ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Λαμπρόπουλος (ειδικός επιστήμονας Άμυνας και Ασφάλειας) στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ: Η διπλωματία της Γερμανίας είναι παρωχημένη
Ο ειδικός επιστήμονας άμυνας και ασφάλειας, ειδικός συνεργάτης του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης, Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος, σημειώνει μιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ότι η διπλωματία που ασκεί η Γερμανία στην ελληνοτουρκική κρίση είναι παρωχημένη και ότι η αποστασιοποίηση των ΗΠΑ δυσχεραίνει την προσπάθεια του Βερολίνου να ελέγξει τον Ερντογάν.
Έχουν ενσωματώσει οι Τούρκοι στη φρασεολογία της ρητορικής τους μια χροιά προκαταβολικής ενοχοποίησης της Ελλάδας, επικοινωνιακής προπαρασκευής, για ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο;
Έχουν κλιμακώσει στο επίπεδο της ρητορικής, σε σημείο που δεν μπορούμε παρά να το πάρουμε σοβαρά. Πρόκειται για ευθεία στρατιωτική απειλή κατά της χώρας, πέραν κάθε αμφισβήτησης. Όταν μία από τις βασικές αρχές της διεθνούς θεωρίας, η λεγόμενη εξισορρόπηση των απειλών, αφορά στην εκπεφρασμένη ρητορική του αντιπάλου για μια επιθετική στρατιωτική ενέργεια, δεν μπορούμε να την αγνοήσουμε. Στη βάση του υβριδικού δόγματος, βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ιδιότυπης πολιορκίας, που είναι κομμάτι της παρατεταμένης κρίσης και στοιχείο της υβριδικής προσέγγισης. Αυτό εμπεριέχει και τη δυνητική πιθανότητα μιας στρατιωτικής ενέργειας. Δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Η δική μας αντίδραση σε αυτό;
Αυτό που κάνουμε είναι να λέμε σε όλους τους τόνους ότι θέλουμε διάλογο, ότι δεν προτιθέμεθα να μπούμε σε μια στρατιωτική αντιπαράθεση, εκτός αν παραβιαστούν οι «κόκκινες γραμμές», αλλά στο θέμα της δημόσιας διπλωματίας πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί. Η διαρκής επίκληση του διαλόγου μπορεί να εκληφθεί ως αδυναμία. Πρέπει να βρούμε τη χρυσή τομή μεταξύ του να μιλάμε για διάλογο, που πλέον έχει χάσει το νόημά του ούτως ή άλλως, χωρίς να έχουμε μια αντιμετώπιση «business as usual», σαν να μη λαμβάνουμε υπόψη αυτά που λένε ο Τούρκος πρόεδρος και οι υπόλοιποι Τούρκοι ιθύνοντες.
Οι μέχρι τώρα πρωτοβουλίες διαμεσολάβησης είναι ετεροβαρείς. Οι ίσες αποστάσεις ευνοούν τον επιτιθέμενο, εν προκειμένω την Τουρκία. Ειδικά όταν ο μεσολαβητής είναι η προεδρεύουσα χώρα της Ε.Ε
Νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα να αντιληφθούμε ότι η τωρινή γερμανική ηγεσία, της Αγκελα Μέρκελ, είναι παντελώς ακατάλληλη και πλήρως παρωχημένη για να διαχειριστεί μια μείζονα κρίση που αφορά στην Ευρώπη. Η τουρκική επιθετικότητα αφορά δύο μέλη της Ευρώπης, την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά αφορά και την Ευρώπη στο σύνολό της. Πέρα από τα συμφέροντα του Ελληνισμού, Ελλάδας - Κύπρου, θίγονται και ευρωπαϊκά συμφέροντα. Η πολιτική των ίσων αποστάσεων που κρατάει η Γερμανίδα καγκελάριος αποδεικνύει ότι λειτουργεί με γνώμονα παρωχημένες αναλύσεις, ξεπερασμένες θεωρήσεις, που στην πράξη αποδεικνύονται παντελώς έωλες.
