Μάχη επιβίωσης για τον Ερντογάν
Οι παράμετροι της οικονομικής κρίσης, οι «νάρκες» στον δανεισμό και τα consensus του «παλαιού πλούτου» με την Ανατολία
Εάν τυχαίνει να είστε τουρίστας στην Τουρκία τις τελευταίες εβδοµάδες, είστε τυχερός. ∆εν ισχύει φυσικά το ίδιο για τον γειτονικό λαό. Η τουρκική λίρα έχει χάσει το ένα τρίτο της αξίας της σε σχέση µε το δολάριο ΗΠΑ σε λιγότερο από έναν µήνα και κατά το ήµισυ από την αρχή του χρόνου, πέφτοντας σε ιστορικά χαµηλά επίπεδα, µε αποτέλεσµα να ενισχυθεί η αγοραστική δύναµη όσων κατέχουν συνάλλαγµα σε ισχυρό νόµισµα. Προτού επιχειρηθεί οποιαδήποτε σκιαγράφηση της κρίσης, θα πρέπει να επισηµανθεί η συγκυρία εντός της οποίας εξελίσσεται αυτή:
Πρώτον, λαµβάνει χώρα σε µία ιστορική καµπή για την ίδια την Τουρκία, η οποία βλέπει πλέον ως ιστορική αναγκαιότητα τη µετατόπιση του γεωπολιτικού της προσανατολισµού από τη ∆ύση στην Ανατολή. Η ισχυρή Τουρκία που οραµατίζεται ο πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν βρίσκεται στην Ευρώπη, αλλά «κοιτάει» στον πάλαι ποτέ ζωτικό χώρο της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας: στη Μέση Ανατολή, στον ισλαµικό κόσµο, στη Βόρεια Αφρική και στις αγορές της Ασίας. ∆εύτερο στοιχείο της ιδιότυπης αυτής συγκυρίας είναι η δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν µε τις αποκαλύψεις για εµπλοκή κυβερνητικών στελεχών, αλλά και της ίδιας της οικογένειάς του σε οικονοµικά σκάνδαλα. Το γεγονός αυτό τον καθιστά απρόβλεπτο και εξηγεί τη σφοδρότητα µε την οποία δίνει τη µάχη για την επιβίωσή του.
Ενα τρίτο στοιχείο, το οποίο πρέπει να επισηµανθεί, είναι το γεγονός ότι η κρίση δεν είναι αµιγώς οικονοµική. Η πολιτική αστάθεια επιδεινώνει την έλλειψη εµπιστοσύνης στην οικονοµία (και αντιστρόφως). Πρόκειται για µία χώρα που βρίσκεται σε ανοικτή αντιπαράθεση µε µία υπερδύναµη, τις ΗΠΑ, αντιµέτωπη µε πολεµικά µέτωπα σε Συρία και Ιράκ, διατηρεί κατοχικό στρατό στην Κύπρο και τη Συρία, έχει την κουρδική εξέγερση στο εσωτερικό και βρίσκεται αντιµέτωπη µε ένα δεύτερο εσωτερικό µέτωπο µε τους γκιουλενιστές, που έφτασε σε ανοικτή εµφύλια σύρραξη κατά την απόπειρα πραξικοπήµατος το 2016. Την πολιτική αστάθεια επιδεινώνει και η θεσµική αναδιάρθρωση που επιχειρεί ο Ερντογάν προκειµένου να εγκαθιδρύσει την απολυταρχία του - την οποία ο ίδιος πάντως θεωρεί εγγύηση θεσµικής σταθερότητας σε βάθος χρόνου.
Οι κίνδυνοι
Αποφασιστικής σηµασίας για να περιοριστεί η έκταση της πίεσης που υφίσταται σήµερα η τουρκική οικονοµία είναι η νοµισµατική πολιτική. Κι αυτό επειδή οι βασικές αδυναµίες της τουρκικής οικονοµίας εντοπίζονται:
1. Στο έλλειµµα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
2. Στην εξάρτηση από τις ξένες επενδύσεις.
