ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
«Χρυσόμαλλο Δέρας»: Μια σύγχρονη ελληνική επιχείρηση απεγκλωβίσεως Ελλήνων
Το καλοκαίρι του 1993 η Ελλάδα διεξήγαγε μία αποστολή εκκενώσεως Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο, στην Αμπχαζία
Η τελευταία προσπάθεια απεγκλωβισμού Ελλήνων από το φλεγόμενο Σουδάν
μας έφερε στο νου μια πραγματικά μεγάλη επιχείρηση εκκένωσης αμάχων που πραγματοποιήθηκε από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Την επιχείρηση Χρυσόμαλλο Δέρας.
Το καλοκαίρι του 1993 η Ελλάδα διεξήγαγε μία αποστολή εκκενώσεως Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο, στην Αμπχαζία. Για πρώτη φορά οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις διεξήγαγαν μία τέτοια επιχείρηση, η οποία στηρίχθηκε στην πρωτοβουλία, τον αυτοσχεδιασμό, την τόλμη του προσωπικού, και την Θεά Τύχη.
Το 1992 η Γεωργία εξαπέλυσε επίθεση και κατέλαβε την Αμπχαζία. Η ήττα οδήγησε στην δημιουργία της Ομοσπονδίας Ορεινών Λαών του Καυκάσου. Μαζί τους ενώθηκαν χιλιάδες εθελοντές και μισθοφόροι από την Ρωσία με αρχηγό τον Σαμίλ Μπασάγιεφ (αργότερα αρχηγό αποσχιστών της Τσετσενίας). Οι αντάρτες κατάφεραν να εκδιώξουν τους Γεωργιανούς από το μεγαλύτερο μέρος της Αμπχαζίας και να ελέγχουν την χώρα βορειοδυτικά του Σοχούμι. Το μέτωπο είχε σταθεροποιηθεί μέχρι τον Ιούλιο του 1993.
Τότε οι Αμπχάζιοι παραστρατιωτικοί εξαπέλυσαν επίθεση στο Σοχούμι περικύκλωσαν την πόλη και άρχισαν έναν σφοδρό και συνεχή βομβαρδισμό. Στην πόλη εγκλωβισμένος βρισκόταν και ο πρόεδρος της Γεωργίας, Έντβαρντ Σεβαρνάτζε.
Στα τέλη του μήνα επετεύχθη μία εκεχειρία μετά από συνομιλίες στο Σότσι. Αυτή την χρονική περίοδο ηρεμίας εκμεταλλεύτηκε η Ελλάδα για να εκκενώσει τον ελληνικό πληθυσμό. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος Γεωργίας – Αμπχαζίας οι εντοπισμένοι Έλληνες αριθμούσαν 1.500 άτομα. Βρίσκονταν πλέον υπό απειλή εξόντωσης από τους μουσουλμάνους...
Την επιχείρηση που ονομάστηκε “Χρυσόμαλλο Δέρας”, οργάνωσε το Υπουργείο Εξωτερικών αλλά την διεύθυνε το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης (ΓΕΕΘΑ). Ο Πλοίαρχος Ντερτιλής Βασίλειος, ανέλαβε επικεφαλής της επιχείρησης. Τμήμα του Ειδικού Τμήματος Αλεξιπτωτιστών ανέλαβε να μεταβεί πριν την κύρια αποστολή στο Σοχουμι και να εγκαταστήσει επικοινωνίες να διεξάγει αναγνώριση και να εξασφαλίσει τ σημείο αποβίβασης του πλοίου
Το ΓΕΕΘΑ αποφάσισε την χρησιμοποίηση ενός πολιτικού επιβατηγού οχηματαγωγού πλοίου. Επελέγη το ΕΓ/ΟΓ “VISCOUNTESS Μ” της ναυτιλιακής εταιρείας Marlines S.A. του εφοπλιστή Παναγιώτη Μαραγκόπουλου. Το πλοίο “VISCOUNTESS M” ήταν υπό κυπριακή σημαία και δεν μπορούσε να περάσει τα Στενά του Βοσπόρου, λόγω σχετικής απαγόρευσης της Τουρκίας.
