Το σιδηροδροµικό δυστύχηµα που σηµειώθηκε στις 28 Φεβρουαρίου στα Τέµπη ήταν το χειρότερο που έχει γίνει στη χώρα µας . Μέσα σε µία µόνο στιγµή η Ελλάδα βυθίστηκε στο πένθος. ∆εκάδες οικογένειες σε όλη τη χώρα κλαίνε για τον άνθρωπο που έχασαν µέσα σε αυτά τα µοιραία τρένα. Η προϊσταµένη της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Λάρισας, Ρουµπίνη Λεονταρή, µίλησε στο «Secret» για όλες τις σοκαριστικές καταστάσεις που έζησε µέσα στο νεκροτοµείο της θεσσαλικής πόλης. Οι εικόνες που περιγράφει συγκλονίζουν και αποτυπώνουν τη θλιβερή πραγµατικότητα που επικράτησε λίγες µονάχα στιγµές µετά τη σύγκρουση.

leontari_1
Οπως λέει, όλα ξεκίνησαν τα ξηµερώµατα της Τετάρτης (1/3), όταν ένα περιπολικό της Ασφάλειας Λάρισας τη µετέφερε εκτάκτως στο νεκροτοµείο. «Αµεσα ενηµέρωσα όλους τους συναδέλφους, προκειµένου να επανδρώσουµε τη µονάδα. Την ίδια στιγµή, οι τρεις διοικητικοί υπάλληλοι της υπηρεσίας από τις 7 π.µ. βρίσκονταν στα γραφεία τους, για να ξεκινήσουν όλες τις απαραίτητες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Ακόµα, συνάδελφοι από την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τη Λαµία ξεκίνησαν για να έρθουν προς τη Λάρισα, προκειµένου να συνδράµουν στο όλο εγχείρηµα, και έµειναν µέχρι το βράδυ της Τετάρτης. Από τότε µέχρι και τις αρχές της εβδοµάδας που διανύσαµε δουλεύαµε ασταµάτητα, µέχρι και 17 ώρες την ηµέρα», αναφέρει χαρακτηριστικά. Και συνεχίζει: «Από τις 4 το πρωί είχαν ξεκινήσει να έρχονται οι πρώτες σοροί των θυµάτων. Συγκεκριµένα, µε το που έφτασα πρέπει να υπήρχαν στο νεκροτοµείο ήδη 25 µε 30 νεκροί. Μια παρόµοια κατάσταση είχαµε αντιµετωπίσει και το 2003, µε το τραγικό δυστύχηµα µε το σχολικό λεωφορείο. Βέβαια, οι νεκροί τότε ήταν 21. ∆εν πίστεψα ποτέ στη ζωή µου ότι θα δω κάτι µαζικότερο. Η εικόνα από τους σάκους που έβλεπα µέσα στο νεκροτοµείο µε έκαναν να πω: “Θεέ µου, ξαναζώ το ίδιο πράγµα”. Σε καµία περίπτωση τα πρώτα λεπτά δεν µπορούσαµε να πιστέψουµε ότι θα έχουµε τους σχεδόν τριπλάσιους νεκρούς από τότε».

Σχετικά µε το πιο δύσκολο πράγµα που αντιµετώπισε, η κυρία Λεονταρή αναφέρει: «Πολλοί λένε ότι ένα από τα πιο δύσκολα πράγµατα που αντιµετωπίσαµε ήταν η κατάσταση των σορών των θυµάτων. Αυτό όµως δεν ισχύει, καθώς οι ιατροδικαστές είµαστε συνηθισµένοι. Το πραγµατικά πιο δύσκολο ήταν η µαζικότητα µε την οποία έρχονταν τα νεκρά σώµατα στο νεκροτοµείο. Σε κάτι τέτοιες στιγµές σκέφτεσαι τις οικογένειες αυτών των ανθρώπων και ότι θα µπορούσαµε να ήµασταν κι εµείς στη θέση τους».

