ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Το σκεπτικό καταδίκης της Χρυσής Αυγής: Δομημένη, ιεραρχημένη, εγκληματική οργάνωση που υπακούει στον Αρχηγό
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων δεν «είδε» στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα μία μεμονωμένη ενέργεια
Με ένα σκεπτικό-καταπέλτη, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας καταδίκασε τα στελέχη της Χρυσής Αυγής
ως διευθυντές και μέλη μιας δομημένης εγκληματικής οργάνωσης με αρχηγό τον Νίκο Μιχαλολιάκο.
Η απόφαση του δικαστηρίου αριθμεί 12.746 σελίδες, εκ των οποίων περισσότερες από 500 αποτελούν το μακροσκελές σκεπτικό του δικαστηρίου.Στο σκεπτικό του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων αναλύονται διεξοδικά όλοι οι λόγοι -τα στοιχεία και οι μαρτυρικές καταθέσεις- που οδήγησαν την ελληνική Δικαιοσύνη να καταδικάσει τόσο την πρώην κοινοβουλευτική ομάδα της Χρυσής Αυγής όσα και απλά στελέχη.
Όπως επισημαίνεται στην απόφαση η εγκληματική δράση των μελών της Χρυσής Αυγής «σκοπό είχε την διά της βίας αντιμετώπιση των αλλοδαπών, των ιδεολογικών αντιπάλων, των αντιφρονούντων και δια του τρόπου αυτού την επιβολή και διάδοση πολιτικών ιδεών και θεωριών, εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων και πάντα υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους της. Η ιεραρχική δομή της Χρυσής Αυγής ήταν τέτοια ώστε να εξασφαλίζει όχι μόνο ότι κάθε κατώτερο όργανο θα υπακούει στις εντολές του ανώτερου, αλλά περαιτέρω ότι καμιά κομματική ενέργεια δεν θα υλοποιείται χωρίς την ρητή εκ των προτέρων εντολή του ανώτερου οργάνου που φτάνει ως την κεντρική διοίκηση. Η αρχή αυτή επαναλαμβάνεται από τα στελέχη της οργάνωσης και αποτελεί αντικείμενο εγκυκλίων».
Σύμφωνα με το δικαστήριο «ο Παύλος Φύσσας δεν πρόλαβε να αντιδράσει απέναντι στον Ρουπακιά, ο οποίος ενεργώντας βάση σχεδίου κινήθηκε πράγματι κυκλωτικά, σε σχέση με τους υπόλοιπους επιτιθέμενους Χρυσαυγίτες που με τα αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων σε βάρος του Παύλου Φύσσα, ανέμεναν το Ρουπακιά να έρθει από διαφορετική κατεύθυνση και να αιφνιδιάσει τον Παύλο Φύσσα όπως και έγινε».
Το σημαντικότερο ωστόσο είναι πως το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αξιολογώντας τις καταθέσεις των μαρτύρων κατέληξε πως ο Γιώργος Ρουπακιάς «δεν έδρασε μόνος του και αυτοβούλως» και πως «η ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα ήταν αποτέλεσμα της οργανωμένης κινητοποίησης της ασφάλειας της τοπικής οργάνωσης Νίκαιας της Χρυσής Αυγής, το δε κίνητρο ήταν πολιτικό-ιδεολογικό».
Εξάλλου, ο Ρουπακιάς όπως επισημαίνεται στο σκεπτικό του δικαστηρίου «δεν ήταν ένας απλός ψηφοφόρος της Χρυσής Αυγής ούτε ένας τυχαίος περαστικός από τα γραφεία, όπως ισχυρίστηκε σε δηλώσεις του ο γενικός γραμματέας Νικόλαος Μιχαλολιάκος» αλλά μέλος της τοπικής Νίκαιας ήδη από τον Ιούλιο του 2012 και μάλιστα μέλος του πενταμελούς της τοπικής Νικαίας της Χρυσής Αυγής και συγκεκριμένα ήταν ταμίας.
