ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Κίνα: Ο «δράκος» θεριεύει και ετοιμάζεται για πόλεμο: Το σενάριο σύγκρουσης με τις ΗΠΑ και το εξοπλιστικό πρόγραμμα «μαμούθ» ύψους 300 δις. δολαρίων (Infographic)
Στο επίκεντρο η τεχνητή νοηµοσύνη και οι βαλλιστικοί πύραυλοι κατά πλοίων
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία
έχει προσελκύσει την προσοχή της παγκόσµιας κοινής γνώµης στον πόλεµο.
Όμως σε µια άλλη περιοχή του κόσµου, τη Νότια Σινική Θάλασσα, τα πράγµατα έχουν αρχίσει να εξελίσσονται ανεξέλεγκτα. Η Ταϊβάν ανησυχεί από την αυξανόµενη ένταση στην περιοχή, ιδιαίτερα έπειτα από επανειληµµένες πτήσεις στον εναέριο χώρο της από πολεµικά αεροσκάφη της Κίνας.
Οι ΗΠΑ έχουν διατυπώσει τις ανησυχίες τους για την κατάσταση, φοβούµενες ότι πιθανόν να αποτελέσει µια άλλη περιοχή ανάφλεξης µετά την Ουκρανία. Η Κίνα, πάντως, κάνει αισθητή την παρουσία της διαθέτοντας τη σιγουριά των ενισχυµένων Ενόπλων ∆υνάµεών της. Οι ∆υτικοί εµπειρογνώµονες προειδοποιούν ότι, καθώς οι Ενοπλες ∆υνάµεις της Κίνας εκσυγχρονίζονται, η τελευταία θα µπορούσε να γίνει πιο δυναµική στην περιοχή Ασίας - Ειρηνικού, εντείνοντας την πίεση στην Ταϊβάν, συνεχίζοντας τα ναυτικά γυµνάσια στην Ανατολική και τη Νότια Σινική Θάλασσα.
Η κινεζική κυβέρνηση εργάζεται για να καταστήσει τον Στρατό της ισχυρότερο, πιο αποτελεσµατικό και πιο προηγµένο τεχνολογικά, ώστε να γίνει µια κορυφαία δύναµη µέσα στα ερχόµενα 20 χρόνια. Με έναν προϋπολογισµό που έχει εκτιναχθεί στα ύψη την τελευταία δεκαετία, φθάνοντας έως και τα 300 δισ. δολ., οι Ενοπλες ∆υνάµεις της Κίνας ήδη κατατάσσονται µεταξύ των κορυφαίων στον κόσµο, ιδιαίτερα σε τοµείς όπως η τεχνητή νοηµοσύνη και οι βαλλιστικοί πύραυλοι κατά πλοίων. Η αλλαγή ξεκίνησε το 2012, όταν ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ ανέβηκε στην εξουσία.
Το κινεζικό Ναυτικό, σύµφωνα και µε εκτιµήσεις του Αµερικανικού Αρχηγείου Ενόπλων ∆υνάµεων, έχει γίνει η κυρίαρχη δύναµη στις κοντινές θάλασσες της Κίνας και πλέον αναπτύσσει τις δυνάµεις του σε µεγαλύτερες αποστάσεις. Οι προτεραιότητές του είναι η κατασκευή περισσότερων πυρηνικών υποβρυχίων και αεροπλανοφόρων. Η Κίνα έχει δύο αεροπλανοφόρα, σε σύγκριση µε τα έντεκα των Ηνωµένων Πολιτειών, και κατασκευάζει άλλα τέσσερα. Ενα τρίτο αεροπλανοφόρο αναµένεται να έχει τεθεί σε λειτουργία έως το τέλος του 2023. Το Πολεµικό Ναυτικό των ΗΠΑ προβλέπει ότι µεταξύ 2022 και 2040 ο συνολικός αριθµός των πλοίων του κινεζικού Πολεµικού Ναυτικού θα αυξηθεί σχεδόν κατά 50%.
