Τα έως τώρα γνωστά δεδομένα σχετικά με τις υποπαραλλαγές του κοροναϊού Β4/Β5 , οι οποίες επικράτησαν στη Νότια Αφρική μερικές εβδομάδες πριν την επέκταση τους σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως είχε συμβεί και με το αρχικό στέλεχος της Όμικρον που αρχικά κυριάρχησε στη Νότια Αφρική, συνοψίζει σε ανάρτηση του στο Facebook ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών (LSE) και του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου.

Επισημαίνει ότι «τα δημογραφικά δεδομένα της Νότιας Αφρικής είναι διαφορετικά και ευνοϊκότερα των αντίστοιχων των ευρωπαϊκών χωρών. Το ίδιο ισχύει και με την έκθεση του πληθυσμού σε προηγούμενα κύματα (που προηγήθηκαν της Δέλτα και που ήταν μεγαλύτερα), που ήταν μεγαλύτερη σε σύγκριση με ευρωπαϊκές χώρες. Ξέρουμε επίσης πως μόνο 32% των Νοτιοαφρικανών έχουν κάνει δύο δόσεις εμβολίων».

Σύμφωνα με τα στοιχεία του εθνικού ινστιτούτου δημόσιας υγείας (NICD) για τη Νότια Αφρική, σχετικά με τον συνολικό αριθμό θανάτων μετά από λοίμωξη με κοροναϊό στα νοσοκομεία, «προκύπτει καταρχάς πως τον τελευταίο χρόνο στη Νότια Αφρική τα δύο κύματα της Όμικρον είχαν σημαντικά μικρότερες επιπτώσεις από αυτό της Δέλτα. Και το κύμα της Β4/Β5 πολύ μικρότερες σε σύγκριση με αυτό των Όμικρον 1 και 2, όσον αφορά τους θανάτους που καταγράφηκαν στα νοσοκομεία.

Η έκθεση σε προηγούμενα στελέχη -ακόμη και της Όμικρον- δεν αποτρέπει τις ήπιες λοιμώξεις από Β4/Β5. Επίσης γνωρίζουμε πως και τα εμβόλια δεν είναι αποτελεσματικά, όσον αφορά την αποτροπή της ήπιας λοίμωξης. Όμως, παρόλα αυτά, φαίνεται ότι ο συνδυασμός προηγούμενης έκθεσης και εμβολιασμού ή μόνο η προηγούμενη έκθεση ή μόνο ο εμβολιασμός προσφέρουν σημαντική προστασία, όσον αφορά στη μείωση της θνητότητας.

Θα θυμίσω εδώ πως οι αρχικές εργαστηριακές μελέτες πανεπιστημίων του Χονγκ-Κονγκ και του Ισραήλ για την Όμικρον τον Δεκέμβριο του 2021 έδειχναν την επίπτωση κυρίως στο ανώτερο αναπνευστικό. Τότε είχα τονίσει πως ο συνδυασμός αυτών των μελετών και των τάσεων στη Νότια Αφρική δείχνει πως η Όμικρον είναι πιθανό να έχει μικρότερες επιπτώσεις σε σύγκριση με τη Δέλτα όσον αφορά στη θνητότητα. Πολλοί είχαν διαφωνήσει και θεώρησαν ότι οι επιπτώσεις θα είναι μεγαλύτερες. Διαψεύστηκαν βέβαια με βάση τα πολλαπλά δεδομένα που πλέον έχουμε και από κλινικές και από επιδημιολογικές μελέτες».

Ο κ.Μόσιαλος τονίζει ότι «η Νότια Αφρική προφανώς και διαφέρει από την Ευρώπη. Αλλά όταν σε μια χώρα παρατηρούμε συγκεκριμένες τάσεις και κάθε κύμα που έρχεται προκαλεί μικρότερες επιπτώσεις, τότε είναι λογικό να αναμένουμε αντίστοιχες τάσεις (όχι αντίστοιχο αριθμό θανάτων ανά 1.000 κατοίκους) και σε άλλες χώρες. Αυτό το περιμένουμε γιατί, για παράδειγμα, οι ευρωπαϊκές χώρες, παρότι έχουν δυσμενέστερα δημογραφικά δεδομένα, έχουν καλύτερα συστήματα υγείας, πολύ υψηλότερο ποσοστό εμβολιασθέντων και πολύ μεγαλύτερη πρόσβαση σε αντιιικά φάρμακα».