ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Μάτι: Ένας ακόμα κατηγορούμενος για την υπόθεση της φονικής πυρκαγιάς
Πρόκειται για υψηλόβαθμο στέλεχος της ΕΛ.ΑΣ
Ένας ακόμα κατηγορούμενος προστίθεται στη λίστα των προσώπων
πυρκαγιάς στο Μάτι που στοίχισε τη ζωή σε 102 ανθρώπους.
Πρόκειται για ένα τότε υψηλόβαθμο στέλεχος της ΕΛ.ΑΣ. Ειδικότερα, μετά από προσφυγή συγγενών κατά της εισαγγελικής διάταξης με την οποία μήνυση σε βάρος του συνταξιούχου σήμερα αξιωματικού τότε υποδιοικητή της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων της ΕΛΑΣ, η αντεισαγγελέας Εφετών κ. Ζωή Νικολάου έκρινε πως προκύπτουν οι απαραίτητες ενδείξεις για να στοιχειοθετεί η άσκηση δίωξης σε βάρος του.
Oι συγγενείς των θυμάτων ζητούσαν την άσκηση δίωξης για ακόμη έναν αντιστράτηγό ε.α. πρώην αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ, ωστόσο το σκέλος αυτό της αίτησης του απορρίφθηκε.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η εισαγγελική λειτουργός, «ο εγκαλούμενος ετύγχανε υψηλόβαθμός αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία ως Σώμα Ασφαλείας συμμετέχει στην αντιμετώπιση κάθε έκτακτης ανάγκης που προκύπτει σε συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες, ενώ ως Υποδιοικητής της Υ.Ε.Μ.Ε.Α. ειδικότερα, (που συγκροτεί τη Δ/νση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων) είχε υποχρέωση συμβολής στη διάσωση θυμάτων με διάθεση δυνάμεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών και εξαιρετικά επικίνδυνων καταστάσεων και ασφαλώς μεν θα ήταν πιθανόν επικίνδυνη η αυθαίρετη απογείωση των ελικοπτέρων της Υπηρεσίας Ε.Μ.Ε.Α. παρακάμπτοντας τους αξιωματικούς της Π.Υ. και του Ε.Σ.Κ.Ε. κατά τη διαχείριση και το συντονισμό των εμπλεκόμενων φορέων για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, αφού άλλωστε ως ισχυρίζεται ο εγκαλούμενος δεν είχε υποβληθεί και κάποιο συγκεκριμένο αίτημα, προς τούτο, από το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ωστόσο, όφειλε εκ της θέσεως του να κινητοποιήσει την υπηρεσία στην οποία προΐστατο, ερχόμενος ο ίδιος σε άμεση συνεννόηση και σύμπραξη με το Ε.Σ.Κ.Ε. της Π.Υ., διαθέτοντας τα εναέρια μέσα της υπηρεσίας του προς παροχή βοήθειας – πληροφοριών προς απεγκλωβισμό κατοίκων από τα μέτωπα της πυρκαγιάς σε συνεννόηση και με τις λοιπές επίγειες και εναέριες δυνάμεις που επιχειρούσαν στο συμβάν, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως από το ελλιπές αποδεικτικό υλικό της υπό κρίσιν δικογραφίας δεν μπορεί να εξαχθεί και ασφαλές συμπέρασμα για το υπό ποιες συνθήκες και εάν υπήρξε συνεννόηση μεταξύ των εμπλεκομένων Σωμάτων Ασφαλείας».
Εξάλλου, όπως επισημαίνεται «τα εναέρια μέσα που διέθετε, όπως προκύπτει και από τις μαρτυρικές καταθέσεις αστυνομικών υπηρετούντων στην Υ.Ε.Μ.Ε.Α. ήταν εξοπλισμένα με προβολείς και κάμερες με δυνατότητα μετάδοσης εικόνας ακόμη και κατά τη διάρκεια της νύκτας με θερμική απεικόνιση και αναμφίβολα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ασφαλή και έγκαιρη απομάκρυνση κατοίκων και παραθεριστών από τις πληττόμενες περιοχές».
