 χρόνια.
Τι θα κάνουν οι άλλες πυρηνικές δυνάμεις
Αναλυτές ασφαλείας δήλωσαν ότι αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να περιπλέξει σε μεγάλο βαθμό τους λεπτούς υπολογισμούς που εξασφαλίζουν την αμοιβαία αποτροπή μεταξύ των δύο χωρών, ενώ παράλληλα μπορεί να ωθήσει κι άλλες δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ινδία και το Πακιστάν, να ενισχύσουν τα πυρηνικά τους οπλοστάσια.Σε μια σημαντική ομιλία, σχεδόν έναν χρόνο μετά την εισβολή του στην Ουκρανία, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία δεν εγκαταλείπει τη συνθήκη New START – τη συμφωνία που υπεγράφη το 2010 και περιορίζει τον αριθμό των στρατηγικών πυρηνικών κεφαλών που αναπτύσσουν η Ρωσία και οι ΗΠΑ.
Όμως, οι πυρηνικοί εμπειρογνώμονες σημείωσαν ότι η συνθήκη δεν περιέχει καμία διάταξη για οποιαδήποτε πλευρά να «αναστείλει» τη συμμετοχή της, όπως είπε ότι κάνει η Μόσχα – αυτές έχουν τη δυνατότητα μόνο να αποσυρθούν.
Ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία θα επανέλθει στη συζήτηση μόνο όταν ληφθούν υπόψη τα γαλλικά και βρετανικά πυρηνικά όπλα. Μια προϋπόθεση που οι αναλυτές σημειώνουν ότι δεν είναι εφικτή, καθώς η Ουάσινγκτον αντιτίθεται και θα απαιτούσε πλήρη επαναδιατύπωση της συνθήκης.
Ο Γουίλιαμ Άλμπερκ, διευθυντής στρατηγικής, τεχνολογίας και ελέγχου των εξοπλισμών στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών, σημείωσε ότι η Ρωσία αποφάσισε ότι μπορεί να ζήσει χωρίς τη New START, αλλά προσπαθεί να ρίξει το φταίξιμο στην Ουάσινγκτον.
«Έχουν ήδη υπολογίσει ότι η συνθήκη θα "πεθάνει". Η προσπάθεια θα είναι να φορτώσουν την πραγματική απώλεια στις Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε σε τηλεφωνική συνέντευξη στο Reuters.
Η συνθήκη ουσιαστικά περιορίζει τον αριθμό των πολεμικών κεφαλών ανά πύραυλο που μπορεί να αναπτύξει η κάθε πλευρά, οπότε η κατάρρευσή της θα μπορούσε να πολλαπλασιάσει αμέσως τον αριθμό των πολεμικών κεφαλών αρκετές φορές, πρόσθεσε ο Άλμπερκ.
Πόσες πυρηνικές κεφαλές διαθέτουν Ρωσία και ΗΠΑ
Σύμφωνα με την Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων, η Ρωσία εκτιμάται ότι διαθέτει συνολικά 5.977 πυρηνικές κεφαλές, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες 5.428.«Και οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να πάνε αμέσως από τις 1.550 ανεπτυγμένες στρατηγικές κεφαλές στις 4.000 – αυτό θα μπορούσε να συμβεί εν μία νυκτί», δήλωσε ο Άλμπερκ.
Αυτό είναι δυνητικά αποσταθεροποιητικό, διότι δημιουργεί ένα δίλημμα «χρήση ή απώλεια», στο οποίο οι πυκνές συγκεντρώσεις πολεμικών κεφαλών του αντιπάλου αποτελούν πιο ελκυστικούς στόχους, εξήγησε.
«Τεράστια αστάθεια»
Ο Πούτιν δικαιολόγησε τη ρωσική κίνηση λέγοντας ότι είναι «παράλογο» για τις Ηνωμένες Πολιτείες να απαιτούν το δικαίωμα να επιθεωρούν τις ρωσικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, όπως επιτρέπει η συνθήκη, ενώ το ΝΑΤΟ βοηθούσε την Ουκρανία να τους επιτεθεί.Ο Ρώσος πρόεδρος προφανώς αναφερόταν στην επίθεση που η Ρωσία υποστηρίζει ότι προήλθε από ουκρανικά πλήγματα τον Δεκέμβριο στο αεροδρόμιο Ένγκελς, κοντά στο Σαράτοφ, 730 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Μόσχας, όπου εδρεύουν ρωσικά στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη. Ο Πούτιν είπε, χωρίς να παράσχει αποδείξεις, ότι ειδικοί του ΝΑΤΟ είχαν «εξοπλίσει και εκσυγχρονίσει» μη επανδρωμένα αεροσκάφη για να πραγματοποιήσουν τις επιθέσεις.
