ΠτΔ: Η Ελλάδα στον σύγχρονο κόσμο χρειάζεται ενότητα και αυτοπεποίθηση
Τα μήνυματα Παυλόπουλου σε ημερίδα
Χαιρετισμό στην ημερίδα «Η Ελλάδα στον σύγχρονο κόσμο: Η εθνική ταυτότητα και οι προκλήσεις του 21ου αιώνα» απηύθυνε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, επισημαίνοντας την ανάγκη αποκατάσταση του κύρους της Ελλάδας σε ευρωπαίκό επίπεδο, αλλά και του ρόλου που παίζει και οφείλει να παίξει η ΕΕ στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Τα βασικά σημεία της ομιλίας του:
«Η σημερινή Ημερίδα μου παρέχει την ευκαιρία να εκθέσω μια σημαντική πτυχή του Εθνικού μας Χρέους, ήτοι εκείνη που αφορά τον προσδιορισμό βασικών στοιχείων της αποστολής της Ελλάδας στον Σύγχρονο Κόσμο.
Πριν από όλα οφείλουμε να γνωρίζουμε, ως Λαός και ως Έθνος, ότι την αποστολή αυτή καθορίζει η ίδια η Ιστορία της Ελλάδας και, συγκεκριμένα, η βαριά κληρονομιά των Προγόνων μας. Οι οποίοι, με την απαράμιλλη δημιουργία τους, ιδίως κατά την περίοδο άνθησης του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, έσκαψαν τα θεμέλια και έθεσαν τις βάσεις του Πολιτισμού και της Δημοκρατίας όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά της Ευρώπης και, γενικότερα, της Δύσης.
Δεν μπορούμε όμως, κατ’ ουδένα τρόπο, ν’ αρκεσθούμε στις «δάφνες» αυτές της βαριάς εθνικής μας κληρονομιάς, για να πορευθούμε στον Σύγχρονο Κόσμο. Δεν ξεχνάμε την ρήση του Πλάτωνος στον «Μενέξενο»: «Ανδρί οιομένω τι είναι ουκ έστιν αίσχιον ουδέν, ή παρέχειν εαυτόν τιμώμενον μη δι’ εαυτόν αλλά δια δόξαν προγόνων».
Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο οφείλουμε, υπό συνθήκες αρραγούς ενότητας αφού πρόκειται για Εθνικό Στόχο -άλλωστε, ουδείς μπορεί να παραβλέπει τι μας στοίχισε, διαχρονικώς, η διχόνοια και ο διχασμός- να θωρακίσουμε την Ελλάδα του σήμερα, έναντι των, υπαρξιακών για το μέλλον της, σύγχρονων προκλήσεων. Ιδίως δε οφείλουμε:
Να αποκαταστήσουμε το κύρος του Τόπου μας, τόσο στο πεδίο της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας όσο και διεθνώς, στο ύψος εκείνο που δίνει στο Λαό μας και το Έθνος μας την δύναμη και τα εφόδια για να προσθέσει την δική του συμβολή στο χτίσιμο του Σύγχρονου Κόσμου.
Κυρίως δε -και αναλογιζόμενοι το μεγάλο κόστος των σφαλμάτων του πρόσφατου παρελθόντος- να δώσουμε στις γενιές που έρχονται τα μέσα και τις ευκαιρίες, προκειμένου να οικοδομήσουν το μέλλον της Χώρας μας, σύμφωνα με τις, πραγματικά ανεξάντλητες, δυνατότητές τους. Πρώτιστο δε μέλημά μας, προς αυτή την κατεύθυνση, είναι η υπεράσπιση των Εθνικών μας Θεμάτων -επέκεινα δε των Εθνικών μας Δικαίων- κατά τις αρχές και τις αξίες που μας εμπνέει διαχρονικώς ο Όρκος των Αθηναίων Εφήβων: «Την Πατρίδα ουκ ελάσσω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσης αν παραδέξωμαι».
Πέραν τούτου όμως πρέπει να έχουμε επίγνωση, δίχως αλαζονεία αλλά με πίστη στις δυνάμεις μας και την αξία μας, ότι η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει τον ρόλο που της αναλογεί, τόσο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και στο πλαίσιο της Διεθνούς Κοινότητας.
Ως προς τον ευρωπαϊκό μας ρόλο, διευκρινίζω τα εξής: Όσοι μετέχουμε στην ΕΕ, έχοντας συνείδηση πραγματικού Ευρωπαίου Πολίτη που οδηγεί στον κοινό αγώνα για την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, οφείλουμε να κατανοούμε ότι ο ρόλος της υπερβαίνει τους Λαούς της και είναι, κυριολεκτικώς, πλανητικός. Με την έννοια ότι ο ρόλος αυτός είναι καθοριστικός για την πορεία της Ανθρωπότητας στο σύνολό της, αναφορικά με τον προορισμό της.
