Bρετανία: Το «κεφάλι» της Μέι ζητούν και οι συγκυβερνώντες του DUP
Αντιστέκεται η πρωθυπουργός και πετά το μπαλάκι στους βουλευτές
Μπορεί η Τερέζα Μέι, που πέρασε την Πέμπτη τη δυσκολότερη (μέχρι την επόμενη) μέρα στην πολιτική της σταδιοδρομία, να δηλώνει αποφασισμένη να περάσει από τη Βουλή τη συμφωνία για το Brexit, ωστόσο, τα εμπόδια δεν έχουν τέλος.
Οι συγκυβερνώντες του DUP, το συντηρητικό κόμμα της Βορείου Ιρλανδίας, απειλούν να καταψηφίσουν τη συμφωνία, εφόσον παραμένει στην πρωθυπουργία η ίδια. Την είδηση έχει η συντηρητική εφημερίδα Telegraph, επικαλούμενη πηγές κοντά στην αρχηγό του κόμματος, Αρλίν Φόστερ.
Υπενθυμίζεται ότι το DUP προσφέρθηκε να στηρίξει τους Συντηρητικούς μετά τις εκλογές του 2017, όταν έχασαν την αυτοδυναμία στη Βουλή των Κοινοτήτων. Διαθέτουν αυτή τη στιγμή 9 έδρες και σε συνδυασμό με τις 317 των Συντηρητικών, ελέγχουν οριακά το Σώμα.
Ωστόσο, η «αριθμητική» των εδρών δεν παίζει πλέον κανένα ρόλο, δεδομένου ότι στις τάξεις των Συντηρητικών λίγοι είναι αυτοί που εκδηλώθηκαν υπέρ της συμφωνίας, τουλάχιστον σε αυτό το πρώτο επίπεδο. Η πρωθυπουργός έχασε ήδη τέσσερις υπουργούς και, μεταξύ άλλων, αναζητεί υπουργό αρμόδιο για το Brexit, τον τρίτο από τότε που ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες.
Μετά από μία θυελλώδη συνεδρίαση της Βουλής των Κοινοτήτων, την Πέμπτη, η Τερέζα Μέι εμφανίστηκε στις τηλεοπτικές κάμερες για να ξεκαθαρίζει ότι το «διαζύγιο» που πέτυχε με τις Βρυξέλλες, είναι η καλύτερη δυνατή συμφωνία και ότι η μόνη εναλλακτική είναι ένα άτακτο Brexit με συνέπειες που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Αυτό ουσιαστικά είναι και το τελευταίο της χαρτί: Η αβεβαιότητα που θα προκαλέσει στο Ηνωμένο Βασίλειο το να μην επικυρωθεί τελικά ούτε καν αυτή η συμφωνία και ενώ ο Μάρτιος του 2019 (για την αποχώρηση) είναι κοντά. Ουσιαστικά μεταφέρει την πίεση της ευθύνης για την επόμενη μέρα στους βουλευτές.
Στη διάρκεια του τηλεοπτικού της διαγγέλματος η πρωθυπουργός, αφού εξέφρασε τη λύπη για τις αποχωρήσεις των υπουργών, έσπευσε να υπενθυμίσει τα οφέλη της συμφωνίας: «Πλήρης έλεγχος των συνόρων μας, θέτοντας τέλος στην ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων. Πλήρη έλεγχο των χρημάτων μας, ώστε μόνοι μας να αποφασίζουμε πώς να τα ξοδέψουμε σε προτεραιότητες όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS). Πλήρη έλεγχο των νόμων μας με τον τερματισμό της δικαιοδοσίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έξοδο από την κοινή γεωργική πολιτική και την κοινή αλιευτική πολιτική για πάντα. Αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός.»