που αντιμετωπίζουν ποινικές ευθύνες για την υπόθεση της φονικής Πρόκειται για ένα τότε υψηλόβαθμο στέλεχος της ΕΛ.ΑΣ. Ειδικότερα, μετά από προσφυγή συγγενών κατά της εισαγγελικής διάταξης με την οποία μήνυση σε βάρος του συνταξιούχου σήμερα αξιωματικού τότε υποδιοικητή της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων της ΕΛΑΣ, η αντεισαγγελέας Εφετών κ. Ζωή Νικολάου έκρινε πως προκύπτουν οι απαραίτητες ενδείξεις για να στοιχειοθετεί η άσκηση δίωξης σε βάρος του.
Oι συγγενείς των θυμάτων ζητούσαν την άσκηση δίωξης για ακόμη έναν αντιστράτηγό ε.α. πρώην αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ, ωστόσο το σκέλος αυτό της αίτησης του απορρίφθηκε.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η εισαγγελική λειτουργός, «ο εγκαλούμενος ετύγχανε υψηλόβαθμός αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία ως Σώμα Ασφαλείας συμμετέχει στην αντιμετώπιση κάθε έκτακτης ανάγκης που προκύπτει σε συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες, ενώ ως Υποδιοικητής της Υ.Ε.Μ.Ε.Α. ειδικότερα, (που συγκροτεί τη Δ/νση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων) είχε υποχρέωση συμβολής στη διάσωση θυμάτων με διάθεση δυνάμεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών και εξαιρετικά επικίνδυνων καταστάσεων και ασφαλώς μεν θα ήταν πιθανόν επικίνδυνη η αυθαίρετη απογείωση των ελικοπτέρων της Υπηρεσίας Ε.Μ.Ε.Α. παρακάμπτοντας τους αξιωματικούς της Π.Υ. και του Ε.Σ.Κ.Ε. κατά τη διαχείριση και το συντονισμό των εμπλεκόμενων φορέων για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, αφού άλλωστε ως ισχυρίζεται ο εγκαλούμενος δεν είχε υποβληθεί και κάποιο συγκεκριμένο αίτημα, προς τούτο, από το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ωστόσο, όφειλε εκ της θέσεως του να κινητοποιήσει την υπηρεσία στην οποία προΐστατο, ερχόμενος ο ίδιος σε άμεση συνεννόηση και σύμπραξη με το Ε.Σ.Κ.Ε. της Π.Υ., διαθέτοντας τα εναέρια μέσα της υπηρεσίας του προς παροχή βοήθειας – πληροφοριών προς απεγκλωβισμό κατοίκων από τα μέτωπα της πυρκαγιάς σε συνεννόηση και με τις λοιπές επίγειες και εναέριες δυνάμεις που επιχειρούσαν στο συμβάν, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως από το ελλιπές αποδεικτικό υλικό της υπό κρίσιν δικογραφίας δεν μπορεί να εξαχθεί και ασφαλές συμπέρασμα για το υπό ποιες συνθήκες και εάν υπήρξε συνεννόηση μεταξύ των εμπλεκομένων Σωμάτων Ασφαλείας».
Εξάλλου, όπως επισημαίνεται «τα εναέρια μέσα που διέθετε, όπως προκύπτει και από τις μαρτυρικές καταθέσεις αστυνομικών υπηρετούντων στην Υ.Ε.Μ.Ε.Α. ήταν εξοπλισμένα με προβολείς και κάμερες με δυνατότητα μετάδοσης εικόνας ακόμη και κατά τη διάρκεια της νύκτας με θερμική απεικόνιση και αναμφίβολα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ασφαλή και έγκαιρη απομάκρυνση κατοίκων και παραθεριστών από τις πληττόμενες περιοχές».