ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
«Χαστούκι» της Eurostat: Ο κατώτατος μισθός είναι χαμηλότερος ακόμη και από το 2010 -Μόνο στην Ελλάδα μειώθηκε
«Χαστούκι» για την Ελλάδα αποτελεί η πρόσφατη έρευνα με τα στατιστικά στοιχεία της Eurostat αναφορικά με τους χαμηλούς μισθούς στις 27 χώρες της Ε.Ε.
Η Ελλάδα παρουσιάζεται ως η μόνη χώρα η οποία εμφανίζει μειωμένο κατώτατο μισθό τον Ιανουάριο του 2020 συγκριτικά με τον Ιανουάριο του 2010 και μάλιστα κατά 12% (αν η μείωση απλώνονταν σε όλη την 10ετία τότε θα μιλούσαμε για μια μέση ετήσια μείωση της τάξης του 1,3%).
Μάλιστα αν και υπήρξε αύξηση το 2019, όπως φαίνεται ο αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης (μείωση των ελάχιστων απολαβών κατά 22% το 2012) παραμένει αισθητός στο επίπεδο των μισθών.
Αξίζει να επισημανθεί πως η ίδια έρευνα συγκρίνει τις σημερινές αποδοχές με τον κατώτατο μισθό των 739,56 ευρώ, που ίσχυε από 1/5/2009 έως 1/7/2011, πριν δηλαδή την αύξηση που δόθηκε τον Ιούλιο του 2011 κατά 1,6% στη βάση της τελευταίας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) με μισθολογικούς όρους.
Αναλυτικότερα, ο μισθός των 739 ευρώ – ο οποίος το 2011 έγινε 751 ευρώ για να μειωθεί το 2012 στα 586 ευρώ – συγκρίνεται με τον κατώτατο που ισχύει από τον Φεβρουάριο του 2019, δηλαδή με τα 650 ευρώ. Επειδή ο ελληνικός μισθός καταβάλλεται 14 φορές το χρόνο λόγω των Δώρων – όπως συμβαίνει επίσης στην Ισπανία και την Πορτογαλία – η συγκρίσιμη ονομαστική τιμή του ανεβαίνει στα 758€ (650€ συν 1/12 από τα δώρα).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat λοιπόν, φαίνεται πως η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα από την Ε.Ε. των 27 στην οποία ο κατώτατος μισθός παραμένει χαμηλότερος την τελευταία 10ετία (από το 2010) ενώ έχει υπάρξει θετική μεταβολή των ελάχιστων μισθών σε όλες τις άλλες χώρες ακόμη και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που εφήρμοσαν μνημόνιο, όπως είναι η Πορτογαλία.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως ο μισθός της Ελλάδας παραμένει σε μεσαία προς σχετικά καλά επίπεδα, αν συγκριθεί σε απόλυτες τιμές με τους βασικούς μισθούς στην υπόλοιπη Ευρώπη και επειδή καταβάλλεται 14 και όχι 12 φορές τον χρόνο λόγω των Δώρων.
Ειδικότερα, η Ρουμανία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση την τελευταία 10ετία, η οποία μεταφραζόμενη σε ετήσια βάση κυμαίνεται κοντά στο 12,5% ανά χρονιά. Αντίστοιχα σημαντική είναι η αύξηση και στην Λιθουανία η οποία σε ετήσιο επίπεδο κυμαίνεται στο 10,1%. Την ίδια στιγμή χώρες των Βαλκανίων και του πρώην ανατολικού μπλοκ – όπου φυσικά οι μισθοί ήταν σε δυσθεώρητα χαμηλά επίπεδα το 2010 – εμφανίζουν εξίσου σημαντικές αυξήσεις μισθών κάθε χρόνο την τελευταία 10ετία:
Αναλυτικότερα:
Η Ισπανία και η Πορτογαλία που είναι «συγκρίσιμες» με την Ελλάδα χώρες (και στις δύο χώρες καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο) φαίνεται ότι έχουν επίσης αυξήσεις την τελευταία 10ετία.