Υπάρχει μια έκθεση του προέδρου του γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, ενός από τα μεγαλύτερα think tanks της Γερμανίας, που επικρίνει τη Μέρκελ και τη γερμανική κυβέρνηση, γιατί έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα, εξισώνουν τον δράστη με το θύμα και λειτουργούν ενάντια στα ευρωπαϊκά και στα γερμανικά συμφέροντα. Το θέτει σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, επισημαίνοντας ότι η Γαλλία πρωτοστατεί στην υπεράσπιση των ευρωπαϊκών αξιών και ότι η Γερμανία δεν πρέπει να μείνει άλλο πίσω. Έχουμε να κάνουμε με μια κοντόφθαλμη γερμανική ηγεσία, που επιμένει σε μια οικονομίστικη λογική στην εξωτερική πολιτική, η οποία δεν την οδηγεί πουθενά.
Ήδη οι δηλώσεις του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ, είναι ενδεικτικές
Υπάρχει μια διαμάχη εντός της Γερμανίας. Η Γαλλία είναι ο πιο σημαντικός εταίρος της Γερμανίας, ο έτερος πόλος στην ατμομηχανή της Ευρώπης. Όταν τεθεί ξεκάθαρα το δίλημμα «Ή με τη Γαλλία ή με την Τουρκία», εκεί πλέον η απάντηση είναι αυτονόητη υπέρ της Γαλλίας. Ο Ταγίπ Ερντογάν μέσω της υβριδικής προσέγγισης έχει αρχίσει τις προσπάθειες να αποσταθεροποιήσει και το εσωτερικό ευρωπαϊκών κρατών. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι η Γαλλία, χρησιμοποιώντας χώρες -πρώην αποικίες- όπως είναι η Αλγερία. Θα το δούμε να εντείνεται στο μέλλον αυτό, γιατί, ουσιαστικά, η Γαλλία και η Τουρκία έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα σε ένα τεράστιο γεωγραφικό εύρος.
Η Γαλλία φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται την ευρύτερη γεωπολιτική διακύβευση
Αν η Γαλλία συνεχίσει αυτή την άτεγκτη, σκληρή πολιτική έναντι της Τουρκίας, που ευνοεί τα ελληνικά συμφέροντα και το Διεθνές Δίκαιο, τελικά θα ακολουθήσουν και άλλες δυνάμεις. Μην εκπλαγείτε αν αρχίσει και η Γερμανία να κινείται εντέλει προς μια κατεύθυνση που θα ευνοήσει στο τέλος τα ελληνικά συμφέροντα. Τα προαναφερθέντα είναι ενδεικτικά.
Ο Ερντογάν έχει διαγνώσει τη ρωγμή στην Ευρώπη
Εδώ είναι και το μεγάλο πρόβλημα της τωρινής γερμανικής ηγεσίας. Τόσα χρόνια η Γερμανία βασιζόταν στις ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Τραμπ όμως έχει μία ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία, στερείται συμβατικής πολιτικής παιδείας, είναι ένας επιχειρηματίας, ο οποίος έχει μια συναλλακτική λογική. Του «ταιριάζουν» οι ηγέτες σαν τον Ερντογάν ή τον Κιμ Γιονγκ Ουν, αισθάνεται καλύτερα έχοντας απέναντι τέτοιου είδους ηγέτες απ’ ό,τι τον Μακρόν ή τη Μέρκελ. Εχει δημιουργήσει τρομακτικές αντιφάσεις στην πολιτική του Λευκού Οίκου, όσο και αν προσπαθούν το Πεντάγωνο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να τις μαζέψουν. Αυτό δυσχεραίνει τη Γερμανία, η οποία περιμένει από τις ΗΠΑ επιπρόσθετη στήριξη, προκειμένου να μπορεί να συγκρατηθεί η Τουρκία, και αυτή η στήριξη δεν υπάρχει στον βαθμό που θα ήθελε.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 12/9
