Στην εκτροπή της ισπανικής κυβέρνησης εναντίον των ιθυνόντων του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Καταλονίας, μπορεί να δει κανείς όλη την κρίση του ευρωπαϊκού χώρου συμπιεσμένη στους τοίχους του δοκιμαστικού σωλήνα. Η ίδια η επικείμενη εικόνα των Καταλανών που θα συγκρούονται με τις αστυνομικές δυνάμεις οι οποίες θα εμποδίζουν την πρόσβασή τους στις κάλπες θα είναι ένα πρωτοφανές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα θέαμα, που θα εντείνει την κρίση νομιμοποίησης των δυτικών κυβερνήσεων.

Οι προβλέψεις αυτές δεν αποκαλύπτονται σε κάποια κρυστάλλινη μπάλα· εκπορεύονται από τη στοιχειώδη λογική. Το δημοψήφισμα της Καταλονίας είναι η πολλοστή φορά που οι πολίτες της Ένωσης θα κινηθούν κόντρα στη βούληση των θεματοφυλάκων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Είναι η πρώτη φορά, όμως, που η «απλή» ρητορική τρομοκρατία αναβαθμίζεται σε έμπρακτη καταστολή.

«Μία πράξη ανυπακοής που δεν θα ανεχθούμε» χαρακτήρισε τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ο Μαριάνο Ραχόι, εμφανώς ζαλισμένος από την περσινή επανεκλογή του. Κατασχέσεις ψηφοδελτίων, κατεβάσματα ιστοσελίδων, συλλήψεις πολιτικών προσώπων είναι πρακτικές που μόνο στα πλέον ανελεύθερα καθεστώτα μπορούν να εμφανιστούν, παρότι εδώ κατάγονται από έναν οξύ πανικό ενάντια στις επιπτώσεις της απόσχισης στο ΑΕΠ της Ισπανίας και στο γόητρο της χώρας στη διεθνή σκηνή.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ιστορικές αφετηρίες του καταλανικού εθνικισμού και η βούληση για δημοκρατία είναι τα μόνα κριτήρια υπέρ ή κατά της απόσχισης. Αν όχι για τους αυτονομιστές, τουλάχιστον για τους υποστηρικτές του Ραχόι, μεγαλύτερο είναι πια το βάρος της συμπερίληψης της Ισπανίας μεταξύ των PIIGS, των χωρών του ευρωπαϊκού νότου που παρέα με την Ιρλανδία υπέστησαν με διαφορετική δριμύτητα την επιμονή της ευρωπαϊκής πολιτικής στη λιτότητα.

Τα προνόμια των αυτονομιστών δεν θα είναι μεγάλα και η «φύρα» απ’ το ΑΕΠ της Ισπανίας σε περίπτωση αυτονόμησης δεν θα είναι συντριπτική. Η Καταλονία έχει το 15% του πληθυσμού της Ισπανίας και το 20% του ΑΕΠ της. Το γεγονός ότι αυτό το παραπανίσιο 5% του παραγόμενου πλούτου μπορεί να εξάπτει τέτοια πολιτικά πάθη, είναι ενδεικτικό των επικίνδυνων αδιεξόδων στα οποία έχει περιέλθει η Ήπειρος ύστερα από τη χρεοκοπία των πιο κοινωνικά δίκαιων εναλλακτικών, πέραν της λιτότητας και του εθνικισμού – ρευμάτων όχι πάντα διακριτών και ασυμβίβαστων.

Για τους αυτονομιστές, η λύση για την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής είναι η απόσπαση αυτού του παραπανίσιου 5% και η απόδοσή του αυστηρά στους Καταλανούς. Για τους υποστηρικτές της κεντρικής κυβέρνησης, πρέπει να αποδίδεται στο βωμό της εθνικής και ευρωπαϊκής ταυτότητας για τη συντήρηση και διάσωσή τους.

Ο μεν ένας «εθνικισμός» -αν και στην περίπτωση της Καταλονίας, θέλει προσοχή η χρήση του όρου- ζητάει να αποσχιστεί από μία οικονομική κοινότητα που έχει απολέσει την ποσότητα και ποιότητα κοινωνικής δικαιοσύνης που είναι κατ’ ελάχιστον αναγκαία για τη συνοχή της. Ο δε συγκεντρωτισμός της ισπανικής κυβέρνησης επιχειρεί δια της «σιδερένιας χείρας» του να θάψει το υφέρπον αίτημα του επιπέδου ζωής που παρέχει κάτω απ’ το χαλάκι. Θυμίζει αναπόφευκτα τον τρόπο με τον οποίο οι Βρετανοί πολίτες πήραν θέση υπέρ ή κατά της αποχώρησης από την ΕΕ πέρυσι.

Απλά σε έναν απ’ τους αδύναμους κρίκους της Ένωσης που κρύβει έναν εσωτερικό προνομιούχο εταίρο, το επικίνδυνο αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει το ιδεολογικό φάσμα και το θεσμικό περιβάλλον του 21ου αιώνα, φαίνεται ακόμα πιο καθαρά.