Πιο συγκεκριμένα:
Σε απόλυτες τιμές, τα στοιχεία της Eurostat κατατάσσουν τις χώρες της Ε.Ε. των 27 σε 3 ομάδες:
Η Eurostat συνδυάζοντας τα μικροστοιχεία από τις δύο τελευταίες τετραετείς έρευνες για τη διάρθρωση των αποδοχών με το επίπεδο των κατώτατων μισθών που ίσχυαν εκείνη τη χρονική στιγμή (Οκτώβριος 2010 και 2014), κάνει μια εκτίμηση των ποσοστών των εργαζομένων με τους χαμηλότερους μισθούς. Για λόγους συγκρισιμότητας, το πεδίο περιορίστηκε σε εργαζομένους πλήρους απασχόλησης και ηλικίας 21 ετών και άνω, οι οποίοι εργάζονται σε επιχειρήσεις με τουλάχιστον 10 εργαζομένους, με εξαίρεση τον τομέα της δημόσιας διοίκησης, της άμυνας και της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης.
Παράλληλα, από τις μηνιαίες αποδοχές εξαιρέθηκαν οι αποδοχές από υπερωρίες και βάρδιες.
Τον Οκτώβριο του 2014, το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονταν με λιγότερο από το 105% του εθνικού κατώτατου μισθού υπερέβαινε το 7,0 % σε δέκα κράτη μέλη της ΕΕ τα οποία διέθεταν κατώτατο μισθό και συγκεκριμένα: τη Σλοβενία (19,1 %), τη Ρουμανία (15,7 %), την Πορτογαλία (13,0 %), την Πολωνία (11,7 %), τη Βουλγαρία (8,8 %); τη Γαλλία (8,4 %), τη Λιθουανία (8,1 %), τη Λετονία (7,9 %), την Ελλάδα (7,7 %) και την Κροατία (7,1 %).
Στο Βέλγιο (0,4 %) καταγράφεται το χαμηλότερο ποσοστό εργαζομένων των οποίων οι αποδοχές είναι μικρότερες από το 105 % του εθνικού κατώτατου μισθού, ενώ το ποσοστό των εργαζομένων στα υπόλοιπα δέκα κράτη μέλη που αμείβονται λιγότερο από το ποσό αυτό κυμαινόταν από 1,0 % (Ισπανία) έως 5,8 % (Λουξεμβούργο).
Η Ελλάδα παρουσιάζεται ως η μόνη χώρα η οποία εμφανίζει μειωμένο κατώτατο μισθό τον Ιανουάριο του 2020 συγκριτικά με τον Ιανουάριο του 2010 και μάλιστα κατά 12% (αν η μείωση απλώνονταν σε όλη την 10ετία τότε θα μιλούσαμε για μια μέση ετήσια μείωση της τάξης του 1,3%).
Μάλιστα αν και υπήρξε αύξηση το 2019, όπως φαίνεται ο αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης (μείωση των ελάχιστων απολαβών κατά 22% το 2012) παραμένει αισθητός στο επίπεδο των μισθών.
Αξίζει να επισημανθεί πως η ίδια έρευνα συγκρίνει τις σημερινές αποδοχές με τον κατώτατο μισθό των 739,56 ευρώ, που ίσχυε από 1/5/2009 έως 1/7/2011, πριν δηλαδή την αύξηση που δόθηκε τον Ιούλιο του 2011 κατά 1,6% στη βάση της τελευταίας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) με μισθολογικούς όρους.
