Ρύθμισε δάνεια ο ΣΥΡΙΖΑ με αμφιλεγόμενες εγγυήσεις
Το κυβερνών κόμμα πήρε παράταση μέχρι το 2023, τη στιγμή που οι τράπεζες κλείνουν την πόρτα στους δανειολήπτες.
Μπορεί ο Αλ. Τσίπρας να έχει θέσει ως προτεραιότητα τη διαρκή έρευνα για τα δάνεια των κομμάτων, προκειμένου να καταστείλει τις εστίες διαπλοκής και «μαύρου» χρήματος. Μπορεί οι υγιείς μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και οι επαγγελματίες να δίνουν «γην και ύδωρ» στις τράπεζες προκειμένου να εξασφαλίσουν μια μικρή αναπροσαρμογή των δανειακών τους υποχρεώσεων, ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο και για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οπως αποκαλύπτουν τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», το κυβερνών κόμμα εξασφάλισε στις 20 ∆εκεμβρίου 2017 την επέκταση της αποπληρωμής των υφιστάμενων χρεωστικών υπολοίπων του, ύψους 7,13 εκατ. ευρώ, έως το 2023. Μάλιστα, «για λόγους καλύτερης λογιστικής παρακολούθησης», οι εννέα αλληλόχρεοι λογαριασμοί, ισάριθμοι των συμβάσεων που έχει υπογράψει με την Εθνική Τράπεζα, αρχής γενομένης από τον Ιούλιο του 2006, μεταφέρθηκαν σε έναν και οι δόσεις έγιναν εξαμηνιαίες. Και επειδή η ΕΤΕ, τηρώντας όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες, προέβαλε αξιώσεις για την υπογραφή της συγκεκριμένης πρόσθετης πράξης (αρ. 0407037708/5007/2411 2017), η οποία συνομολογήθηκε στο κεντρικό κατάστημα της οδού Αιόλου, ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε υποθήκη το ακίνητο της Πλ. Κουμουνδούρου, το οποίο η τράπεζα αποτίμησε στα 2,7 εκατ. ευρώ, ενεχυριάζοντας παράλληλα την «ετήσια τακτική επιχορήγηση που θα λαμβάνει κατά τα έτη 2019 έως και 2023».
Ομως, όπως έχει καταγγείλει επανειλημμένως η Ν.∆. και στην Εξεταστική του 2016 και με συνεχείς κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις της, το κτίριο στο οποίο στεγάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκει από το 1990 στην ΕΑΡ (μη υφιστάμενο πλέον κόμμα) και στον τότε επικεφαλής της και σημερινό αν. υπουργό Αμυνας, Φώτη Κουβέλη.
«Καμία πράξη μεταβίβασης δεν πραγματοποιήθηκε μεταξύ ΕΑΡ και ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ από την οποία να προ κύπτει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει το εν λόγω ακίνητο και κανένας φόρος μεταβίβασης ή άλλος δεν έχει καταβληθεί», διαπίστωνε στο πόρισμά του το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον Ιανουάριο του 2017. Περαιτέρω και μέχρι πρόσφατα, Νεοδημοκράτες βουλευτές υπέβαλλαν σχετικές ερωτήσεις στον πρωθυπουργό, τον υπουργό Οικονομικών, τον υπουργό Επικρατείας κ.ά., χωρίς όμως να λαμβάνουν κάποια ουσια στική απάντηση.
Απαιτήσεις
Από τα «ψιλά γράμματα» της σύμβασης προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι η Εθνική έδωσε μείζονα σημασία στην κρατική επιδότηση. Αναφέρεται συγκεκριμένα: «Οι απαιτήσεις της τράπεζας που ρυθμίζονται με την παρούσα ασφαλίζονται και με την ενεχυρίαση των ετήσιων τακτικών επιχορηγήσεων που θα λαμβά νει η πιστούχος (ΣΥΡΙΖΑ)... Οι εδώ συμβαλλόμενοι απέδωσαν ιδιαίτερο βάρος στη σύσταση και το κύρος της ως άνω εξασφάλισης και αυτή απετέλεσε δικαιοπρακτικό αυτής θεμέλιο, σε τρόπο που χωρίς αυτήν η παρούσα συμφωνία δεν θα συνάπτετο».
Επομένως, «για την αδόκητη περίπτωση κατά την οποία το Ελληνικό ∆ημόσιο θα ηρνείτο, υπό οιανδήποτε αιτίαση περί ακυρότητας, την καταβολή προς την τράπεζα των εκχωρημένων λόγω ενεχύρου επιχορηγήσεων, ο πιστούχος (ΣΥΡΙΖΑ) αναλαμβάνει τη ρητή και ανεπιφύλακτη υποχρέωση ... να συνάψει σύμβαση ενεχύρασης εκάστης ετήσιας επιχορήγησης, για κάθε τρέχον οικονομικό έτος ξεχωριστά».