Για να παρακαμφθεί το εμπόδιο, στο νηολόγιο η έδρα του πλοίου άλλαξε από LIMASSOL (Λεμεσός) άλλαξε σε PIRAEUS (Πειραιεύς). Λέγεται ο πλοιοκτήτης προσέφερε δωρεάν τις υπηρεσίες του στην Πατρίδα και αρνήθηκε να αποζημιωθεί για τα έξοδα του. Το στρατιωτικό τμήμα που θα μετέφερε το πλοίο αποτελείτο από δέκα εφέδρους Πεζοναύτες του 575 Τάγματος Πεζοναυτών και δέκα Υποβρύχιους Καταστροφείς του Πολεμικού Ναυτικού. Για τα μέλη των δύο ομάδων είχαν εκδοθεί εικονικά Ναυτικά Φυλλάδια και τους απεικόνιζαν ως μέλη του πληρώματος του πλοίου. Επιπλέον, στο πλοίο επέβαινε ομάδα του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών, κλιμάκιο για καταγραφή και υποδοχή των ομογενών καθώς και εικονολήπτες της κρατικής τηλεόρασης.
Το πλοίο αναχώρησε στις 13 Αυγούστου, περί τις 18.40 και την επόμενη ημέρα το πρωί στις 09.00 εισήλθε στα Στενά του Ελλήσποντου. Η διέλευση από ύδατα που έλεγχε η Τουρκία ενείχε πάντα την περίπτωση εμφάνισης κάποιου προβλήματος. Στις 08.00 της 15ης Αυγούστου το Τμήμα Πεζοναυτών έλαβε επαφή και με το Ειδικό Τμήμα Αλεξιπτωτιστών το οποίο είχε προετοιμάσει τους χώρους υποδοχής. Μπορούσαν πλέον να προσεγγίσουν την ακτή.
Το πλοίο αφίχθη στο λιμάνι του Σοχούμι μεταξύ της 09.00 και 10.00, και όπως γίνεται συνήθως ακόμη και σε τέλεια οργανωμένες επιχειρήσεις πάντα κάτι πάει στραβά. Το λιμάνι βρισκόταν υπό Ρωσικό και όχι Γεωργιανό έλεγχο. Οι Ρώσοι τελωνειακοί και ένα κλιμάκιο της KGB, απαγόρευαν την αποβίβαση. Το πρόβλημα λύθηκε γρήγορα καθώς οι Πεζοναύτες ύστερα από εντολή του πλοίαρχου Ντερτιλή γέμισαν με κούτες τσιγάρα Winston και μπουκάλια Johnny Walker από τις προμήθειες του πλοίου τους Ρώσους υπευθύνους. Όλες οι αρνήσεις κάμφθηκαν μονομιάς.
Η επιβίβαση των ομογενών στο πλοίο εξαιτίας του επεισοδίου αλλά και λόγω των ελέγχων από τις Ρωσικές και Γεωργιανές τελωνειακές αρχές άρχισε περί τις 12.00. Προηγουμένως, δύο Υποβρύχιοι Καταστροφείς βούτηξαν στη θάλασσα με μπουκάλες, και μέτρησαν την απόσταση από την βάση της προπέλας μέχρι τον πυθμένα βυθό της θάλασσας για να εξασφαλίσουν την προσέγγιση και αποχώρηση του πλοίου.
Οι ομογενείς εισέρχονταν στην περιοχή του Σημείου Επιβίβασης, που είχε οριοθετηθεί στην αποβάθρα του λιμανιού, σε ομάδες των 10. Αφού υφίσταντο αρχικά έλεγχο ασφαλείας από τις Ρωσικές δυνάμεις, τελωνιακό έλεγχο από τους Γεωργιανούς γινοταν και ταυτοποίηση από την ελληνική αντιπροσωπεία. Όταν ολοκληρώθηκε ο έλεγχος και όλα ήταν έτοιμα, άρχισε η επιβίβαση των ομογενών στο πλοίο.
Η όλη διαδικασία ελέγχων των ταξιδιωτικών εγγράφων στο λιμάνι και η επιβίβαση των 1.013 ομογενών, που επιθυμούσαν να μεταβούν στην Ελλάδα, ολοκληρώθηκε στις 18.15 της 15ης Αυγούστου 1993. Τα μπλόκα αναδιπλώθηκαν και οι τρείς ομάδες των Ενόπλων Δυνάμεων (Πεζοναύτες, ΕΤΑ και Βατραχάνθρωποι), συγκεντρώθηκαν στο πλοίο. Αλλά το πλοίο ακόμη δεν μπορούσε να αναχωρήσει.
