«Oι υποστηρικτές των εγκληµάτων πολέµου θα είναι υπεύθυνοι, εάν η κατάσταση ξεφύγει από τον έλεγχο», οι συνέπειες θα είναι σκληρές, εάν συνεχιστούν οι επιθέσεις στη Γάζα, και όσοι εγκρίνουν αυτόν τον πόλεµο, «αυτά τα εγκλήµατα», θα πληρώσουν βαρύ τίµηµα, δήλωσε ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Χοσεΐν Αµιραµπντολαχιάν, στη συνάντησή του, την Τετάρτη στην Αγκυρα, µε τον Τούρκο οµόλογό του, Χακάν Φιντάν.

Η δήλωση αυτή µπορεί να διαβαστεί ως διαπίστωση ή ως απειλή. Η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Τουρκίας (που αρχικά είχε κρατήσει αποστάσεις, αλλά τάσσεται πλέον υπέρ της πλευράς της «Χαµάς») και του Ιράν -πίσω από το οποίο οι ΗΠΑ βλέπουν τον υπ’ αριθµόν ένα υποκινητή της νέας επίθεσης της «Χαµάς» σε βάρος του Ισραήλ- δείχνει πως πάει να διαµορφωθεί µια νέα ισορροπία στον άξονα των δυνάµεων που εναντιώνονται στη στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ στην επίθεση της «Χαµάς».

Επί σειρά ετών το Ιράν εξοπλίζει και υποστηρίζει µια σειρά κινηµάτων, µε στόχο την αποσταθεροποίηση των γεωστρατηγικών συµφερόντων ΗΠΑ, Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ στη Μέση Ανατολή. Η απόφαση της σουνιτικής Τουρκίας να συστρατευθεί µε το σιιτικό Ιράν στον δικό του «άξονα» µπορεί να διαβαστεί ως αντίδραση στην εσωτερική πίεση που ασκείται σε όλα τα αραβικά κράτη αυτή τη στιγµή, ως συνέπεια των δεινών στα οποία υποβάλλονται οι άµαχοι Παλαιστίνιοι – τους 8.796 είχαν φτάσει συνολικά οι νεκροί την Πέµπτη, αν δεχθούµε τους αριθµούς του υπουργείου Υγείας της Γάζας, µεταξύ αυτών 3.648 παιδιά.

Ευκαιρία

Μπορεί να διαβαστεί και ως ευκαιρία για την Τεχεράνη, που διατηρεί στενούς δεσµούς µε τη Μόσχα, να ισχυροποιήσει τη δική της τάξη πραγµάτων. Σε κάθε περίπτωση, την Τετάρτη ο υπουργός Εξωτερικών της γείτονος, Χακάν Φιντάν, βρέθηκε να «κουνά το δάχτυλο» στην Ε.Ε., λέγοντας πως «δεν µπορεί να υπάρχει ξεχωριστό πρότυπο για την Ουκρανία και ξεχωριστό πρότυπο για την Παλαιστίνη. Αν θέλουµε έναν δίκαιο κόσµο, πρέπει πάντα να ενεργούµε µε αρχές κασυνέπεια» και κατηγορώντας τη ∆ύση ότι έχει χάσει πλέον την ηθική της υπεροχή σε ζητήµατα καταπίεσης των λαών.

Η κατάσταση στη Γάζα δεν µπορεί παρά να προβληµατίζει τη ∆ύση, λόγω της πληθυσµιακής ασφυξίας στη Λωρίδα της Γάζας, που καθιστά ανέφικτο τον διαχωρισµό των αµάχων, και µε δεδοµένα τα τούνελ της «Χαµάς» κάτω από νοσοκοµεία και το γεγονός ότι οι αεροπορικές επιδροµές της Τρίτης και της Τετάρτης στον προσφυγικό καταυλισµό της Τζαµπαλίγια, κατά τις οποίες το Ισραήλ σκότωσε δύο στρατιωτικούς διοικητές της «Χαµάς», χαρακτηρίστηκαν από τον ύπατο αρµοστή του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώµατα επιθέσεις που «µπορεί να αποτελούν εγκλήµατα πολέµου». O Αµερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, αιφνιδιασµένος από έναν ραβίνο που κάλεσε σε εκεχειρία στη διάρκεια συγκέντρωσης, δήλωσε πως τάσσεται υπέρ της «παύσης» των εχθροπραξιών, δηµιουργώντας εύλογα σύγχυση.