∆ηλαδή, ναι μεν παρατείνεται η αποπληρωμή έως το 2023, αλλά η τράπεζα κάθε χρόνο από το 2019 και μετά θα διασφαλίζεται περαιτέρω υποχρεώνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ να ανανεώνει τη δέσμευσή του για την απόδοση της επιχορήγησης. Και τούτο διότι δεν είναι βέβαιο ότι το κυβερνών κόμμα θα εξακολουθεί να λαμβάνει στις επόμενες εκλογές τα ίδια υψηλά ποσοστά με εκείνα του 2015, βάσει των οποίων καθορίζεται η κρατική χρηματοδότηση.
«Καθαρότητα»
Επιπλέον, κανείς από την πλευρά της ΕΤΕ δεν φάνηκε να είναι σίγουρος για την «καθαρότητα» του ακινήτου όταν στις 20 ∆εκεμβρίου έμπαιναν οι υπογραφές, γι’ αυτό συμπεριλήφθη κε και ο εξής όρος: «Η τράπεζα διατηρεί το δικαίωμα (σ.σ. καταγγελίας της σύμβασης και οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού) και σε περίπτωση που για το υπέγγυο ακίνητο ... διαπιστωθεί ότι κατά τη συνομολόγηση της χορήγησης πίστωσης απεκρύβη η ύπαρξη εμπράγματων δικαιωμάτων πλέον των τυχόν υφισταμένων που έχει αποδεχθεί η τράπεζα ή συντρέχουν άλλοι λόγοι που καθιστούν άκυρη την εγγραφείσα προσημείωση υποθήκης».
Ποιοι είναι οι «άλλοι λόγοι» και τι ενδεχόμενα έχει αποκρυβεί από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Τσίπρα, ο οποίος ακόμη δεν έχει γνωστοποιήσει στη Βουλή τους τίτλους ιδιοκτησίας των γραφείων του κόμματός του; Αδιάφορο για τη δανείστρια, η οποία διευκρινίζει πως, αν επέλθει το... μοιραίο, τότε «δικαιούται να αξιώσει το σύνολο των απαιτήσεών της ως είχαν πριν την υπογραφή της παρούσας (ήτοι από το 2006) κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, άνευ περιορισμού μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξοφλήσεως...».
Συνεπώς, το «αδιάφορο» θα αποκτήσει τεράστιο ενδιαφέρον όχι μόνο για τους σημερινούς διοικούντες τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για τους προηγούμενους, καθώς η Εθνική, αν δεν ικανοποιηθούν τα οριζόμενα, θα κινηθεί προς τα πίσω χρονικά μοιράζοντας «ραβασάκια» σε όλους όσοι συμβάλλονταν μαζί της από 12ετίας τουλάχιστον.
Ιδιοκτησιακό καθεστώς
Το κτίριο στην Πλ. Κουμουνδούρου τη δεκαετία του ’80 αγοράστηκε από το ΚΚΕ Εσωτερικού. Το 1987, το ΚΚΕ Εσ. διασπάστηκε, με τον Λεωνίδα Κύρκο να προχωρά στην ίδρυση της ΕΑΡ (Ελληνική Αριστερά) και μια άλλη μερίδα στελεχών, υπό τον Ι. Μπανιά, να συγκροτεί το ΚΚΕ Εσ. Ανανεωτική Αριστερά, που με το πέρασμα των χρόνων μετεξελίχθηκε στη σημερινή ΑΚΟΑ.
Τότε, το κτίριο περιήλθε στην ΕΑΡ, η οποία στέγασε εκεί τις υπηρεσίες της κεντρικής οργάνωσής της. Ακολούθησε το 1989 η συμμαχία της Ελληνικής Αριστεράς με το ΚΚΕ, προϊόν της οποίας ήταν η δημιουργία του Συνασπισμού. ∆ύο χρόνια αργότερα, και μετά την αποχώρηση του ΚΚΕ από το σχήμα, στελέχη του Περισσού προχώρησαν από κοινού με την ΕΑΡ στην ίδρυση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου (ΣΥΝ). O νέος σχηματισμός που προέκυψε από τη συνένωση των εν λόγω δυνάμεων εγκαταστάθηκε στα γραφεία της Κουμουνδούρου, τα οποία ήταν ήδη κατάλληλα εξοπλισμένα.
Νόμιμοι ιδιοκτήτες του κτιρίου ήταν ο επικεφαλής της Ελληνικής Αριστεράς, Λεωνίδας Κύρκος, και το κορυφαίο στέλεχος (διετέλεσε γραμματέας) Φώτης Κουβέλης. Μέχρι το 1998, όπως καταγράφεται στην έκθεση της Ν.∆. για τα δάνεια των κομμάτων, παρόλο που στο κτίριο στεγαζόταν ο τότε ΣΥΝ, η ΕΑΡ ήταν το κόμμα που συναλλασσόταν με την Ιονική Τράπεζα, από την οποία είχε ληφθεί το δάνειο για την αγορά του κτιρίου. Ωστόσο η ΕΑΡ δεν είχε κρατική χρηματοδότηση, αφού δεν συμμετείχε ποτέ ως κόμμα σε εκλογές. Η Ιονική, όμως (σ.σ.: μη υφιστάμενη πλέον), «διέγραψε χρέος ύψους 225 εκατ. δραχμών που της όφειλε η ΕΑΡ, χωρίς ωστόσο να βγάλει στον πλειστηριασμό το ακίνητο της Κουμουνδούρου». Σημειώνεται, τέλος, ότι το κτίριο δεν είχε υποθηκευτεί μέχρι πρόσφατα.