Και, φυσικά, ο καθ’ ομολογίαν δράστης της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα δεν έδρασε μόνος. Στην πράξη του συνέργησαν και οι υπόλοιποι 15 κατηγορούμενοι οι οποίοι καταδικάστηκαν για συνέργεια στην ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα.
Το δικαστήριο επισημαίνει ότι «η ναζιστική αυτή ιδεολογία δεν άλλαξε από το 1992, ούτε υποστηρικτές αυτής απομακρύνθηκαν, όπως αβάσιμα οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται», επικαλούμενο δηλώσεις, έγγραφα, φωτογραφίες, βίντεο, ναζιστικά σύμβολα, ναζιστικό χαιρετισμό, ομιλίες εντός των γραφείων αλλά και δημόσια όπως ενδεικτικά απόσπασμα δημοσιεύματα στην εφημερίδα Χρυσή Αυγή του 2006 δηλώσεις του Νίκου Μιχαλολιάκου ομιλίες του και άλλα.
Φυσικά, στο σκεπτικό του δικαστηρίου γίνεται λόγος και για τη ρητορική μίσους που ακολουθούσε η Χρυσή Αυγή η οποία εκφραζόταν και μέσω συνθημάτων όπως «Αίμα - τιμή - Χρυσή Αυγή». Όπως τονίζεται στην απόφαση «η ρητορική αυτή αποκρυπτογραφούσε το «μήνυμα», το «γενικό πλαίσιο εντολής» εντός του οποίου έπρεπε να κινηθούν οι δράστες των εγκληματικών ενεργειών. Ελεγχόμενοι οι δράστες πλήρως από το κόμμα και τα ιδεολογικά του όργανα και δρώντας έξ ονόματος και λογαριασμό του κόμματος και της πολιτικής τους ιδεολογίας, μετά από κάθε μία αξιόποινη πράξη αποτελούσαν, θεωρούσαν ότι παρείχαν εξαιρετική υπηρεσία στην πατρίδα και στο κόμμα τους, ότι επέτυχαν «νίκη» στη μάχη του εθνικιστικού κινήματος, πίστευαν δε ότι μέσω της παράνομης και εγκληματική τους δράση μετατρέπονται σε άτομα σημαντικά και υπολογίσιμα».
Η απόφαση του δικαστηρίου αριθμεί 12.746 σελίδες, εκ των οποίων περισσότερες από 500 αποτελούν το μακροσκελές σκεπτικό του δικαστηρίου.Στο σκεπτικό του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων αναλύονται διεξοδικά όλοι οι λόγοι -τα στοιχεία και οι μαρτυρικές καταθέσεις- που οδήγησαν την ελληνική Δικαιοσύνη να καταδικάσει τόσο την πρώην κοινοβουλευτική ομάδα της Χρυσής Αυγής όσα και απλά στελέχη.
Όπως επισημαίνεται στην απόφαση η εγκληματική δράση των μελών της Χρυσής Αυγής «σκοπό είχε την διά της βίας αντιμετώπιση των αλλοδαπών, των ιδεολογικών αντιπάλων, των αντιφρονούντων και δια του τρόπου αυτού την επιβολή και διάδοση πολιτικών ιδεών και θεωριών, εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων και πάντα υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους της. Η ιεραρχική δομή της Χρυσής Αυγής ήταν τέτοια ώστε να εξασφαλίζει όχι μόνο ότι κάθε κατώτερο όργανο θα υπακούει στις εντολές του ανώτερου, αλλά περαιτέρω ότι καμιά κομματική ενέργεια δεν θα υλοποιείται χωρίς την ρητή εκ των προτέρων εντολή του ανώτερου οργάνου που φτάνει ως την κεντρική διοίκηση. Η αρχή αυτή επαναλαμβάνεται από τα στελέχη της οργάνωσης και αποτελεί αντικείμενο εγκυκλίων».