Η Ουκρανία, από την πλευρά της, έχει ακολουθήσει την πολιτική να μην αναλαμβάνει δημοσίως την ευθύνη για επιθέσεις σε ρωσικό έδαφος.
Ο Τζέιμς Κάμερον, μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Oslo Nuclear Project, δήλωσε ότι αν εγκαταλειφθεί η New START, αυτό θα σηματοδοτήσει την επιστροφή σε έναν τύπο Ψυχρού Πολέμου σχετικά με τις δυνατότητες και τις προθέσεις του αντιπάλου.
«Έτσι έχουμε μια τεράστια αστάθεια στη σχέση, όπου και οι δύο πλευρές ενεργούν με βάση το χειρότερο σενάριο, προσθέτοντας όλο και πιο περίπλοκα συστήματα και σχέδια για τη χρήση τους, και αυτό τελικά οδηγεί σε μια πολύ πιο ασταθή κατάσταση μεταξύ των δύο πλευρών και επίσης σε μεγαλύτερο κίνδυνο κάποιου είδους πυρηνικής χρήσης», δήλωσε, επίσης, σε τηλεφωνική συνέντευξη.
Νέες δοκιμές πυρηνικών όπλων;
Και οι δύο αναλυτές δήλωσαν ότι ήταν ανησυχητικό το γεγονός ότι ο Πούτιν επισήμανε το ενδεχόμενο η Ρωσία να ξαναρχίσει τις δοκιμές πυρηνικών όπλων, παρόλο που δήλωσε ότι η Μόσχα δεν θα κάνει αυτό το βήμα αν δεν το κάνει πρώτα η Ουάσινγκτον.Οι αναλυτές υποστήριξαν ότι αυτό θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο στον Πούτιν να κατηγορήσει την Ουάσινγκτον ότι διεξάγει ή προετοιμάζει μια δοκιμή, προκειμένου να δικαιολογήσει μια δική του δοκιμή.
«Μεγαλύτερη ετοιμότητα για χρήση πυρηνικών»
Αν το κάνει, θα είναι η πρώτη δοκιμή της Μόσχας από το 1990, το έτος πριν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Ο Άλμπερκ σημείωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση είχαν χρησιμοποιήσει τις πυρηνικές δοκιμές κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου «για να σηματοδοτήσουν η μία στην άλλη όταν ήταν τρελές».Ο Κάμερον, από την πλευρά του, δήλωσε ότι οποιαδήποτε ρωσική δοκιμή θα θεωρηθεί επίσης ως ένα σκαλοπάτι στη σκάλα της κλιμάκωσης στην Ουκρανία και «μια προσπάθεια να σηματοδοτηθεί μεγαλύτερη ετοιμότητα για χρήση πυρηνικών όπλων» στο πλαίσιο του πολέμου.
Στους 12 μήνες μετά την εισβολή, ο Πούτιν έχει επανειλημμένα υπενθυμίσει στη Δύση ότι η Ρωσία διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής και έχει επεκτείνει την πυρηνική της ομπρέλα σε περιοχές της Ουκρανίας που η Μόσχα κατέλαβε και τώρα διεκδικεί ως έδαφός της.
Σε περίπτωση που η New START καταρρεύσει ή οι δύο πλευρές αποτύχουν να την ανανεώσουν πριν από τη λήξη της, τον Φεβρουάριο του 2026, αυτό θα σηματοδοτήσει το τέλος των συμφωνιών ελέγχου των εξοπλισμών μεταξύ των δύο πλευρών για περισσότερο από μισό αιώνα και θα στείλει ένα μήνυμα σε άλλες υφιστάμενες και επίδοξες πυρηνικές δυνάμεις.
«Τι θα έλεγε αυτό στους Ινδούς και τους Πακιστανούς, τι θα έκανε η Κίνα;», αναρωτήθηκε ο Άλμπερκ. «Αυτό θα μπορούσε να είναι πολύ πιο επικίνδυνο από τον Ψυχρό Πόλεμο, επειδή μπορούμε να έχουμε πολύ περισσότερους παίκτες που θα ανταγωνίζονται σε υψηλότερους αριθμούς και αυτό θα ήταν τρομερό για την παγκόσμια ασφάλεια».
*Πηγή: in.gr