Η «αμαρτωλή» ιστορία του κτιρίου
Με το ακίνητο της Κουμουνδούρου έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα η Νέα ∆ημοκρατία, με βουλευτές του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να έχουν καταθέσει ερωτήσεις τόσο προς τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, όσο και προς τους υπουργούς Οικονομικών και ∆ικαιοσύνης, Ευκλείδη Τσακαλώτο και Σταύρο Κοντονή, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, το 1987 ιδρύεται η «Ελληνική Αριστερά» (Ε.ΑΡ.) με δήλωση στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου από τους Λεωνίδα Κύρκο (πρόεδρος) και Φώτη Κουβέλη (γραμματέας). Το 1990 η Ε.ΑΡ. αγοράζει το ακίνητο της Κουμουνδούρου (Πλατεία Ελευθερίας 1) έναντι 115.000.000 δρχ. Το τίμημα εξοφλείται κατά 35.000.000 δρχ. με μετρητά και κατά 80.000.000 δρχ. με δάνειο από την τότε Ιονική & Λαϊκή Τράπεζα, η οποία συγχωνεύθηκε με τη σημερι νή Alpha Bank.
Προς εξασφάλιση του δανείου εγγράφεται προσημείωση υποθήκης για ποσό 130.000.000 δρχ. Το 1995, επειδή η Ε.ΑΡ. δεν καταβάλλει ούτε μία δραχμή για την αποπληρωμή του δανείου, η Ιονική εγγράφει και δεύτερη προσημείωση, για ποσό 100.000.000 δρχ. Στο μεταξύ, το 1992 ιδρύεται ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου (ΣΥΝ) με δήλωση στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου της Μαρίας ∆αμανά κη, που εξελέγη πρόεδρος στο πρώ το ιδρυτικό συνέδριο (25/6/1992).
Πουθενά, ούτε στη δήλωση ούτε στην πολιτική απόφαση του ΣΥΝ, αναφέρεται ότι ο ΣΥΝ είναι η Ε.ΑΡ. ή ότι η Ε.ΑΡ. μετονομάσθηκε σε ΣΥΝ, ούτε υπάρχει στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου δήλωση περί αναστολής λειτουργίας ή διάλυσης της Ε.ΑΡ. Σύμφωνα, μάλιστα, με τη Wikipedia, η Ε.ΑΡ. φαίνεται να έχει διαλυθεί το 1992.
Το 1995, επειδή η Ε.ΑΡ. δεν έχει κα ταβάλει δραχμή για την αποπληρωμή του δανείου, το οποίο είχε φθάσει τότε περίπου στις 351.000.000 δρχ. (κεφάλαιο και τόκοι), η Ιονική εκδίδει διαταγή πληρωμής, μετατρέπει τις προσημειώσεις σε υποθήκες και επιβάλλει κατασχέσεις σε όλο το ακίνητο. Το 1998, με μονομερή δήλωση της Ιονικής σε συμβολαιογράφο, η Ιονική συναινεί σε άρση των κατασχέσεων και η Ε.ΑΡ., με αίτησή της, ζητεί τη μεταγραφή του συμβολαιογραφικού εγγράφου στη μερίδα της και την εγγραφή σχετικής σημείωσης στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών.
Συνεπώς, το 1998, η Ε.ΑΡ. υφίσταται ως νομική οντότητα, παρά το γεγονός ότι δεν δραστηριοποιείται πολιτικά από το 1992. Τον Μάρτιο του 2016, με επιστολή του ΣΥΡΙΖΑ προς την ΕΤΕ, αναφέρεται ότι θα ολοκληρωθούν οι διαδικασίες για τη δέσμευση ακινήτου του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ της ΕΤΕ, διαδικασία για την οποία έχει δεσμευθεί ο ΣΥΡΙΖΑ προς την Εθνική με επιστολή ήδη από το 2013. Τελικά, στις 21 Μαρτίου 2016, εμφανίζεται ο Αλέξης Τσίπρας, πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος υποβάλλει μια αίτηση στο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών και ζητεί να μεταγραφεί ένα πακέτο εγγράφων, από τα οποία προκύπτει, κατά την αίτησή του, «...η αλλαγή της επωνυμίας του Κόμματος από 'Ελληνική Αριστερά' σε 'Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας' και μετά σε 'Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς'».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 23/3/2018