leontari_2

«Πολλοί από τους νεκρούς είχαν εκτεταµένα εγκαύµατα»

Η κυρία Λεονταρή µιλά και για τη διαδικασία ταυτοποίησης των νεκρών, αποκαλύπτοντας ότι δεν ήταν εύκολη υπόθεση και γι’ αυτό έλαβαν δείγµατα DNA από ό,τι ερχόταν στο νεκροτοµείο. «Μας είχαν φέρει και πολλά µέλη ανθρώπων, τα οποία τα ταυτοποιήσαµε µέσω του DNA. Αυτές οι περιπτώσεις ήταν πάρα πολλές, καθώς ήταν ένα σφοδρό σιδηροδροµικό δυστύχηµα. Επίσης, ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι ότι πολλοί από τους νεκρούς είχαν εκτεταµένα εγκαύµατα. Ηταν τόσο σφοδρή η σύγκρουση και τόσο µεγάλη η έκταση της φωτιάς, που αλλοίωσαν εντελώς την εικόνα των θανόντων», δηλώνει.

Το πραγματικά πιο δύσκολο ήταν η μαζικότητα με την οποία έρχονταν τα νεκρά σώματα στο νεκροτομείο. Σε κάτι τέτοιες στιγμές σκέφτεσαι τις οικογένειες αυτών των ανθρώπων και ότι θα μπορούσαμε να ήμασταν κι εμείς στη θέση τους


Σε ό,τι έχει να κάνει µε τους συγγενείς των θυµάτων και των αγνοουµένων που αναζήτησαν τα αγαπηµένα τους πρόσωπα, η έµπειρη ιατροδικαστής λέει τα εξής: «Οι άνθρωποι που ήρθαν και έδωσαν DNA ήταν όλοι συγκλονισµένοι και απαρηγόρητοι. Στο πρόσωπό µας, όµως, έβλεπαν τους ανθρώπους που χειρίζονταν τα σώµατα των αγαπηµένων τους. Προσπαθήσαµε από την πρώτη στιγµή να τους προσεγγίσουµε πάνω από όλα µε ανθρωπιά. Μας αγκάλιαζαν σαν δικούς τους ανθρώπους. Θυµάµαι έναν άνθρωπο που είχε χάσει τον πατέρα του και ήρθε και µε αγκάλιασε φέρνοντάς µου δώρο µια γλάστρα».

Αµέσως µετά η κυρία Λεονταρή αναφέρεται στο υπεράνθρωπο έργο που τέλεσαν οι συνάδελφοί της στη διοικητική υπηρεσία της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας, υπερπηδώντας τη µεγάλη γραφειοκρατία, προκειµένου να αποδοθούν ευκολότερα τα σώµατα των νεκρών στις οικογένειές τους. «Αυτοί οι άνθρωποι δούλευαν νυχθηµερόν προκειµένου να βγάλουν εις πέρας το διοικητικό κοµµάτι, δίχως το οποίο δεν θα µπορούσαν να εκδοθούν τα απαραίτητα έγγραφα που θα συνόδευαν τις σορούς», δηλώνει.

Τέλος, σχετικά µε τα όσα ακούστηκαν ότι για όλους τους νεκρούς γράφτηκε η ίδια αιτία θανάτου η ιατροδικαστής ξεκαθαρίζει: «Σε καµία περίπτωση δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Οι βασικές αιτίες θανάτου γράφτηκαν µέσω των σηµειώσεων που είχαµε κάνει κατά τη διάρκεια των νεκροτοµών. Το µόνο κοινό το οποίο είχαν όλα τα πιστοποιητικά θανάτου ήταν η συµπληρωµατική φράση σε παρένθεση, η οποία έλεγε “σύµφωνα µε πληροφορίες της εντολοδόχου Αρχής, θύµα οµαδικού σιδηροδροµικού ατυχήµατος”. Αυτό γράφτηκε ώστε να µπορέσουν οι συγγενείς κάποια στιγµή να αποζηµιωθούν».

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο ‘’Secret’’ της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 11/3/23