Άγιον Όρος: Στις 3 Μαΐου μεταφέρεται στην Αθήνα η εικόνα της Παναγίας του Άξιον Εστι
Η μεταφορά της για προσκύνημα στην Αθήνα ήταν παλαιότερο αίτημα του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερώνυμου με αφορμή τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821
Την ερχόμενη Τετάρτη 3 Μαΐου μεταφέρεται από το Άγιον Όρος στην Αθήνα, όπου θα εκτεθεί επί δύο εβδομάδες σε λαϊκό προσκύνημα, η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας του Άξιον Εστι.
Η Ιερά Κοινότητα της μοναστικής πολιτείας θα συνοδεύσει «εν σώματι» την εικόνα, που θα μεταφερθεί με ειδική πτήση-προσφορά της Aegean από τη Θεσσαλονίκη στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» και από εκεί στην Ιερά Μητρόπολη Αθηνών, όπου προγραμματίζεται λαμπρή υποδοχή, παρουσία του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερώνυμου και εκπροσώπων της πολιτείας.
Κατά την παραμονή της Παναγίας του Άξιον Εστί θα τελεσθεί στη Μητρόπολη Αθηνών τρισάγιο στη μνήμη των νεκρών του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη.
H Παναγία του Άξιον Εστί θεωρείται το σημαντικότερο κειμήλιο του Αγίου Όρους, φυλάσσεται στον ιερό ναό του Πρωτάτου στις Καρυές και σπανίως βγαίνει από τον Άθω.
Εν προκειμένω η μεταφορά της για προσκύνημα στην Αθήνα ήταν παλαιότερο αίτημα του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερώνυμου για να λαμπρύνει με την παρουσία της την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821.
Ωστόσο, λόγω κορονοϊού δεν κατέστη τότε δυνατή η έξοδός της από την Αθωνική Πολιτεία και βγαίνει τώρα που οι συνθήκες το επιτρέπουν.
Η ιστορία της εικόνας «Άξιον Εστί»
Είναι αγιογραφημένη στα χρόνια της εικονομαχίας. Γενικά η όλη τεχνοτροπία της εικόνας είναι αυστηρά βυζαντινή και η όψη της επιβλητική, με γλυκιά σοβαρότητα, γνώρισμα πολλών παλαιών εικόνων. Κατά το έτος 1836 το μεγαλύτερο μέρος της εικόνας σκεπάσθηκε με λιθοστόλιστο αργυροχρυσωμένο κάλυμμα (υποκάμισο), θαυμαστής αγιορείτικης τέχνης, το οποίο φέρει στο εξωτερικό της περίβλημα τις σφραγίδες των είκοσι μονών. Είναι διαστάσεων 70,5×44 εκ., χωρίς την αργυρή θήκη που την περιβάλλει. Λόγω του χρόνου που πέρασε, η μορφή της Θεοτόκου είχε αλλοιωθεί, αλλά μετά τη συντήρηση διατηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση και διαβάζεται η μεταγενέστερη επιγραφή «Μήτηρ Θεού Καρυώτισσα».
Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι η Υπέραγνη Μητέρα του Θεού κρατά τον Ιησού Χριστό (παιδί) στη δεξιά αγκαλιά της. Είναι ο τύπος της Θεοτόκου της Δεξιοκρατούσας. Το αριστερό χέρι του Ιησού εισχωρεί κάτω από το μαφόριο και το κουκούλιο της Θεοτόκου, προς τον κόρφο και την καρδιά της. Αυτό δείχνει και την εξάρτηση της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού από την τροφό Μητέρα Του. Ο Ιησούς Χριστός κρατά ειλητάριο στο δεξί χέρι Του που γράφει την προφητεία του Προφήτη Ησαΐα: «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ου είνεκεν έχρισέ με…» (Προφ. Ησαΐας 61: 1). Εικόνες όπως αυτή χρησιμοποιήθηκαν κατά των αιρετικών, για την εικονογραφική διακήρυξη και διατύπωση του ορθοδόξου δόγματος της Εκκλησίας μας περί της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου.
Στις 3 Οκτωβρίου 1913 οι αγιορείτες μοναχοί, αφού έκαναν εκτενή δέηση με ολονύκτια αγρυπνία στον ναό του Πρωτάτου, συνέταξαν το μνημειώδες ψήφισμα «της αιωνίου και αδιάσπαστου ενώσεως μετά της Μητρός Ελλάδος», το οποίο υπέγραψαν οι ηγούμενοι και προϊστάμενοι των μοναστηριών, αφού πρώτα έβαζαν τρεις μετάνοιες μπροστά στην «εφέστιο των εφεστίων» εικόνα του Αγίου Όρους και κατασπάζονταν με βαθύτατη συγκίνηση και δάκρυα την πανάχραντο Δέσποινα και έφορο του Άθω. Το έγγραφο αυτό καθαρογράφτηκε, σφραγίστηκε απ’ την Κοινότητα και τα μοναστήρια και στάλθηκε το μεν πρωτότυπο στον βασιλέα Κωνσταντίνο, «τον επί του Αγίου Όρους διάδοχον των αοιδίμων Αυτοκρατόρων, των ιδρυτών των ιερών μονών», αντίγραφα δε στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, σε όλες τις κυβερνήσεις των Ορθοδόξων κρατών και στα μέλη «της εν Λονδίνω Πρεσβευτικής Συνδιασκέψεως». Η εικόνα του «Άξιον εστί» τυπώθηκε και στις επίσημες ομολογίες του εθνικού αγιορείτικου δανείου του 1931, μετά την ανεκτίμητη προσφορά απ’ τα μοναστήρια του μεγαλύτερου μέρους των αγιορείτικων μετοχίων προς αποκατάσταση των ακτημόνων και των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Το 1963, με αφορμή τον επίσημο εορτασμό της χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, η πάνσεπτη εικόνα με απόφαση της Ιεράς Κοινότητος και με τη συνοδεία μητροπολιτών, πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, των αντιπροσώπων των μονών, των διακονητών του Πρωτάτου κ.ά. μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου την υποδέχτηκαν με εξαιρετικές τιμές, βαθύτατη ευλάβεια και συγκίνηση. Πλήθος πιστών της πρωτεύουσας είχαν έτσι την ευκαιρία να προσκυνήσουν τη σεβάσμια και ιστορική εικόνα, που για πρώτη φορά έβγαινε από το ιερό λίκνο της. Στην εκκλησία του Πρωτάτου γίνονται ημέρα και νύκτα οι ακολουθίες και συνεχίζονται αδιάκοπα οι παρακλήσεις και δεήσεις των μοναχών προς την Καρεώτισσα Θεοτόκο. Οι πολλές δημοσιεύσεις του υπομνήματος, οι εκδόσεις της ακολουθίας, το πλήθος των αντιγράφων και ιδιαίτερα η εξαιρετική διάδοση του αγγελοδίδακτου ύμνου του «Άξιον εστίν» έκαναν σε όλο τον κόσμο γνωστή την εικόνα.