Τεταμένες παραμένουν οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας
Έναν χρόνο μετά την εκλογή του Τραμπ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ διατεινόταν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ότι θα συμφιλιώσει τις ΗΠΑ με τη Ρωσία, όμως έπειτα από έναν χρόνο κλίμα Ψυχρού Πολέμου επικρατεί στις διμερείς σχέσεις.
Παρά τις υποσχέσεις του Αμερικανού προέδρου, τις οποίες ακολούθησε ο διορισμός του Ρεξ Τίλερσον, που φέρεται να έχει προσωπική σχέση με τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, στη θέση του υπουργού Εξωτερικών, οι βασικές διαφωνίες παραμένουν, με τη Μόσχα και την Ουάσινγκτον να ανταλλάσσουν καθημερινά επικριτικά σχόλια και απειλές.
«Είμαστε αντιμέτωποι με ένα παράδοξο: οι ηγέτες των δύο χωρών έχουν δηλώσει ότι επιθυμούν να βελτιώσουν τις διμερείς σχέσεις, όμως αυτές συνεχώς επιδεινώνονται», παρατηρεί ο Βλαντίμιρ Βασιλίεφ, ερευνητής του Ινστιτούτου για τις ΗΠΑ και τον Καναδά.
Οι ρωσικές Αρχές, οι οποίες κατηγορούνται ότι ενήργησαν υπογείως για τη νίκη του Τραμπ απέναντι στην αντίπαλό του των Δημοκρατικών Χίλαρι Κλίντον, παρουσιάζουν τον ένοικο του Λευκού Οίκου ως όμηρο των εσωτερικών πολιτικών διαμαχών στην Ουάσινγκτον και τηρούν στάση αναμονής μέχρις ότου κοπάσει η καταιγίδα με την έρευνα για τη ρωσική ανάμειξη στις προεδρικές εκλογές.
«Οι ρωσο-αμερικανικές σχέσεις αξίζουν περισσότερα, οι λαοί μας αξίζουν περισσότερα», δήλωσε η Μαρία Ζαχάροβα, εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών. «Η Ρωσία πάντα τασσόταν υπέρ της ενίσχυσης των διμερών σχέσεων, όποιος κι αν είναι πρόεδρος των ΗΠΑ».
Τα τελευταία χρόνια η ένταση δεν έχει σταματήσει να οξύνεται μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον για πολλά διεθνή ζητήματα, όπως η Ουκρανία, η Συρία και το Ιράν.
Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία το 2014, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά τον πόλεμο στην ανατολική Ουκρανία, οι ΗΠΑ υιοθέτησαν πιο αυστηρές κυρώσεις εναντίον της Μόσχας.
Η πρώτη χρονιά της διακυβέρνησης Τραμπ σημαδεύτηκε από μια σειρά νέων κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας, αλλά και από τις απελάσεις διπλωματών εκατέρωθεν.
Καθημερινά το Κρεμλίνο αναγκάζεται να σχολιάσει τις ειδήσεις που προκύπτουν σε σχέση με την έρευνα που διεξάγεται στις ΗΠΑ για τη φερόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές.
Η Ζαχάροβα έχει καταγγείλει «την αντιρωσική υστερία» «από ανθρώπους που έπαιζαν το αντιρωσικό χαρτί στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας της Χίλαρι Κλίντον (…) και δεν αποδέχθηκαν την ήττα της υποψηφίου τους».
«Είχαν ανάγκη να βρουν έναν εξωτερικό παράγοντα για να εξηγήσουν τη δική τους αποτυχία» τόνισε, διαψεύδοντας ότι η Μόσχα έπαιξε οποιονδήποτε ρόλο στη νίκη του Τραμπ. «Είναι ο Αμερικανός πρόεδρος, εκλεγμένος από τον αμερικανικό λαό».
Και στα μεγάλα διεθνή θέματα οι διαφωνίες παραμένουν.
Στη διάρκεια της ετήσιας συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε τη Δευτέρα ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, επιτέθηκε στην Ουάσινγκτον για όλα τα θέματα που απασχόλησαν τη διεθνή κοινότητα τον προηγούμενο χρόνο: «Οι ενέργειες της τρέχουσας κυβέρνησης δυστυχώς ακολουθούν τη γραμμή της κυβέρνησης Ομπάμα, παρά τις δηλώσεις Τραμπ στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Σε κάποιους τομείς ασκεί μεγαλύτερες πιέσεις».
Στη Συρία, παρά τον κοινό στόχο της εξάλειψης των τζιχαντιστών, οι Δυτικοί κατηγορούν τη Ρωσία ότι κυρίως στηρίζει στρατιωτικά τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ. Από την πλευρά του ο ρωσικός στρατός κατηγορεί την Ουάσινγκτον ότι στηρίζει το συριακό παρακλάδι της αλ Κάιντα, ενισχύοντάς το απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος για να δημιουργήσει αντίβαρο.
Στην Ουκρανία η κυβέρνηση Τραμπ όχι μόνο εξακολουθεί να κατηγορεί τη Ρωσία ότι στηρίζει στρατιωτικά τους φιλορώσους αυτονομιστές αντάρτες στα ανατολικά, αλλά ανακοίνωσε την πρόθεσή της να ενισχύσει τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο.
Αν και δεν αναφέρθηκε προσωπικά στον Τραμπ, η Μόσχα επέκρινε έντονα δύο σημαντικές αποφάσεις της εξωτερικής του πολιτικής: την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ και την αμφισβήτηση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Αφού κατηγόρησε στα τέλη του 2016 την κυβέρνηση Ομπάμα ότι «κατέστρεψε σκοπίμως τις ρωσο-αμερικανικές σχέσεις», η Μόσχα είχε «μεγάλες προσδοκίες» από την εκλογή Τραμπ, παραδέχεται ο Ιβάν Κουρίλα, ερευνητής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης.
«Η ρωσική ελίτ εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο Τραμπ δεν επιθυμεί πλήρη σύγκρουση και εξακολουθεί να ελπίζει σε βελτίωση» των διμερών σχέσεων, επισημαίνει. «Αν όχι φέτος, τότε την επόμενη χρονιά».
Πηγή: AΠΕ