Ο ΑΚΑΜ Μόσχας θέλησε να τους παραθέσει μια μικρή δεξίωση. Ακολούθησε μία μικρή γιορτή προς τις τοπικές αρχές και εκπρόσωπους της κυβέρνησης που επιβιβάστηκαν στο πλοίο. Οι Πεζοναύτες που είχαν την ευθύνη για την ασφάλεια στον καταπέλτη αναγκάστηκαν να αφοπλίσουν τους συνοδούς, πριν τους επιτρέψουν την άνοδο στο σαλόνι. Τελικά κατά τις 20.30, το πλοίο απέπλευσε.
Στις 18 Αυγούστου 1993 το πρωί, το VISCOUNTESS M αφίχθηκε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, όπου εκεί περίμενε η Υπουργός Εξωτερικών κ. Βιργινία
Τσουδερού, και τμήμα αποδόσεως τιμών. Στη συνέχεια, με αεροσκάφος C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας, όλοι οι Έλληνες στρατιωτικοί επέστρεψαν στην Αθήνα.
Η Επιχείρηση “Χρυσόμαλλο Δέρας” ήταν η πρώτη φορά που οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις εκτέλεσαν μία Επιχείρηση Εκκένωσης Αμάχων και μάλιστα σε πολύ μεγάλη απόσταση και εντός εχθρικού περιβάλλοντος. Η Ελληνική στρατιωτική αποστολή σχηματίστηκε επί τόπου, από διάφορα τμήματα των Ειδικών Δυνάμεων με κύριο το Ειδικό Τμήμα Αλεξιπτωτιστών. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην αποστολή συμμετείχαν εκτός από στελέχη και έφεδροι κληρωτοί κυρίως από το 575 ΤΠΝ, κάτι που δείχνει την εμπιστοσύνη των Ενόπλων Δυνάμεων στον στρατιώτη θητείας εκείνης της εποχής.
Με την επιχείρηση «ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟ ΔΕΡΑΣ» απεγκλωβίστηκαν εγκαίρως οι ομογενείς, και εξυψώθηκε το κύρος της Ελλάδας, τόσο στα μάτια της Ομογένειας, όσο και στον διεθνή χώρο. Αξίζει να σημειωθεί ότι, τον Σεπτέμβριο του 1993, λίγο αργότερα δηλαδή από τον απεγκλωβισμό των ομογενών, το Σοχούμι ανακαταλήφθηκε από τις Αμπχαζιανές δυνάμεις, με εκατόμβες νεκρών.
Το καλοκαίρι του 1993 η Ελλάδα διεξήγαγε μία αποστολή εκκενώσεως Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο, στην Αμπχαζία. Για πρώτη φορά οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις διεξήγαγαν μία τέτοια επιχείρηση, η οποία στηρίχθηκε στην πρωτοβουλία, τον αυτοσχεδιασμό, την τόλμη του προσωπικού, και την Θεά Τύχη.
Το 1992 η Γεωργία εξαπέλυσε επίθεση και κατέλαβε την Αμπχαζία. Η ήττα οδήγησε στην δημιουργία της Ομοσπονδίας Ορεινών Λαών του Καυκάσου. Μαζί τους ενώθηκαν χιλιάδες εθελοντές και μισθοφόροι από την Ρωσία με αρχηγό τον Σαμίλ Μπασάγιεφ (αργότερα αρχηγό αποσχιστών της Τσετσενίας). Οι αντάρτες κατάφεραν να εκδιώξουν τους Γεωργιανούς από το μεγαλύτερο μέρος της Αμπχαζίας και να ελέγχουν την χώρα βορειοδυτικά του Σοχούμι. Το μέτωπο είχε σταθεροποιηθεί μέχρι τον Ιούλιο του 1993.
Τότε οι Αμπχάζιοι παραστρατιωτικοί εξαπέλυσαν επίθεση στο Σοχούμι περικύκλωσαν την πόλη και άρχισαν έναν σφοδρό και συνεχή βομβαρδισμό. Στην πόλη εγκλωβισμένος βρισκόταν και ο πρόεδρος της Γεωργίας, Έντβαρντ Σεβαρνάτζε.
