Τελικά ποιοι κέρδισαν (και ποιοι έχασαν) στις ισπανικές εκλογές;
Ο απολογισμός της πλέον κρίσιμης αναμέτρησης στην ΕΕ πριν τις Ευρωεκλογές.
Λέγεται ότι η ήττα είναι ορφανή και η νίκη έχει πολλούς πατέρες. Η περίπτωση των ισπανικών βουλευτικών εκλογών της 28ης Απριλίου το επιβεβαίωσε, αφού πολλοί έσπευσαν να αγκαλιάσουν και να ταυτιστούν με τους Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσεθ. Ειδικά στην Ελλάδα.
Οι ισπανικές κάλπες είχαν πολλούς νικητές και αρκετούς χαμένους.
Ο μεγάλος νικητής των εκλογών είναι χωρίς αμφιβολία ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ. Ο ίδιος περισσότερο και από το κόμμα του. Ένα κόμμα που τον έσπρωξε στην παραίτηση το 2016, προκειμένου να παραμείνει ο Μαριάνο Ραχόι του Λαϊκού Κόμματος στην πρωθυπουργία.
Το επιχείρημα τότε ήταν ότι ο Ραχόι ήταν ο μόνος που μπορούσε να γίνει πρωθυπουργός και ότι αν η χώρα πήγαινε και σε τρίτη εκλογική αναμέτρηση, οι σοσιαλιστές θα έχαναν και τη δεύτερη θέση από τους Podemos.
Ο Σάντσεθ έφυγε, παραιτήθηκε και από βουλευτής, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Διεκδίκησε και πάλι την αρχηγία του κόμματος και κέρδισε με τη στήριξη της βάσης.
Το 2018 κατέθεσε πρόταση μομφής στον Ραχόι και πήρε την πολιτική του εκδίκηση: Τον οδήγησε σε παραίτηση, αφού η πρόταση πέρασε από τη Βουλή και σύμφωνα με το ισπανικό Σύνταγμα, ο ίδιος έγινε πρωθυπουργός. Εξωκοινοβουλευτικός μάλιστα.
Στις εκλογές της Κυριακής ο Σάντσεθ έφερε ξανά στην πρώτη θέση το πάλαι ποτέ ισχυρό σοσιαλιστικό κόμμα της Ισπανίας (PSOE), ένα από τα παλαιότερα κόμματα της Ευρώπης. Το PSOE είχε να δει πρωτιά από το 2008, επί πρωθυπουργού Χοσέ Θαπατέρο. Με τον Σάντσεθ κέρδισε και τη Γερουσία, κάτι που είχε να συμβεί από το 1993.
Ουσιαστικά στην Ιβηρική Χερσόνησο, τα Σοσιαλιστικά Κόμματα (Πέδρο Σάντσεθ στην Ισπανία και Αντόνιο Κόστα στην Πορτογαλία) αρνήθηκαν τη συμμαχία με την κεντροδεξιά, λόγω της οικονομικής κρίσης, και κατάφεραν να παραμείνουν «καθαρά» στη συνείδηση των ψηφοφόρων τους.
Στην Ισπανία, ο Σάντσεθ επιβραβεύθηκε με τη νίκη σε αυτές τις εκλογές, ενώ στην Πορτογαλία, το 2015, ο Αντόνιο Κόστα αν και ήρθε δεύτερος στις εκλογές, έκανε κυβέρνηση με την ανοχή-στήριξη του ΚΚ της Πορτογαλίας και του Blogo (ο αντίστοιχος ΣΥΡΙΖΑ). Και εξακολουθεί να είναι πρώτος στις δημοσκοπήσεις εν όψει των βουλευτικών που θα γίνουν τον Οκτώβριο του 2019.
Στους νικητές των εκλογών το ακροδεξιό VOX. Η Ισπανία δεν κατάφερε να γλιτώσει την εμφάνιση της άκρας δεξιάς, φαινόμενο που παρατηρείται πλέον σε όλες τις χώρες της ΕΕ, πλούσιες και φτωχές. Το VOX εκμεταλλεύθηκε την παρουσία μεταναστών (ιδίως στην Ανδαλουσία) και μουσουλμάνων, ενώ έκανε πολύ θόρυβο με την υποδοχή πλοίων με πρόσφυγες από την Αφρική.
Επιπλέον κατήγγειλε τη συμπεριφορά των καταλανών που επιθυμούν την απόσχιση, θυμίζοντας στους ψηφοφόρους την «παλιά καλή Ισπανία του Φράνκο», όπου δεν υπήρχαν αυτόνομες περιοχές, αλλά μία ενιαία χώρα. Και κάπως έτσι έπιασε το 10%. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε μπει στη Βουλή της Ανδαλουσίας, όπου εξελίχθηκε σε κόμμα-ρυθμιστή της νέας κυβέρνησης…
Στους νικητές των εκλογών και το φιλελεύθερο κόμμα των Ciudadanos. Ίσως περνά από πολλούς απαρατήρητη η πορεία του, αλλά ξεκίνησε το 2006 ως τοπικό κόμμα της Καταλονίας (ξεκάθαρα κατά της απόσχισης) με ποσοστό 3% και έφτασε να γίνει τρίτο σε δύναμη κόμμα σε όλη τη χώρα.
