Τις συνθήκες της φονικής πυρκαγιάς με τους ισχυρότατους ανέμους χωρίς προηγούμενο, τις επαναλαμβανόμενες μάντρες από το Κόκκινο Λιμανάκι έως το Μάτι και ακόμη παραπέρα, τον παραλιακό δρόμο- λαβύρινθο που σπάνια σε αφήνει να δεις θάλασσα σε όλο το μήκος του αλλά και την άναρχη δόμηση και αυθαιρεσία καταγράφει τηλεοπτικό οδοιπορικό του Αθηναϊκού/ Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων και του Γιώργου Κουβαρά στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά, αναζητώντας απάντηση στο γιατί κάηκαν ζωντανοί σε σπίτια, αυτοκίνητα και περιφραγμένα οικόπεδα 88 άτομα. To video περιλαμβάνει φωτογραφίες και οπτικο-ακουστικά ντοκουμέντα και από τους φωτορεπόρτερ του Πρακτορείου.

Στο ρεπορτάζ καταθέτουν μαρτυρίες κάτοικοι της περιοχής, ο φωτορεπόρτερ του ΑΠΕ- ΜΠΕ Αλέξανδρος Βλάχος, ενώ αποκαλύπτουν πώς φτάσαμε στην τραγωδία η κ. Μαργαρίτα Καραβασίλη, πρώην ειδική γραμματέας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, καθώς και ο άνθρωπος που έφτιαξε τους δασικούς χάρτες της περιοχής δασολόγος, περιβαλλοντολόγος Νίκος Χλύκας.

«Άνεμος και τυφώνας μαζί...»

Ήταν Δευτέρα νωρίς το απόγευμα και στον υψηλότερο λόφο του Νέου Βουτζά, ο θυρωρός στο Λύρειο ίδρυμα έβλεπε στην τηλεόραση τις φωτιές στην Κινέττα χωρίς να ανησυχεί ιδιαίτερα.

«Αλλά όταν σηκώθηκα αργότερα και είδα να επιχειρούν εναέρια μέσα απέναντι στην Καλλιτεχνούπολη αισθάνθηκα ότι κάτι δεν πάει καλά. Ησύχασα μόνο όταν άρχισε να εκκενώνεται ο κόσμος από εδώ και να φεύγουν τα πουλμανάκια», μας λέει με επιφύλαξη καθώς εδώ μόνο η υπεύθυνη έχει δικαίωμα να μιλάει για το οτιδήποτε.

Από εκεί και πέρα όλα πήγαν πολύ γρήγορα. Ο αέρας «όχι μόνο ήταν δυνατός αλλά θύμιζε τυφώνα». Στο Λύρειο πρόλαβαν να εκκενώσουν το Γηροκομείο το οποίο σε λίγη ώρα θα παραδιδόταν στις φλόγες. Αυτό το κτίριο είχε σωθεί πολλές φορές αλλά τώρα δεν γλίτωσε.

Η Έλενα Αργυροπούλου, με τους γονείς της στο Μάτι βρισκόταν στην είσοδο του Νέου Βουτζά. Είδε αυτή την εικόνα αλλά δεν πίστεψε ότι αρκούσε μόνο μισή ώρα για να φτάσει η φωτιά στη λεωφόρο Μαραθώνος.

«Ο αέρας ήταν τραγικός. Όταν πήγα στον Βουτζά για να δούμε πού ήταν η φωτιά, έβλεπα τους καπνούς μακριά. Έβλεπα τα βουναλάκια και τα σπίτια και έλεγα μέχρι να τα περάσει όλα αυτά θα αργήσει. Πρέπει να κάψει πρώτα όλα αυτά τα σπίτια αποκλείεται να φτάσει στην πλευρά μας. Και όμως πέρασε όλα τα σπίτια σε μισή ώρα και έφτασε μέχρι το σπίτι στη δεύτερη είσοδο. Δηλαδή τι απόσταση είναι από το Λύρειο μέχρι εκεί».

Η φωτιά κατέβαινε γρήγορα προς τα κάτω. Οι πυροσβέστες στην περιοχή δυσκολεύονται να προσδιορίσουν πού πρέπει να αναπτυχθούν. Οι καπνοί σιγά- σιγά πνίγουν την περιοχή.

Ο φωτορεπόρτερ του Αθηναϊκού/ Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων Αλέξανδρος Βλάχος φτάνει σε έναν λόφο περίπου στη μέση του οικισμού του Νέου Βουτζά.