Στα τέλη του μήνα επετεύχθη μία εκεχειρία μετά από συνομιλίες στο Σότσι. Αυτή την χρονική περίοδο ηρεμίας εκμεταλλεύτηκε η Ελλάδα για να εκκενώσει τον ελληνικό πληθυσμό. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος Γεωργίας – Αμπχαζίας οι εντοπισμένοι Έλληνες αριθμούσαν 1.500 άτομα. Βρίσκονταν πλέον υπό απειλή εξόντωσης από τους μουσουλμάνους...
Την επιχείρηση που ονομάστηκε “Χρυσόμαλλο Δέρας”, οργάνωσε το Υπουργείο Εξωτερικών αλλά την διεύθυνε το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης (ΓΕΕΘΑ). Ο Πλοίαρχος Ντερτιλής Βασίλειος, ανέλαβε επικεφαλής της επιχείρησης. Τμήμα του Ειδικού Τμήματος Αλεξιπτωτιστών ανέλαβε να μεταβεί πριν την κύρια αποστολή στο Σοχουμι και να εγκαταστήσει επικοινωνίες να διεξάγει αναγνώριση και να εξασφαλίσει τ σημείο αποβίβασης του πλοίου
Η αποστολή
Το ΓΕΕΘΑ αποφάσισε την χρησιμοποίηση ενός πολιτικού επιβατηγού οχηματαγωγού πλοίου. Επελέγη το ΕΓ/ΟΓ “VISCOUNTESS Μ” της ναυτιλιακής εταιρείας Marlines S.A. του εφοπλιστή Παναγιώτη Μαραγκόπουλου. Το πλοίο “VISCOUNTESS M” ήταν υπό κυπριακή σημαία και δεν μπορούσε να περάσει τα Στενά του Βοσπόρου, λόγω σχετικής απαγόρευσης της Τουρκίας. Για να παρακαμφθεί το εμπόδιο, στο νηολόγιο η έδρα του πλοίου άλλαξε από LIMASSOL (Λεμεσός) άλλαξε σε PIRAEUS (Πειραιεύς). Λέγεται ο πλοιοκτήτης προσέφερε δωρεάν τις υπηρεσίες του στην Πατρίδα και αρνήθηκε να αποζημιωθεί για τα έξοδα του. Το στρατιωτικό τμήμα που θα μετέφερε το πλοίο αποτελείτο από δέκα εφέδρους Πεζοναύτες του 575 Τάγματος Πεζοναυτών και δέκα Υποβρύχιους Καταστροφείς του Πολεμικού Ναυτικού. Για τα μέλη των δύο ομάδων είχαν εκδοθεί εικονικά Ναυτικά Φυλλάδια και τους απεικόνιζαν ως μέλη του πληρώματος του πλοίου. Επιπλέον, στο πλοίο επέβαινε ομάδα του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών, κλιμάκιο για καταγραφή και υποδοχή των ομογενών καθώς και εικονολήπτες της κρατικής τηλεόρασης.
Το πλοίο αναχώρησε στις 13 Αυγούστου, περί τις 18.40 και την επόμενη ημέρα το πρωί στις 09.00 εισήλθε στα Στενά του Ελλήσποντου. Η διέλευση από ύδατα που έλεγχε η Τουρκία ενείχε πάντα την περίπτωση εμφάνισης κάποιου προβλήματος. Στις 08.00 της 15ης Αυγούστου το Τμήμα Πεζοναυτών έλαβε επαφή και με το Ειδικό Τμήμα Αλεξιπτωτιστών το οποίο είχε προετοιμάσει τους χώρους υποδοχής. Μπορούσαν πλέον να προσεγγίσουν την ακτή.
Το πλοίο αφίχθη στο λιμάνι του Σοχούμι μεταξύ της 09.00 και 10.00, και όπως γίνεται συνήθως ακόμη και σε τέλεια οργανωμένες επιχειρήσεις πάντα κάτι πάει στραβά. Το λιμάνι βρισκόταν υπό Ρωσικό και όχι Γεωργιανό έλεγχο. Οι Ρώσοι τελωνειακοί και ένα κλιμάκιο της KGB, απαγόρευαν την αποβίβαση. Το πρόβλημα λύθηκε γρήγορα καθώς οι Πεζοναύτες ύστερα από εντολή του πλοίαρχου Ντερτιλή γέμισαν με κούτες τσιγάρα Winston και μπουκάλια Johnny Walker από τις προμήθειες του πλοίου τους Ρώσους υπευθύνους. Όλες οι αρνήσεις κάμφθηκαν μονομιάς.