Έχουν ενσωματώσει οι Τούρκοι στη φρασεολογία της ρητορικής τους μια χροιά προκαταβολικής ενοχοποίησης της Ελλάδας, επικοινωνιακής προπαρασκευής, για ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο;
Έχουν κλιμακώσει στο επίπεδο της ρητορικής, σε σημείο που δεν μπορούμε παρά να το πάρουμε σοβαρά. Πρόκειται για ευθεία στρατιωτική απειλή κατά της χώρας, πέραν κάθε αμφισβήτησης. Όταν μία από τις βασικές αρχές της διεθνούς θεωρίας, η λεγόμενη εξισορρόπηση των απειλών, αφορά στην εκπεφρασμένη ρητορική του αντιπάλου για μια επιθετική στρατιωτική ενέργεια, δεν μπορούμε να την αγνοήσουμε. Στη βάση του υβριδικού δόγματος, βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ιδιότυπης πολιορκίας, που είναι κομμάτι της παρατεταμένης κρίσης και στοιχείο της υβριδικής προσέγγισης. Αυτό εμπεριέχει και τη δυνητική πιθανότητα μιας στρατιωτικής ενέργειας. Δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Η δική μας αντίδραση σε αυτό;
Αυτό που κάνουμε είναι να λέμε σε όλους τους τόνους ότι θέλουμε διάλογο, ότι δεν προτιθέμεθα να μπούμε σε μια στρατιωτική αντιπαράθεση, εκτός αν παραβιαστούν οι «κόκκινες γραμμές», αλλά στο θέμα της δημόσιας διπλωματίας πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί. Η διαρκής επίκληση του διαλόγου μπορεί να εκληφθεί ως αδυναμία. Πρέπει να βρούμε τη χρυσή τομή μεταξύ του να μιλάμε για διάλογο, που πλέον έχει χάσει το νόημά του ούτως ή άλλως, χωρίς να έχουμε μια αντιμετώπιση «business as usual», σαν να μη λαμβάνουμε υπόψη αυτά που λένε ο Τούρκος πρόεδρος και οι υπόλοιποι Τούρκοι ιθύνοντες.
Οι μέχρι τώρα πρωτοβουλίες διαμεσολάβησης είναι ετεροβαρείς. Οι ίσες αποστάσεις ευνοούν τον επιτιθέμενο, εν προκειμένω την Τουρκία. Ειδικά όταν ο μεσολαβητής είναι η προεδρεύουσα χώρα της Ε.Ε
Νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα να αντιληφθούμε ότι η τωρινή γερμανική ηγεσία, της Αγκελα Μέρκελ, είναι παντελώς ακατάλληλη και πλήρως παρωχημένη για να διαχειριστεί μια μείζονα κρίση που αφορά στην Ευρώπη. Η τουρκική επιθετικότητα αφορά δύο μέλη της Ευρώπης, την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά αφορά και την Ευρώπη στο σύνολό της. Πέρα από τα συμφέροντα του Ελληνισμού, Ελλάδας - Κύπρου, θίγονται και ευρωπαϊκά συμφέροντα. Η πολιτική των ίσων αποστάσεων που κρατάει η Γερμανίδα καγκελάριος αποδεικνύει ότι λειτουργεί με γνώμονα παρωχημένες αναλύσεις, ξεπερασμένες θεωρήσεις, που στην πράξη αποδεικνύονται παντελώς έωλες.