Αυτά περιλαµβάνουν αεροµεταφερόµενα συστήµατα προειδοποίησης και ελέγχου, βοµβαρδιστικά και µη επανδρωµένα εναέρια οχήµατα. Η Πολεµική Αεροπορία διαθέτει επίσης µια συλλογή αεροσκαφών stealth, συµπεριλαµβανοµένων των µαχητικών J-20. Η RAND Corporation υπολόγισε ότι περίπου τα δύο τρίτα των µαχητικών και βοµβαρδιστικών της Κίνας είναι 4ης και 5ης γενιάς. Μεγάλη σηµασία έχει δοθεί επίσης στις πυραυλικές δυνάµεις.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η κινεζική κυβέρνηση έχει επενδύσει πολλά σε κρατικές και ιδιωτικές αµυντικές εταιρείες. Ο πρόεδρος Σι έχει πιέσει για µείωση των «φραγµών» µεταξύ των δύο, δίνοντας έµφαση σε αυτό που αποκαλεί «στρατιωτική-πολιτική σύντηξη». Πολλές εταιρείες έχουν σφυρηλατήσει σχέσεις µε ξένες εταιρείες και πανεπιστήµια, επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν τεχνολογίες και τεχνογνωσία µε στρατιωτικές εφαρµογές.
Το αµερικανικό Πεντάγωνο, πάντως, δηλώνει ότι η κατάκτηση της Ταϊβάν είναι ο κύριος καταλύτης για τον εκσυγχρονισµό του οπλοστασίου της Κίνας. Το νησί κυβερνάται ανεξάρτητα για δεκαετίες, αλλά το Πεκίνο το βλέπει ως µέρος της χώρας του. Ο ίδιος ο πρόεδρος Σι έχει υιοθετήσει µια επιθετική προσέγγιση, λέγοντας ότι «θα νικήσω αποφασιστικά οποιονδήποτε επιχειρήσει να χωρίσει την Ταϊβάν από την Κίνα».
Αλλά δεν είναι σαφές εάν η τελική φιλοδοξία της Κίνας είναι να προβάλει την εξουσία της σε όλο τον κόσµο, όπως µπορούν να κάνουν οι Ηνωµένες Πολιτείες. Η αναλύτρια Mira Rapp-Hooper του Council of Foreign Relations δηλώνει πάντως ότι «η Κίνα απέχει ακόµη πολύ από το να γίνει µια παγκόσµια δύναµη όπως ο Στρατός των ΗΠΑ, επειδή δεν είναι ναυτική χώρα, και η προσοχή τους είναι όλη εστιασµένη στην περιοχή της Σινικής Θάλασσας».
*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 11 Μαρτίου 2023.
Όμως σε µια άλλη περιοχή του κόσµου, τη Νότια Σινική Θάλασσα, τα πράγµατα έχουν αρχίσει να εξελίσσονται ανεξέλεγκτα. Η Ταϊβάν ανησυχεί από την αυξανόµενη ένταση στην περιοχή, ιδιαίτερα έπειτα από επανειληµµένες πτήσεις στον εναέριο χώρο της από πολεµικά αεροσκάφη της Κίνας.
Οι ΗΠΑ έχουν διατυπώσει τις ανησυχίες τους για την κατάσταση, φοβούµενες ότι πιθανόν να αποτελέσει µια άλλη περιοχή ανάφλεξης µετά την Ουκρανία. Η Κίνα, πάντως, κάνει αισθητή την παρουσία της διαθέτοντας τη σιγουριά των ενισχυµένων Ενόπλων ∆υνάµεών της. Οι ∆υτικοί εµπειρογνώµονες προειδοποιούν ότι, καθώς οι Ενοπλες ∆υνάµεις της Κίνας εκσυγχρονίζονται, η τελευταία θα µπορούσε να γίνει πιο δυναµική στην περιοχή Ασίας - Ειρηνικού, εντείνοντας την πίεση στην Ταϊβάν, συνεχίζοντας τα ναυτικά γυµνάσια στην Ανατολική και τη Νότια Σινική Θάλασσα.