Η επιβίβαση των ομογενών στο πλοίο εξαιτίας του επεισοδίου αλλά και λόγω των ελέγχων από τις Ρωσικές και Γεωργιανές τελωνειακές αρχές άρχισε περί τις 12.00. Προηγουμένως, δύο Υποβρύχιοι Καταστροφείς βούτηξαν στη θάλασσα με μπουκάλες, και μέτρησαν την απόσταση από την βάση της προπέλας μέχρι τον πυθμένα βυθό της θάλασσας για να εξασφαλίσουν την προσέγγιση και αποχώρηση του πλοίου.
Οι ομογενείς εισέρχονταν στην περιοχή του Σημείου Επιβίβασης, που είχε οριοθετηθεί στην αποβάθρα του λιμανιού, σε ομάδες των 10. Αφού υφίσταντο αρχικά έλεγχο ασφαλείας από τις Ρωσικές δυνάμεις, τελωνιακό έλεγχο από τους Γεωργιανούς γινοταν και ταυτοποίηση από την ελληνική αντιπροσωπεία. Όταν ολοκληρώθηκε ο έλεγχος και όλα ήταν έτοιμα, άρχισε η επιβίβαση των ομογενών στο πλοίο.
Η όλη διαδικασία ελέγχων των ταξιδιωτικών εγγράφων στο λιμάνι και η επιβίβαση των 1.013 ομογενών, που επιθυμούσαν να μεταβούν στην Ελλάδα, ολοκληρώθηκε στις 18.15 της 15ης Αυγούστου 1993. Τα μπλόκα αναδιπλώθηκαν και οι τρείς ομάδες των Ενόπλων Δυνάμεων (Πεζοναύτες, ΕΤΑ και Βατραχάνθρωποι), συγκεντρώθηκαν στο πλοίο. Αλλά το πλοίο ακόμη δεν μπορούσε να αναχωρήσει.
Ο ΑΚΑΜ Μόσχας θέλησε να τους παραθέσει μια μικρή δεξίωση. Ακολούθησε μία μικρή γιορτή προς τις τοπικές αρχές και εκπρόσωπους της κυβέρνησης που επιβιβάστηκαν στο πλοίο. Οι Πεζοναύτες που είχαν την ευθύνη για την ασφάλεια στον καταπέλτη αναγκάστηκαν να αφοπλίσουν τους συνοδούς, πριν τους επιτρέψουν την άνοδο στο σαλόνι. Τελικά κατά τις 20.30, το πλοίο απέπλευσε.
Στις 18 Αυγούστου 1993 το πρωί, το VISCOUNTESS M αφίχθηκε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, όπου εκεί περίμενε η Υπουργός Εξωτερικών κ. Βιργινία
Τσουδερού, και τμήμα αποδόσεως τιμών. Στη συνέχεια, με αεροσκάφος C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας, όλοι οι Έλληνες στρατιωτικοί επέστρεψαν στην Αθήνα.
Επίλογος
Η Επιχείρηση “Χρυσόμαλλο Δέρας” ήταν η πρώτη φορά που οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις εκτέλεσαν μία Επιχείρηση Εκκένωσης Αμάχων και μάλιστα σε πολύ μεγάλη απόσταση και εντός εχθρικού περιβάλλοντος. Η Ελληνική στρατιωτική αποστολή σχηματίστηκε επί τόπου, από διάφορα τμήματα των Ειδικών Δυνάμεων με κύριο το Ειδικό Τμήμα Αλεξιπτωτιστών. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην αποστολή συμμετείχαν εκτός από στελέχη και έφεδροι κληρωτοί κυρίως από το 575 ΤΠΝ, κάτι που δείχνει την εμπιστοσύνη των Ενόπλων Δυνάμεων στον στρατιώτη θητείας εκείνης της εποχής. Με την επιχείρηση «ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟ ΔΕΡΑΣ» απεγκλωβίστηκαν εγκαίρως οι ομογενείς, και εξυψώθηκε το κύρος της Ελλάδας, τόσο στα μάτια της Ομογένειας, όσο και στον διεθνή χώρο. Αξίζει να σημειωθεί ότι, τον Σεπτέμβριο του 1993, λίγο αργότερα δηλαδή από τον απεγκλωβισμό των ομογενών, το Σοχούμι ανακαταλήφθηκε από τις Αμπχαζιανές δυνάμεις, με εκατόμβες νεκρών.