Αν η Γαλλία συνεχίσει αυτή την άτεγκτη, σκληρή πολιτική έναντι της Τουρκίας, που ευνοεί τα ελληνικά συμφέροντα και το Διεθνές Δίκαιο, τελικά θα ακολουθήσουν και άλλες δυνάμεις
Υπάρχει μια έκθεση του προέδρου του γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, ενός από τα μεγαλύτερα think tanks της Γερμανίας, που επικρίνει τη Μέρκελ και τη γερμανική κυβέρνηση, γιατί έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα, εξισώνουν τον δράστη με το θύμα και λειτουργούν ενάντια στα ευρωπαϊκά και στα γερμανικά συμφέροντα. Το θέτει σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, επισημαίνοντας ότι η Γαλλία πρωτοστατεί στην υπεράσπιση των ευρωπαϊκών αξιών και ότι η Γερμανία δεν πρέπει να μείνει άλλο πίσω. Έχουμε να κάνουμε με μια κοντόφθαλμη γερμανική ηγεσία, που επιμένει σε μια οικονομίστικη λογική στην εξωτερική πολιτική, η οποία δεν την οδηγεί πουθενά.
Ήδη οι δηλώσεις του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ, είναι ενδεικτικές
Υπάρχει μια διαμάχη εντός της Γερμανίας. Η Γαλλία είναι ο πιο σημαντικός εταίρος της Γερμανίας, ο έτερος πόλος στην ατμομηχανή της Ευρώπης. Όταν τεθεί ξεκάθαρα το δίλημμα «Ή με τη Γαλλία ή με την Τουρκία», εκεί πλέον η απάντηση είναι αυτονόητη υπέρ της Γαλλίας. Ο Ταγίπ Ερντογάν μέσω της υβριδικής προσέγγισης έχει αρχίσει τις προσπάθειες να αποσταθεροποιήσει και το εσωτερικό ευρωπαϊκών κρατών. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι η Γαλλία, χρησιμοποιώντας χώρες -πρώην αποικίες- όπως είναι η Αλγερία. Θα το δούμε να εντείνεται στο μέλλον αυτό, γιατί, ουσιαστικά, η Γαλλία και η Τουρκία έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα σε ένα τεράστιο γεωγραφικό εύρος.
Στο θέμα της δημόσιας διπλωματίας πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί. Η διαρκής επίκληση του διαλόγου μπορεί να εκληφθεί ως αδυναμία
Η Γαλλία φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται την ευρύτερη γεωπολιτική διακύβευση
Αν η Γαλλία συνεχίσει αυτή την άτεγκτη, σκληρή πολιτική έναντι της Τουρκίας, που ευνοεί τα ελληνικά συμφέροντα και το Διεθνές Δίκαιο, τελικά θα ακολουθήσουν και άλλες δυνάμεις. Μην εκπλαγείτε αν αρχίσει και η Γερμανία να κινείται εντέλει προς μια κατεύθυνση που θα ευνοήσει στο τέλος τα ελληνικά συμφέροντα. Τα προαναφερθέντα είναι ενδεικτικά.
Ο Ερντογάν έχει διαγνώσει τη ρωγμή στην Ευρώπη
Εδώ είναι και το μεγάλο πρόβλημα της τωρινής γερμανικής ηγεσίας. Τόσα χρόνια η Γερμανία βασιζόταν στις ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Τραμπ όμως έχει μία ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία, στερείται συμβατικής πολιτικής παιδείας, είναι ένας επιχειρηματίας, ο οποίος έχει μια συναλλακτική λογική. Του «ταιριάζουν» οι ηγέτες σαν τον Ερντογάν ή τον Κιμ Γιονγκ Ουν, αισθάνεται καλύτερα έχοντας απέναντι τέτοιου είδους ηγέτες απ’ ό,τι τον Μακρόν ή τη Μέρκελ. Εχει δημιουργήσει τρομακτικές αντιφάσεις στην πολιτική του Λευκού Οίκου, όσο και αν προσπαθούν το Πεντάγωνο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να τις μαζέψουν. Αυτό δυσχεραίνει τη Γερμανία, η οποία περιμένει από τις ΗΠΑ επιπρόσθετη στήριξη, προκειμένου να μπορεί να συγκρατηθεί η Τουρκία, και αυτή η στήριξη δεν υπάρχει στον βαθμό που θα ήθελε.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 12/9