Η κινεζική κυβέρνηση εργάζεται για να καταστήσει τον Στρατό της ισχυρότερο, πιο αποτελεσµατικό και πιο προηγµένο τεχνολογικά, ώστε να γίνει µια κορυφαία δύναµη µέσα στα ερχόµενα 20 χρόνια. Με έναν προϋπολογισµό που έχει εκτιναχθεί στα ύψη την τελευταία δεκαετία, φθάνοντας έως και τα 300 δισ. δολ., οι Ενοπλες ∆υνάµεις της Κίνας ήδη κατατάσσονται µεταξύ των κορυφαίων στον κόσµο, ιδιαίτερα σε τοµείς όπως η τεχνητή νοηµοσύνη και οι βαλλιστικοί πύραυλοι κατά πλοίων. Η αλλαγή ξεκίνησε το 2012, όταν ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ ανέβηκε στην εξουσία.
Δέσμευση
Ο Σι ηγείται της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, του ανώτατου οργάνου λήψης αποφάσεων των Ενόπλων ∆υνάµεων, και έχει δεσµευτεί να δηµιουργήσει µια «δύναµη παγκόσµιας κλάσης», που θα µπορεί να κυριαρχήσει σε Ασία - Ειρηνικό και να «πολεµήσει και να κερδίσει» παγκόσµιους πολέµους, έως το 2049. Στόχος του είναι να µετατρέψει την Κίνα από χερσαία σε µεγάλη θαλάσσια δύναµη. Το Ναυτικό έχει επεκταθεί µε εντυπωσιακούς ρυθµούς, για να γίνει η µεγαλύτερη ναυτική δύναµη στον κόσµο από άποψη αριθµού πλοίων. Το 2017 παρήγγειλε δεκαοκτώ πλοία, ενώ το Ναυτικό των ΗΠΑ ανέθεσε πέντε. Η RAND Corporation διαπίστωσε ότι περισσότερο από το 70% του κινεζικού Ναυτικού θεωρείται πλέον σύγχρονο.Το κινεζικό Ναυτικό, σύµφωνα και µε εκτιµήσεις του Αµερικανικού Αρχηγείου Ενόπλων ∆υνάµεων, έχει γίνει η κυρίαρχη δύναµη στις κοντινές θάλασσες της Κίνας και πλέον αναπτύσσει τις δυνάµεις του σε µεγαλύτερες αποστάσεις. Οι προτεραιότητές του είναι η κατασκευή περισσότερων πυρηνικών υποβρυχίων και αεροπλανοφόρων. Η Κίνα έχει δύο αεροπλανοφόρα, σε σύγκριση µε τα έντεκα των Ηνωµένων Πολιτειών, και κατασκευάζει άλλα τέσσερα. Ενα τρίτο αεροπλανοφόρο αναµένεται να έχει τεθεί σε λειτουργία έως το τέλος του 2023. Το Πολεµικό Ναυτικό των ΗΠΑ προβλέπει ότι µεταξύ 2022 και 2040 ο συνολικός αριθµός των πλοίων του κινεζικού Πολεµικού Ναυτικού θα αυξηθεί σχεδόν κατά 50%.
Ο στόλος
Ιδιαίτερη σηµασία έχει αποδοθεί και στην αντιµετώπιση του στόλου των ΗΠΑ, µε κύριο στόχο τα αεροπλανοφόρα του. Ως αντίµετρο, έχουν προχωρήσει στην κατασκευή υπερηχητικών βληµάτων εναντίον αεροπλανοφόρων. Τα υπερηχητικά βλήµατα ταξιδεύουν µε µεγαλύτερη από πέντε φορές την ταχύτητα του ήχου και είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστούν και να αναχαιτιστούν από τις αεράµυνές τους. Η Πολεµική Αεροπορία της Κίνας έχει επίσης αυξηθεί, µε 400.000 ενεργά µέλη. Εχει αποκτήσει προηγµένο εξοπλισµό, που πολλοί θεωρούν ότι έχει προκύψει από αντιγραφή κλεµµένων σχεδίων των ΗΠΑ.Αυτά περιλαµβάνουν αεροµεταφερόµενα συστήµατα προειδοποίησης και ελέγχου, βοµβαρδιστικά και µη επανδρωµένα εναέρια οχήµατα. Η Πολεµική Αεροπορία διαθέτει επίσης µια συλλογή αεροσκαφών stealth, συµπεριλαµβανοµένων των µαχητικών J-20. Η RAND Corporation υπολόγισε ότι περίπου τα δύο τρίτα των µαχητικών και βοµβαρδιστικών της Κίνας είναι 4ης και 5ης γενιάς. Μεγάλη σηµασία έχει δοθεί επίσης στις πυραυλικές δυνάµεις.