Βούτυρο στο ψωμί

Τα δεδοµένα του πολέµου γίνονται, επί του παρόντος, «βούτυρο στο ψωµί» του άξονα της Τεχεράνης, µε τον οποίο εν πολλοίς συντάσσεται και η Τουρκία. Η «∆ύναµη Κουντς» του Ιράν, το ένα από τα πέντε σκέλη των «Φρουρών της Επανάστασης», που, σύµφωνα µε δηµοσίευµα της «Wall Street Journal», είχε εκπαιδεύσει, πριν από την 7η Οκτωβρίου, περίπου 500 µαχητές της «Χαµάς» και της «Ισλαµικής Τζιχάντ», βρίσκεται στο επίκεντρο της προσπάθειας του Ιράν, από την εποχή της Ισλαµικής Επανάστασης, να προσφέρει όπλα και εκπαίδευση σε µια σειρά οµάδων σε όλη τη Μέση Ανατολή, διαµορφώνοντας έναν άξονα (της αντίδρασης, κατά τους ίδιους, της τζιχάντ, κατά τη ∆ύση). Σιιτικές οµάδες στο Ιράκ, τον Λίβανο και τα Εµιράτα ήταν η στόχευση του Ιράν τα πρώταχρόνια και οι κυρώσεις των ΗΠΑ, από το 1984 µέχρι σήµερα, δεν κατάφεραν να περιορίσουν αυτή την επιρροή. Το 2020, το Στέιτ Ντιπάρτµεντ εκτιµούσε ότι το Ιράν τροφοδοτούσε µε 700 εκατ. δολάρια τον χρόνο τη λιβανέζικη «Χεζµπολάχ», ενώ φερόταν να χρηµατοδοτεί µε τουλάχιστον 100 εκατ. δολάρια ετησίως τις «Χαµάς» και «Ισλαµική Τζιχάντ».

Οι προσπάθειες αποσταθεροποίησης δεν απέδωσαν εντός της Σαουδικής Αραβίας και του Μπαχρέιν, βρήκαν όµως πρόσφορο έδαφος στην Υεµένη, µε τη στήριξη των ανταρτών Χούθι, οι οποίοι δηµιουργήθηκαν κατά το πρότυπο της «Χεζµπολάχ», µε την οργάνωση να έχει µπει πλέον και στον πόλεµο του Ισραήλ µε τη «Χαµάς». Οπως έχει κάνει και η «Χεζµπολάχ», που διατηρεί ισχυρούς δεσµούς µε τη «Χαµάς» και την «Ισλαµική Τζιχάντ» και απειλεί να σύρει τον Λίβανο, που δεν έχει συνέλθει ακόµη από την οικονοµική κρίση και τα πολιτικά του δεινά, στον πόλεµο.

Στη Συρία, οι «Φρουροί της Επανάστασης» δηµιούργησαν το 2014 την «Ταξιαρχία Ζαϊναµπιγιούν» από Πακιστανούς που πολέµησαν στο πλευρό του στρατού του Ασαντ, όπως και τη «Μεραρχία Φατεµιγιούν», από Αφγανούς µαχητές Χαζάρα. Αλλωστε, το 2011, το Ιράν είχε εξοπλίσει τον συριακό Στρατό µε 80.000 στρατιώτες, ενώ η Ρωσία προσέφερε υποστήριξη από αέρος. Είχε, µε άλλα λόγια, το Ιράν ακολουθήσει στον συριακό πόλεµο την τακτική που είχε κρατήσει νωρίτερα και στον πόλεµο του Ιράκ, όπου δηµιούργησε την οµάδα «Κατέιµπ Χεζµπολάχ», αλλά, σε συνεργασία µε τη «Χεζµπολάχ» και τις στρατιωτικές οµάδες «Ασάιµπ Αχλ αλ Χακ», «Χαρακάτ Χεζµπολάχ αλ Νουτζάµπα», την οργάνωση «Μπαντρ» και την «Κατέιµπ Σαγιάντ αλ Σουχάντα». Χρήσιµες στη µάχη εναντίον του «Ισλαµικού Κράτους», οι οµάδες στόχευσαν αργότερα Αµερικανούς µισθοφόρους και βάσεις των ΗΠΑ. Στη Γάζα, οι σχέσεις της «Χαµάς» µε το Ιράν είχαν ψυχρανθεί το 2012, όταν η παλαιστινιακή οργάνωση αρνήθηκε να βοηθήσει το καθεστώς Ασαντ, ενώ το Ιράν διέκοψε προσωρινά τη χρηµατοδότηση, την οποία συνέχισε µετά το 2017.

Στο Μπαχρέιν, το Ιράν εκπαίδευσε τις ταξιαρχίες «Αλ Αστάρ». Στη Σαουδική Αραβία, οι «Φρουροί της Επανάστασης» είχαν από το 1987 ιδρύσει τη «Χεζµπολάχ αλ Χετζάχ», η οποία το 1996 µπήκε στη λίστα των τροµοκρατικών οργανώσεων από τις ΗΠΑ µετά την επίθεση στον Khobar Tower, που σκότωσε 19 Αµερικανούς στρατιώτες και τραυµάτισε 350. 

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 4/11