Η δολοφονία Φύσσα
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων δεν «είδε» στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα μία μεμονωμένη ενέργεια. Αντίθετα, έκρινε ότι η εγκληματική ενέργεια έγινε στο πλαίσιο εκτέλεσης συγκεκριμένου σχεδίου και εντολής, με πολιτικο-ιδεολογικό κίνητρο, στα πλαίσια της δράσης της εγκληματικής οργάνωσης.Όσο αφορά τον καθ’ ομολογίαν δολοφόνο του 33χρονου μουσικού επισημαίνεται ότι «ο εν λόγω δράστης δεν είχε οποιαδήποτε προσωπική σχέση, αντιπαλότητα, αντιδικία η αντιπαράθεση με το θύμα αλλά η εγκληματική του ενέργεια αποτέλεσε εκτέλεση συγκεκριμένου σχεδίου και εντολής. Ειδικότερα από τις νόμιμες καταγεγραμμένες συνομιλίες των μελών της Χρυσής Αυγής από την ΕΥΠ προκύπτει ότι ο Παύλος Φύσσας ήταν στόχος της Χρυσής Αυγής στην περιοχή του Πειραιά».Ο καθ’ ομολογίαν δράστης της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα δεν έδρασε μόνοςΚαθοριστικό ρόλο στην κρίση των δικαστών έπαιξε και η ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας - νεκροτομής του Παύλου Φύσσα. Οι δικαστές τονίζουν πως τα τραύματα του «αποδεικνύουν ότι το θύμα δέχτηκε επίθεση και χτυπήματα από τα μέλη της Χρυσής Αυγής, πριν το θανάσιμο τραυματισμό του. Χαρακτηριστικές και ενδεικτικές για την κατάσταση που επικρατούσε στο σημείο, όπου έλαβε χώρα το τραγικό περιστατικό, είναι οι σχετικές διαβιβάσεις από και προς την ομάδα Δίας, την άμεση δράση και την ασφάλεια Πειραιά από τις 10:30 το βράδυ της 17ης έως τις 00:30 το πρωί της 18ης Σεπτεμβρίου 2013».
Σύμφωνα με το δικαστήριο «ο Παύλος Φύσσας δεν πρόλαβε να αντιδράσει απέναντι στον Ρουπακιά, ο οποίος ενεργώντας βάση σχεδίου κινήθηκε πράγματι κυκλωτικά, σε σχέση με τους υπόλοιπους επιτιθέμενους Χρυσαυγίτες που με τα αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων σε βάρος του Παύλου Φύσσα, ανέμεναν το Ρουπακιά να έρθει από διαφορετική κατεύθυνση και να αιφνιδιάσει τον Παύλο Φύσσα όπως και έγινε».
Το σημαντικότερο ωστόσο είναι πως το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αξιολογώντας τις καταθέσεις των μαρτύρων κατέληξε πως ο Γιώργος Ρουπακιάς «δεν έδρασε μόνος του και αυτοβούλως» και πως «η ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα ήταν αποτέλεσμα της οργανωμένης κινητοποίησης της ασφάλειας της τοπικής οργάνωσης Νίκαιας της Χρυσής Αυγής, το δε κίνητρο ήταν πολιτικό-ιδεολογικό».
Εξάλλου, ο Ρουπακιάς όπως επισημαίνεται στο σκεπτικό του δικαστηρίου «δεν ήταν ένας απλός ψηφοφόρος της Χρυσής Αυγής ούτε ένας τυχαίος περαστικός από τα γραφεία, όπως ισχυρίστηκε σε δηλώσεις του ο γενικός γραμματέας Νικόλαος Μιχαλολιάκος» αλλά μέλος της τοπικής Νίκαιας ήδη από τον Ιούλιο του 2012 και μάλιστα μέλος του πενταμελούς της τοπικής Νικαίας της Χρυσής Αυγής και συγκεκριμένα ήταν ταμίας.
Και, φυσικά, ο καθ’ ομολογίαν δράστης της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα δεν έδρασε μόνος. Στην πράξη του συνέργησαν και οι υπόλοιποι 15 κατηγορούμενοι οι οποίοι καταδικάστηκαν για συνέργεια στην ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα.