Στις δε πρόσφατες εκλογές της Καταλονίας ήρθε πρώτο σε ψήφους. Με έναν νεαρό πρόεδρο, τον Άλμπερτ Ριβέρα, και καθαρό-επιθετικό πολιτικό λόγο, το κόμμα κέρδισε τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους της κεντροδεξιάς που εξοργίστηκαν από τα σκάνδαλα διαφθοράς και τη γερασμένη αντίληψη του Λαϊκού Κόμματος. Και αν ακόμα οι Ciudadanos στήριξαν την κυβέρνηση Ραχόι, το 2016, δεν πήραν υπουργεία, γλιτώνοντας έτσι τη φθορά της εξουσίας.
Στους χαμένους των εκλογών το άλλοτε πανίσχυρο Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ), που κυβέρνησε επί 15 έτη την Ισπανία με τους Χοσέ Μαρία Αθνάρ (1996-2004) και Μαριάνο Ραχόι (2011-2018). Αν και κατέβηκε με νέο (και σε ηλικία) πρόεδρο, τον Πάμπλο Κασάδο, κινήθηκε προς τα δεξιά προκειμένου να μην χάσει ψήφους από το VOX και πέτυχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: Έχασε τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, αφού έπεσε στη γνωστή παγίδα: Όταν περιστασιακά κάνεις τον ακραίο, ο ψηφοφόρος θα προτιμήσει τον αυθεντικό, στη συγκεκριμένη περίπτωση το VOX. Το ιστορικό κόμμα της ισπανικής δεξιάς θα πρέπει να κάνει τεράστιο αγώνα να ανασυγκροτηθεί, για να μην εξαφανιστεί τελείως από τον πολιτικό χάρτη.
Χαμένοι και οι Podemos του Ιγκλέσιας. Το κόμμα που το 2016 σχεδόν άγγιζε τη δεύτερη θέση, τώρα έπεσε στην τέταρτη. Λειτούργησε ασφαλώς η λογική της «χαμένης ψήφου» που τελικά οδήγησε πίσω στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, πολλούς ψηφοφόρους του. Από κοντά και οι εσωτερικές έριδες που απομάκρυναν αρκετούς από το κόμμα. Και θα είχε πέσει χαμηλότερα, αν δεν είχε συνασπιστεί με την ισπανική αριστερά. Στο ψηφοδέλτιο δεν έλεγε Podemos, αλλά Unidas Podemos.
Χαμένοι των εκλογών είναι και τα κόμματα που τάσσονται υπέρ της απόσχισης της Καταλονίας. Και αν το μεγάλο τους επιχείρημα είναι ότι έχουν με το μέρος τους την πλειοψηφία των πολιτών, στις κάλπες αυτό δεν επιβεβαιώθηκε: Τα τρία βασικά κόμματα που προπαγανδίζουν την απόσχιση άθροισαν λίγο κάτω από 40%, ενώ τα κόμματα που δεν επιθυμούν την απόσχιση κινήθηκαν στο 43%.
H αριθμητική των ψήφων
Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από τις ψήφους που έλαβε το κάθε κόμμα σε σχέση με τις εκλογές του 2016.
Στους νικητές: Οι σοσιαλιστές κέρδισαν 2 εκατομμύρια ψηφοφόρους και οι Ciudadanos με ένα εκατομμύριο ψήφους παραπάνω. Το VOX είχε μόλις 47.000 ψήφους το 2016 και έφτασε τα 2 εκατομμύρια.
Στους ηττημένους: Το Λαϊκό Κόμμα έχασε 3,6 εκατομμύρια ψήφους και οι Podemos (ως Unidas Podemos) έχασαν 1,3 εκατομμύρια ψηφοφόρους.
Σε επίπεδο συνασπισμών, η δεξιά-κεντροδεξιά-άκρα δεξιά (PP+Ciudadanos+VOX) άθροισαν ακριβώς τους ίδιους ψήφους με το 2016: 11 εκατομμύρια.
Η αριστερά-κεντροαριστερά-σοσιαλδημοκρατία (PSOE+Podemos) συγκέντρωσε 11,1 εκατομμύρια ψήφους, έναντι 10,5 εκατομμυρίων το 2016.
Οι δύο τελευταίοι νικητές
Και για να μην κλείσουμε με χαμένους, υπάρχουν και δύο ακόμα νικητές από αυτή την εκλογική διαδικασία: Η συμμετοχή στις κάλπες, που έφτασε στο ανεπανάληπτο 75% και οι δημοσκοπήσεις. Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν όπως ακριβώς το είχαν προβλέψει οι έρευνες των τελευταίων μηνών.