«Έφτασα περίπου στις έξι παρά δέκα στο σημείο και είδα όλο τον λόφο να έχει αρπάξει φωτιά. Υπήρχαν στο σημείο δυο τρεις κάτοικοι των σπιτιών τριγύρω, που με λάστιχα στα χέρια από τα σπίτια τους προσπαθούσαν να σβήσουν τις μικρές εστίες που υπήρχαν εδώ πέρα στον δρόμο. Ξεκίνησα να τραβάω έξι παρά δέκα. Εκείνη τη στιγμή φαινόταν η κατάσταση να έχει ηρεμήσει. Δεν υπήρχαν τεράστιες φλόγες εδώ σε αυτό το σημείο. Και έτσι αποφάσισα να πάω πιο κάτω».

Η ένταση του ανέμου και κυρίως η συμπεριφορά του με τις συνεχείς αλλαγές κατεύθυνσης, σύντομα, θα δυσκολέψει πολύ την κατάσταση στην περιοχή.

Ο φωτορεπόρτερ του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ξαφνικά βρίσκεται μέσα σε πυκνούς καπνούς που, όπως λέει, έκαναν αδύνατη την οπτική πλέον δυνατότητα αλλά και τον δυσκόλευαν στην αναπνοή. Αναγκάζεται να αφήσει το μηχανάκι του και να φύγει με περαστικό αυτοκίνητο προς τη Νέα Μάκρη. Για εκείνον ήταν προφανές ότι η φωτιά θα περνούσε τη Λεωφόρο Μαραθώνος καθώς ήδη έβλεπε μικρές εστίες να δημιουργούνται στην απέναντι πλευρά.

Μποτιλιάρισμα στη Μαραθώνος

Ο πανικός ξεκινά όταν η φωτιά θα γίνει ανεξέλεγκτη κοντά στη Λεωφόρο Μαραθώνος. Οι προσπάθειες κατάσβεσης δείχνουν να μην επαρκούν. Οι φλόγες ξεφεύγουν προς το Κόκκινο Λιμανάκι και το Μάτι. Όλα πάνε πολύ γρήγορα. Ερωτηματικό παραμένει γιατί και πότε η τροχαία στρέφει τα αυτοκίνητα προς την κεντρική λεωφόρο στο Μάτι αφού είναι γνωστό ότι είναι στενός δρόμος με στροφές και πολλοί θα μπορούσαν να εγκλωβιστούν.

«Εγώ έφυγα προς την Μαραθώνος και ευτυχώς δεν άκουσα την προτροπή να φύγουμε μέσω της παραλιακής στο Μάτι», υπογραμμίζει η Έλενα Αργυροπούλου, και εξηγεί ότι αυτός δεν είναι δρόμος διαφυγής αλλά αντιθέτως γι αυτούς που γνωρίζουν την περιοχή τον αποφεύγουν ακόμη και καθημερινές τους καλοκαιρινούς μήνες καθώς το μποτιλιάρισμα είναι παραπάνω από σίγουρο.

Η φωτιά τρέχει με παραπάνω από 100 χιλιόμετρα την ώρα με κατεύθυνση τη θάλασσα, και καίει τα πάντα γρήγορα. Ο πανικός πλέον κυριαρχεί καθώς τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει την πυρκαγιά. Η νύχτα, επιπλέον, δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Οι πληροφορίες είναι μεμονωμένες και ελλιπείς.

Εκείνη την ώρα κανείς δεν γνωρίζει την ακριβή κατάσταση αφού κανείς δεν μπορεί να πλησιάσει. Τα πρώτα μηνύματα μιλούν για ανθρώπους στις παραλίες όπου και εκεί η φωτιά καίει σχεδόν μέσα στη θάλασσα και οι καπνοί τούς πνίγουν και πρέπει να κολυμπήσουν στα βαθειά. Η αποκάλυψη θα γίνει τις πρώτες πρωινές ώρες και θα είναι τραγική.

Αποκαλυπτικά τα καμένα αυτοκίνητα

Καταγράφουμε με την κάμερα δεκάδες αυτοκίνητα καμένα. Πολλά με ανοιχτές πόρτες γεγονός που δείχνει ότι τα παράτησαν οι ιδιοκτήτες τους και έτρεξαν προς το νερό για να μην καούν... Ένα Γάλλος τουρίστας, ο Μπενουά από το Μονπελιέ, σε διακοπές με την κόρη του και τον ανιψιό του στο Μάτι, είναι από αυτούς που άφησαν το αυτοκίνητο και βγήκαν σε παραλία. Υπολογίζει πάνω από 600 τα άτομα στην παραλία μέσα στο νερό, μαζί τους πολλά μικρά παιδιά.

Ο φωτορεπόρτερ του Αθηναϊκού/ Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων Παντελής Σαΐτας θα είναι μάρτυρας στην πιο τραγική εικόνα της τραγωδίας. Μέσα σε ένα κτήμα βρίσκουν 26 απανθρακωμένους ανθρώπους οι περισσότεροι από αυτούς σφιχταγκαλιασμένοι. Δεν κατάφεραν με τους καπνούς και την πίεση να βρουν την πόρτα που οδηγούσε στη θάλασσα.