3. Στον εξωτερικό δανεισµό, που εκτοξεύτηκε τα χρόνια διακυβέρνησης Ερντογάν, από περίπου 130 δισ. δολάρια το 2002 στα 295 δισ. δολάρια λίγο πριν από τις εκλογές της 24ης Ιουνίου.
4. Στον δανεισµό των επιχειρήσεων µε ξένο νόµισµα. Εκτιµάται ότι ο ιδιωτικός δανεισµός ανέρχεται στα 250 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 140 δισ. σε ξένες τράπεζες. Υπολογίζεται επίσης ότι οι τουρκικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εξυπηρετήσουν µέχρι τον Μάιο του 2019 υποχρεώσεις ύψους περίπου 50 δισ. δολαρίων.
5. Στο κόστος δανεισµού από τις διεθνείς αγορές σε επίπεδα του 20%, που κινδυνεύει, αργά ή γρήγορα, να γίνει απαγορευτικό.
6. Στην άνοδο του πληθωρισµού στα επίπεδα του 15%.
Στα προβλήµατα αυτά θα πρέπει να προστεθούν οι πολιτικές παρεµβάσεις του ίδιου του Ερντογάν στην τουρκική Κεντρική Τράπεζα, προκειµένου να διατηρήσει σε χαµηλά επίπεδα τα επιτόκια και να εξυπηρετηθεί ο στόχος των υψηλών ρυθµών ανάπτυξης. Κατέγραψε 7,4% το 2017, ενώ από το 2003, που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Ερντογάν, η οικονοµία εκτινάχθηκε κατά 74%. Ωστόσο, θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ η ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας για να αποκατασταθεί η εµπιστοσύνη των διεθνών αγορών, γεγονός που επισήµανε χωρίς περιστροφές ο Γενς Βάιντµαν, υπό τον προφανή κίνδυνο διάχυσης της τουρκικής κρίσης. Στην ευρωζώνη, εκτεθειµένες στην τουρκική κρίση είναι οι ισπανικές τράπεζες, η ιταλική Unicredit, αλλά και στο Παρίσι και το Βερολίνο το τελευταίο που θα ήθελαν ήταν να αντιµετωπίσουν αναταράξεις στον τραπεζικό τοµέα εξαιτίας της Τουρκίας.
Εξ ου και οι πυροσβεστικές δηλώσεις Γάλλων και Γερµανών υπέρ της αποκατάστασης της σταθερότητας στην τουρκική οικονοµία και οι παραινέσεις για εξεύρεση διπλωµατικής λύσης στην αντιπαράθεση Τραµπ - Ερντογάν.
Η «Αχίλλειος πτέρνα»
Η παράταση, πάντως, της οικονοµικής κρίσης απειλεί να επιφέρει θανάσιµο πλήγµα στην «αχίλλειο πτέρνα» του Ερντογάν. Το ιστορικό ίσως επίτευγµά του είναι η κοινωνική συµµαχία του τουρκικού κεφαλαίου -του παλαιού και του νέου της Ανατολίας- µε τα ανερχόµενα µεσαία στρώµατα, σε µία προοπτική καλπάζουσας οικονοµικής ανάπτυξης. Πάνω σε αυτό το κοινωνικό συµβόλαιο στηρίχθηκε η µοναδική στην τουρκική Ιστορία πολιτική και κοινωνική µεταµόρφωση της χώρας, µε κυρίαρχο στοιχείο την αποδόµηση του κεµαλισµού.
Η όποια ρωγµή σε αυτή την ετερόκλητη κοινωνική βάση απειλεί ευθέως την πολιτική επιβίωση του ίδιου του Ερντογάν, γεγονός που προφανώς έχει γίνει αντιληπτό από την Ουάσινγκτον. Γι’ αυτό και η εµµονική επίκληση του πατριωτισµού των Τούρκων από τον Ερντογάν. Οι αντιαµερικανικές κορώνες και τα περί «νέου πολέµου ανεξαρτησίας» προφανώς δεν αποτελούν µέσα αντιµετώπισης της οικονοµικής κρίσης. Αποτελούν όµως µία απέλπιδα προσπάθεια του Τούρκου προέδρου να διατηρήσει συσπειρωµένο το ακροατήριό του.