Το μεγαλύτερο «αγκάθι» στη συμφωνία του Brexit αποδείχθηκε ο χειρισμός της Βορείου Ιρλανδίας. Τόσο το Λονδίνο όσο και οι Βρυξέλλες (από κοντά ασφαλώς και το Δουβλίνο) είχαν από την αρχή συμφωνήσει ότι δεν πρέπει να μπουν σύνορα στην Ιρλανδία. Δεν είναι μόνο οι εμπορικές, οικονομικές και προσωπικές σχέσεις Ιρλανδών και Βορειοϊρλανδών, είναι και η ίδια η ειρήνη στη Βόρειο Ιρλανδία που με κόπο εξασφαλίστηκε πριν από 20 χρόνια με τη Συμφωνία Ειρήνης, γνωστή ως Good Friday Agreement.
Ωστόσο, η συμφωνία για να μην μπουν «σκληρά σύνορα» ουσιαστικά εγκλωβίζει το Ηνωμένο Βασίλειο σε μια μορφή τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ για απροσδιόριστο ενδεχομένως χρονικό διάστημα και σε κάθε περίπτωση έως το τέλος του 2020.
Αυτό είπε στην επιστολή παραίτησής του ο αρμόδιος υπουργός Brexit Ντόμινικ Ράαμπ (είχε διαδεχθεί μόλις το καλοκαίρι του 2018 τον πρώτο υπουργό Brexit, Ντέιβιντ Ντέιβις): «Πρέπει να παραιτηθώ. Αντιλαμβάνομαι ότι επιλέξατε (σ.σ. αναφερόμενος στην Μέι) να υλοποιήσετε τη συμφωνία με την ΕΕ και δέχομαι τις διαφορετικές απόψεις που εκφράστηκαν καλόπιστα από τους συναδέλφους μας. Από την πλευρά μου δεν μπορώ να δεχθώ τη συμφωνία για δύο λόγους: Πρώτον, εκτιμώ ότι το καθεστώς που προτείνεται για τη Βόρειο Ιρλανδία αποτελεί απειλή για την ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου. Δεύτερον, δεν μπορώ να δεχθώ μια αόριστη σε διάρκεια ρύθμιση, όπου η ΕΕ θα διατηρεί το βέτο στο δικαίωμά μας να αποχωρήσουμε από τη ρύθμιση.»
Ένα ακόμα πρόβλημα για την πρωθυπουργό είναι οι κινήσεις που γίνονται στο παρασκήνιο για τη συγκέντρωση υπογραφών ώστε το Κοινοβούλιο να ξεκινήσει τη διαδικασία πρότασης μομφής κατά της Μέι. Σε αυτή την υπόθεση πρωτοστατεί ο βουλευτής των Συντηρητικών Τζέικομπ Ρις Μογκ, ο οποίος πρόλαβε και διάβασε τις 485 σελίδες της συμφωνίας και έστειλε την απαραίτητη επιστολή, ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία. Χρειάζονται πάντως 48 τέτοιες επιστολές, ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία.
Eν τω μεταξύ, ο νυν υπουργός Περιβάλλοντος Μάικλ Γκόουβ, φαίνεται να είναι ο επικρατέστερος για το υπουργείο Brexit μετά την παραίτηση του Ράαμπ. Εντός της ημέρας θα υπάρξουν εξελίξεις και σε αυτό το μέτωπο. Πάντως, ο πρώτος υπουργός Brexit Nτέιβιντ Ντέιβις (παραιτήθηκε το καλοκαίρι του 2018) καλεί τώρα την πρωθυπουργό να επαναδιαπραγματευτεί το «διαζύγιο». Ο ίδιος έστρεψε τα πυρά του προς την πλευρά των Βρυξελλών, ισχυριζόμενος ότι επιτήδες καθυστέρησαν τις διαπραγματεύσεις για να φτάσει το Λονδίνο σε αυτό το σημείο...
Και μια διευκρίνιση: Η περίφημη συμφωνία των 585 σελίδων αφορά το πώς (και πότε) θα απεγκλωβιστεί η Βρετανία από την ΕΕ. Όχι ποιες θα είναι οι μελλοντικές σχέσεις της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.