«Αυτό που πρέπει να συγκρατήσει κανείς, δηλώνει η κ. Μαργαρίτα Καραβασίλη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, είναι ότι σε μια περιοχή δομημένη πολύ πυκνά, μέσα στον χρόνο, η οποία ήταν σχεδόν στο σύνολό της δασική, υπήρχε έλλειμμα υποδομών. Έλλειμμα δρόμων να δίνουν μια διέξοδο και μια ασφάλεια στους κατοίκους και σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης όπως ήταν αυτή, δεν υπήρχε μια εικόνα στο πού μπορεί κανείς να πάει για να σωθεί».

Οι μάντρες της αυθαιρεσίας και οι πιέσεις

Από το Κόκκινο Λιμανάκι ως τον Άγιο Ανδρέα και ειδικά στο Μάτι βλέπει κανείς μάντρες ιδιόκτητων σπιτιών και ξενοδοχείων. Όχι τη θάλασσα. Η πρόσβαση σε παραλίες για όσους δεν γνωρίζουν την περιοχή είναι δύσκολη. Μια μορφολογία τελείως άγνωστη για ορισμένους που εμποδίζει να περάσεις από τον παράλληλο δρόμο στη θάλασσα.

Δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να καταλάβεις ότι η περιοχή οικοδομήθηκε με άναρχο τρόπο, ότι δεν υπάρχει σχέδιο πόλης σε πολλά σημεία και εκτός από τους καπνούς μυρίζει ρουσφέτια και υπόγειες, χωρίς υπερβολή, μαφιόζικες διαδρομές.

Η Μαργαρίτα Καραβασίλη, αρχιτέκτων πολεοδόμος, η οποία επιχειρούσε να βάλει τάξη και ως ειδική γραμματέας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, το είχε νιώσει στην κυριολεξία.

«Ήταν μια δύσκολη περίοδος», υπογραμμίζει στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και αποκαλύπτει:

«Δύσκολη εποχή γιατί υπήρχε και ένα κύκλωμα που δρούσε στην περιοχή, που συνελήφθησαν μάλιστα ως εταιρεία δολοφόνων που έπαιρναν περιουσίες από ηλικιωμένους. Αισθάνθηκα πολλές φορές απειλή με την έννοια ότι αν δεν το κάνεις θα κινδυνεύσεις, τα παιδιά σου. Αυτό δεν ήταν άγνωστο το γνώριζαν οι υπουργοί και τα λέγαμε .Προσπαθούσαμε να διαφυλάξουμε τους εαυτούς μας, προκειμένου να κάνουμε τη δουλειά μας όπως έπρεπε».

Η κ. Καραβασίλη εξηγεί γιατί θα πρέπει να υπάρξει ένα οικιστικό εθνικό πρόγραμμα τώρα και τάσσεται υπέρ της κατεδάφισης σε ό,τι πρέπει να κατεδαφιστεί αν και η εμπειρία της λέει ότι «εάν κατοικείται ένα σπίτι δύσκολα κατεδαφίζεται».

Δίνοντας τη δική της άποψη για το τραγικό συμβάν στο μαντρωμένο οικόπεδο η κ. Καραβασίλη τονίζει στην τηλεοπτική έρευνα του ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι στην «παράκτια γραμμή πρέπει κάθε 100 μέτρα να υπάρχει διέξοδος προς τη θάλασσα και αυτό δεν έγινε στο Μάτι λόγω της άναρχης και χωρίς σχέδιο ανάπτυξης της περιοχής».

Πραγματοποιώντας το οδοιπορικό μας θελήσαμε να καταγράψουμε τη διαδρομή που επιχείρησαν να κάνουν μέσα στο κτήμα ως την πόρτα τα άτυχα 26 άτομα που βρέθηκαν στην ιδιοκτησία του κ. Φράγκου όπου με αναρτημένη πινακίδα απαγορεύεται η είσοδος σε όλους. Μέλος της οικογένειας των ιδιοκτητών και γείτονες δεν μας το επέτρεψαν, μας υπενθύμισαν ότι πρόκειται για ιδιωτικό χώρο και αν το επιχειρούσαμε «θα φώναζαν την αστυνομία», κάτι που καταγράφεται στο video του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Ο πρόεδρος του Πανελλαδικού Συνδέσμου Μελετητών Γεωτεχνικών, Νίκος Χλύκας υπογραμμίζει ότι στο Μάτι όλα έγιναν υπό την ανοχή του κράτους, και δεν θα πρέπει να γίνουν τα ίδια λάθη. «Δεν μπορούμε να λέμε είναι παράνομο το αφήνω, κάτι πρέπει να γίνει, να κατεδαφιστούν», σημειώνει στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.