Στο σκεπτικό του δικαστηρίου γίνεται λόγος και για τη ρητορική μίσους που ακολουθούσε η Χρυσή Αυγή η οποία εκφραζόταν και μέσω συνθημάτων όπως «Αίμα - τιμή - Χρυσή Αυγή»Το δικαστήριο έκρινε πως οι συγκατηγορούμενοι του Γ. Ρουπακιά δημιούργησαν «ευνοϊκές συνθήκες» για την τέλεση της ανθρωποκτονίας και και συγκεκριμένα «κλίμα γενικότερης σύγχυσης και οχλαγωγίας, έντασης και εκφοβισμού του ευρισκομένου στο σημείο Παύλου Φύσσα καθώς και της ολιγομελούς παρέας του, στην οποία συμμετείχαν και δύο νεαρές γυναίκες, με τον προπηλακισμό τούτων με ιαχές και ύβρεις καθώς και με τον ξυλοδαρμό τους εκ μέρους κάποιων από το τάγμα εφόδου, με αποτέλεσμα της συμπεριφοράς τους αυτής, που συνιστούσε προετοιμασία εδάφους για την καίρια και μοιραία παρέμβαση του Ρουπακιά, ο Παύλος Φύσσας να εγκλωβιστεί από αυτούς και έτσι να καταστεί ευάλωτος, ενώ παράλληλα ενδυνάμωσαν και ενθάρρυναν ψυχικά το Γ. Ρουπακιά, ο οποίος έχοντας πλέον την αίσθηση της αριθμητικής υπεροχής, της δύναμης και της ασφάλειας, έπληξε τον Παύλο Φύσσα αιφνιδιαστικά και απρόκλητα, επανειλημμένως στο αριστερό ημιθωράκιο, με συνέπεια εκ των πραγμάτων αυτών ως μόνη και αποκλειστική αιτία να επέλθει ο θάνατος του».
Ναζιστική ιδεολογία
Η δράση της Χρυσής Αυγής καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της δικαστικής απόφασης. Όπως τονίζεται η δράση της εκτείνεται από το 1980 και πρόκειται για «ολιγάριθμη ομάδα εθνικοσοσιαλιστικής επιμόρφωσης με επικεφαλής τον Νικόλαο Μιχαλολιάκο η οποία στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε πολιτικό σχηματισμό κατά τα πρότυπα του γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος με την επωνυμία «Λαϊκός Σύνδεσμος Χρυσή Αυγή».Το δικαστήριο επισημαίνει ότι «η ναζιστική αυτή ιδεολογία δεν άλλαξε από το 1992, ούτε υποστηρικτές αυτής απομακρύνθηκαν, όπως αβάσιμα οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται», επικαλούμενο δηλώσεις, έγγραφα, φωτογραφίες, βίντεο, ναζιστικά σύμβολα, ναζιστικό χαιρετισμό, ομιλίες εντός των γραφείων αλλά και δημόσια όπως ενδεικτικά απόσπασμα δημοσιεύματα στην εφημερίδα Χρυσή Αυγή του 2006 δηλώσεις του Νίκου Μιχαλολιάκου ομιλίες του και άλλα.
Φυσικά, στο σκεπτικό του δικαστηρίου γίνεται λόγος και για τη ρητορική μίσους που ακολουθούσε η Χρυσή Αυγή η οποία εκφραζόταν και μέσω συνθημάτων όπως «Αίμα - τιμή - Χρυσή Αυγή». Όπως τονίζεται στην απόφαση «η ρητορική αυτή αποκρυπτογραφούσε το «μήνυμα», το «γενικό πλαίσιο εντολής» εντός του οποίου έπρεπε να κινηθούν οι δράστες των εγκληματικών ενεργειών. Ελεγχόμενοι οι δράστες πλήρως από το κόμμα και τα ιδεολογικά του όργανα και δρώντας έξ ονόματος και λογαριασμό του κόμματος και της πολιτικής τους ιδεολογίας, μετά από κάθε μία αξιόποινη πράξη αποτελούσαν, θεωρούσαν ότι παρείχαν εξαιρετική υπηρεσία στην πατρίδα και στο κόμμα τους, ότι επέτυχαν «νίκη» στη μάχη του εθνικιστικού κινήματος, πίστευαν δε ότι μέσω της παράνομης και εγκληματική τους δράση μετατρέπονται σε άτομα σημαντικά και υπολογίσιμα».