Πυρηνικά
Η Κίνα αύξησε σταθερά το πυρηνικό της οπλοστάσιο. Υπολογίζεται ότι είχε 290-300 κεφαλές και εκσυγχρόνισε τις δυνατότητές της, συµπεριλαµβανοµένης της ανάπτυξης βαλλιστικών πυραύλων κατά πλοίων, που θα µπορούσαν να στοχεύουν πολεµικά πλοία των ΗΠΑ στον ∆υτικό Ειρηνικό. Η Κίνα φέρεται να διαθέτει τους περισσότερους βαλλιστικούς πυραύλους µεσαίας εµβέλειας και πυραύλους Κρουζ. Τον µεγαλύτερο ρόλο, βέβαια, στην ανάπτυξη και την άνθηση των κινεζικών Ενόπλων ∆υνάµεων παίζει η εγχώρια αµυντική βιοµηχανία.Τις τελευταίες δεκαετίες, η κινεζική κυβέρνηση έχει επενδύσει πολλά σε κρατικές και ιδιωτικές αµυντικές εταιρείες. Ο πρόεδρος Σι έχει πιέσει για µείωση των «φραγµών» µεταξύ των δύο, δίνοντας έµφαση σε αυτό που αποκαλεί «στρατιωτική-πολιτική σύντηξη». Πολλές εταιρείες έχουν σφυρηλατήσει σχέσεις µε ξένες εταιρείες και πανεπιστήµια, επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν τεχνολογίες και τεχνογνωσία µε στρατιωτικές εφαρµογές.
Το αµερικανικό Πεντάγωνο, πάντως, δηλώνει ότι η κατάκτηση της Ταϊβάν είναι ο κύριος καταλύτης για τον εκσυγχρονισµό του οπλοστασίου της Κίνας. Το νησί κυβερνάται ανεξάρτητα για δεκαετίες, αλλά το Πεκίνο το βλέπει ως µέρος της χώρας του. Ο ίδιος ο πρόεδρος Σι έχει υιοθετήσει µια επιθετική προσέγγιση, λέγοντας ότι «θα νικήσω αποφασιστικά οποιονδήποτε επιχειρήσει να χωρίσει την Ταϊβάν από την Κίνα».
Επιφυλακή
Οι γείτονες της Κίνας είναι επίσης σε επιφυλακή. Το 2020, το υπουργείο Αµυνας της Ιαπωνίας αναγνώρισε την Κίνα ως τη µεγαλύτερη απειλή για την εθνική ασφάλεια της χώρας και αγόρασε 200 πυραύλους Κρουζ από την Αµερική για την ασφάλειά της. Η Ταϊβάν, η οποία έχει αυξήσει τις αγορές όπλων των ΗΠΑ, συµπεριλαµβανοµένων των µαχητικών F-16, υποθέτει ότι οι Ηνωµένες Πολιτείες θα την υπερασπιστούν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι η Κίνα θέλει να είναι η κυρίαρχη στρατιωτική δύναµη σε Ασία - Ειρηνικό, ικανή να αποτρέψει και, εάν χρειαστεί, να νικήσει τις Ηνωµένες Πολιτείες σε µια µελλοντική σύγκρουση.Αλλά δεν είναι σαφές εάν η τελική φιλοδοξία της Κίνας είναι να προβάλει την εξουσία της σε όλο τον κόσµο, όπως µπορούν να κάνουν οι Ηνωµένες Πολιτείες. Η αναλύτρια Mira Rapp-Hooper του Council of Foreign Relations δηλώνει πάντως ότι «η Κίνα απέχει ακόµη πολύ από το να γίνει µια παγκόσµια δύναµη όπως ο Στρατός των ΗΠΑ, επειδή δεν είναι ναυτική χώρα, και η προσοχή τους είναι όλη εστιασµένη στην περιοχή της Σινικής Θάλασσας».
*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 11 Μαρτίου 2023.