Και για να γίνω σαφέστερος: Ο ως άνω ρόλος δεν είναι αμιγώς οικονομικός, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση -βεβαίως επιδιώκοντας πάντοτε την οικονομική ανάπτυξη των Λαών της υπό όρους υγιούς ελεύθερου ανταγωνισμού στο πλαίσιο του γνήσιου φιλελευθερισμού- δεν δημιουργήθηκε για να κατακτήσει, με κάθε κόστος, την παγκόσμια οικονομική κορυφή. Ακόμη περισσότερο, και πάλι με βάση τους όρους δημιουργίας της, η Ευρωπαϊκή Ένωση -βεβαίως πάντοτε υπερασπιζόμενη τα σύνορα και την εδαφική ακεραιότητα των κρατών-μελών, που είναι και δικά της σύνορα και δική της εδαφική ακεραιότητα- δεν είναι προορισμένη να καταστεί η ισχυρότερη, παγκοσμίως, στρατιωτική δύναμη.
Ο πλανητικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνίσταται στο ότι -με βάση την Ιστορία της, τον Πολιτισμό της και τις συνθήκες γέννησης του οράματος που οδηγεί τα βήματα της ολοκλήρωσής της- οφείλει να εξελιχθεί στην δύναμη εκείνη που θα υπερασπισθεί υπαρξιακές, όπως προανέφερα, για την Ανθρωπότητα αρχές και αξίες. Πρόκειται για τις αρχές και τις αξίες της Ειρήνης, της Δημοκρατίας -ειδικότερα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας- και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κυρίως δε των Δικαιωμάτων που συνδέονται αρρήκτως με την έννοια της Δικαιοσύνης, ιδίως δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να γίνει η ακόλουθη διευκρίνιση: Δεν ισχυρίζομαι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέχει, οιονεί κληρονομικώς, το μονοπώλιο της υπεράσπισης των προμνημονευόμενων αρχών και αξιών. Είναι όμως γεγονός, ιστορικώς και πολιτισμικώς αναμφισβήτητο, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με ολοκληρωμένο το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα, είναι η καταλληλότερη για να υπερασπισθεί, με μεγαλύτερη συνέπεια και αποτελεσματικότητα, σε παγκόσμιο επίπεδο τις αρχές και τις αξίες που προαναφέρθηκαν.
Ως προς τον ρόλο μας στο πεδίο της Διεθνούς Κοινότητας εν γένει, ιδίως στους σημερινούς ταραγμένους καιρούς, την αποστολή της Ελλάδας, κατά την μακραίωνη και ένδοξη ιστορική της διαδρομή, συνθέτουν, κατ’ εξοχήν:
Η υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου στο σύνολό του, δεδομένου ότι μόνον υπό όρους πλήρους και ανυπόκριτου σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου είναι δυνατό να εμπεδωθεί η Ειρήνη. Η οποία συνιστά conditio sine qua non για την αρμονική συνεργασία των Λαών στον δρόμο της δημιουργίας, σύμφωνα με τον γνήσιο και αρχετυπικό προορισμό του Ανθρώπου. Τούτο σημαίνει, επιπλέον, ότι η υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου πρέπει να επιχειρείται πάνω στις θεμελιώδεις αντηρίδες του Ανθρωπισμού και της Αλληλεγγύης. Ειδικώς αναφέρομαι στην υπεράσπιση εκείνου του τμήματος του Διεθνούς Δικαίου, το οποίο καθορίζει τις θεσμικές-κανονιστικές συντεταγμένες των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μ’ έμφαση στα Κοινωνικά Δικαιώματα που στηρίζουν τον πυλώνα του Κοινωνικού Κράτους. Διότι, ιδίως υπό τις σημερινές κρίσιμες συνθήκες, οφείλουμε να έχουμε πλήρη επίγνωση ότι το Κοινωνικό Κράτος είναι η πιο αποτελεσματική εγγύηση της Κοινωνικής Δικαιοσύνης και της Κοινωνικής Συνοχής, δίχως τις οποίες δεν είναι νοητή η εμπέδωση της Ειρήνης σε πλανητικό επίπεδο.
Η προώθηση του διαλόγου των Πολιτισμών, δεδομένου ότι μόνο μεσ’ από την αλληλοκατανόηση μεταξύ των Λαών, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά καθενός, είναι δυνατό ν’ αποφύγουμε μοιραίες καταστάσεις. Οι οποίες δεν οφείλονται -όπως πεπλανημένως υποστηρίζουν ορισμένοι- στην «σύγκρουση Πολιτισμών», αλλά, τουλάχιστον κατά κύριο λόγο, στην ελλιπή γνώση κάποιου Πολιτισμού και στην ανεύθυνη υποτίμηση των βαρύτατων συνεπειών, που προκύπτουν από την περιφρόνηση των επιμέρους πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων και από την αλαζονεία μιας νοοτροπίας δήθεν «φυσικής υπεροχής» κάποιου Πολιτισμού.
Με τις σκέψεις αυτές σας συγχαίρω για την διοργάνωση αυτής της τόσο επίκαιρης και τόσο ουσιαστικής Ημερίδας, ευχόμενος κάθε επιτυχία στις εργασίες σας και εκφράζοντας την ελπίδα η πρωτοβουλία σας να βρει και άλλους μιμητές.»