ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΓΣΕΕ: Κανονικά οι αποδοχές σε όσους δεν κατάφεραν να πάνε στις δουλειές τους
Η Συνομοσπονδία διευκρινίζει ότι η διακοπή των συγκοινωνιών και η επικινδυνότητα όλων των δρόμων, «και όχι μόνο των κεντρικών οδικών αρτηριών», «αποτελούν τυπική περίπτωση σπουδαίου λόγου, που δικαιολογεί, σύμφωνα με την καλή πίστη, τη μη παροχή της εργασίας»
Κανονικά καταβάλλονται οι ημερήσιες αποδοχές σε όσους εργαζόμενους δεν κατάφεραν να προσέλθουν σήμερα στην εργασία τους
εξαιτίας της χιονόπτωσης, σύμφωνα με ανακοίνωση της ΓΣΕΕ.
Η Συνομοσπονδία διευκρινίζει ακόμη ότι η διακοπή των συγκοινωνιών και η επικινδυνότητα όλων των δρόμων, «και όχι μόνο των κεντρικών οδικών αρτηριών», εξαιτίας της σφοδρής χιονόπτωσης και του παγετού που ακολουθεί, αλλά και της χαμηλής ορατότητας σε πολλές περιπτώσεις, «αποτελούν τυπική περίπτωση σπουδαίου λόγου, που δικαιολογεί, σύμφωνα με την καλή πίστη, τη μη παροχή της εργασίας».
Εφόσον λοιπόν υπάρχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, «το δικαίωμα στις αποδοχές της ημέρας κακοκαιρίας θεμελιώνεται όταν η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά και ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια, να μεταβεί στην εργασία του». Επίσης «το δικαίωμα αυτό διατηρείται και όταν η επιχείρηση δεν λειτούργησε κανονικά επειδή ο εργοδότης διέκοψε τη λειτουργία της χωρίς να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης». Ως εκ τούτου, «ο εργαζόμενος που δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην επιχείρηση, της οποίας τη λειτουργία διέκοψε ο εργοδότης την ημέρα της κακοκαιρίας λόγω της εκτίμησής του πχ ότι δεν θα υπάρξει επαρκής πελατεία ή (και) προσέλευση των εργαζομένων, δικαιούται κανονικά τις αποδοχές της ημέρας αυτής».
Αντίθετα καταλήγει η ανακοίνωση, «στην επιχείρηση που λόγω της ασυνήθους σε ένταση χιονόπτωσης είναι κατ’αντικειμενική κρίση αδύνατο να λειτουργήσει, τα μέρη απαλλάσσονται αμοιβαία από τις υποχρεώσεις τους σε ό,τι αφορά την παροχή εργασίας κατά την ημέρα που παρέμεινε κλειστή».
Η Συνομοσπονδία διευκρινίζει ακόμη ότι η διακοπή των συγκοινωνιών και η επικινδυνότητα όλων των δρόμων, «και όχι μόνο των κεντρικών οδικών αρτηριών», εξαιτίας της σφοδρής χιονόπτωσης και του παγετού που ακολουθεί, αλλά και της χαμηλής ορατότητας σε πολλές περιπτώσεις, «αποτελούν τυπική περίπτωση σπουδαίου λόγου, που δικαιολογεί, σύμφωνα με την καλή πίστη, τη μη παροχή της εργασίας».
Εφόσον λοιπόν υπάρχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, «το δικαίωμα στις αποδοχές της ημέρας κακοκαιρίας θεμελιώνεται όταν η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά και ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια, να μεταβεί στην εργασία του». Επίσης «το δικαίωμα αυτό διατηρείται και όταν η επιχείρηση δεν λειτούργησε κανονικά επειδή ο εργοδότης διέκοψε τη λειτουργία της χωρίς να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης». Ως εκ τούτου, «ο εργαζόμενος που δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην επιχείρηση, της οποίας τη λειτουργία διέκοψε ο εργοδότης την ημέρα της κακοκαιρίας λόγω της εκτίμησής του πχ ότι δεν θα υπάρξει επαρκής πελατεία ή (και) προσέλευση των εργαζομένων, δικαιούται κανονικά τις αποδοχές της ημέρας αυτής».
Αντίθετα καταλήγει η ανακοίνωση, «στην επιχείρηση που λόγω της ασυνήθους σε ένταση χιονόπτωσης είναι κατ’αντικειμενική κρίση αδύνατο να λειτουργήσει, τα μέρη απαλλάσσονται αμοιβαία από τις υποχρεώσεις τους σε ό,τι αφορά την παροχή εργασίας κατά την ημέρα που παρέμεινε κλειστή».