Αναλυτικότερα, ο μισθός των 739 ευρώ – ο οποίος το 2011 έγινε 751 ευρώ για να μειωθεί το 2012 στα 586 ευρώ – συγκρίνεται με τον κατώτατο που ισχύει από τον Φεβρουάριο του 2019, δηλαδή με τα 650 ευρώ. Επειδή ο ελληνικός μισθός καταβάλλεται 14 φορές το χρόνο λόγω των Δώρων – όπως συμβαίνει επίσης στην Ισπανία και την Πορτογαλία – η συγκρίσιμη ονομαστική τιμή του ανεβαίνει στα 758€ (650€ συν 1/12 από τα δώρα).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat λοιπόν, φαίνεται πως η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα από την Ε.Ε. των 27 στην οποία ο κατώτατος μισθός παραμένει χαμηλότερος την τελευταία 10ετία (από το 2010) ενώ έχει υπάρξει θετική μεταβολή των ελάχιστων μισθών σε όλες τις άλλες χώρες ακόμη και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που εφήρμοσαν μνημόνιο, όπως είναι η Πορτογαλία.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως ο μισθός της Ελλάδας παραμένει σε μεσαία προς σχετικά καλά επίπεδα, αν συγκριθεί σε απόλυτες τιμές με τους βασικούς μισθούς στην υπόλοιπη Ευρώπη και επειδή καταβάλλεται 14 και όχι 12 φορές τον χρόνο λόγω των Δώρων.
Ειδικότερα, η Ρουμανία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση την τελευταία 10ετία, η οποία μεταφραζόμενη σε ετήσια βάση κυμαίνεται κοντά στο 12,5% ανά χρονιά. Αντίστοιχα σημαντική είναι η αύξηση και στην Λιθουανία η οποία σε ετήσιο επίπεδο κυμαίνεται στο 10,1%. Την ίδια στιγμή χώρες των Βαλκανίων και του πρώην ανατολικού μπλοκ – όπου φυσικά οι μισθοί ήταν σε δυσθεώρητα χαμηλά επίπεδα το 2010 – εμφανίζουν εξίσου σημαντικές αυξήσεις μισθών κάθε χρόνο την τελευταία 10ετία:
- Βουλγαρία – 9,8% σε ετήσια βάση. Ο μισθός από 122,71€ έφτασε στα 311,89€. Σωρευτική αύξηση 154%
- Εσθονία – 7,7% σε ετήσια βάση. Ο μισθός από 278,02€ έφτασε στα 584€. Σωρευτική αύξηση 110%
- Τσεχία – 6,7% σε ετήσια βάση. Ο μισθός από 302,19€ έφτασε στα 574,62€. Σωρευτική αύξηση 90%
- Πολωνία – 6,6% σε ετήσια βάση. Ο μισθός από 320,87€ έφτασε στα 610,79€. Σωρευτική αύξηση 90%
- Σλοβακία – 6,5% σε ετήσια βάση. Ο μισθός από 307,7€ έφτασε στα 580€. Σωρευτική αύξηση 88,5%
Αναλυτικότερα:
- Βέλγιο – σωρευτική αύξηση 10ετίας 14,8%. Ο μισθός από 1.387€ το 2010 έφτασε στα 1.593€ το 2020.
- Γαλλία – σωρευτική αύξηση 10ετίας 14,5%. Ο μισθός από 1.343€ το 2010 έφτασε στα 1.539€ το 2020.
- Λουξεμβούργο – σωρευτική αύξηση 10ετίας 27,2%. Ο μισθός από 1.682€ το 2010 έφτασε στα 2.141€ το 2020.
- Ολλανδία – σωρευτική αύξηση 10ετίας 16,2%. Ο μισθός από 1.407€ το 2010 έφτασε στα 1.635€ το 2020.
- Ιρλανδία – σωρευτική αύξηση 10ετίας 13,3%. Ο μισθός από 1.461€ το 2010 έφτασε στα 1.656€ το 2020.
Η Ισπανία και η Πορτογαλία που είναι «συγκρίσιμες» με την Ελλάδα χώρες (και στις δύο χώρες καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο) φαίνεται ότι έχουν επίσης αυξήσεις την τελευταία 10ετία.
Πιο συγκεκριμένα:
- Πορτογαλία – σωρευτική αύξηση 10ετίας 33,6%. Ο μισθός από 475€ (554,17€ αν συμπεριληφθεί και η αναλογία των δώρων) το 2010 έφτασε στα 635€ (740,83€ αν συμπεριληφθεί και η αναλογία των δώρων) το 2020.
- Ισπανία – σωρευτική αύξηση 10ετίας 42,2%. Ο μισθός από 632,5€ (738€ αν συμπεριληφθεί και η αναλογία των δώρων) το 2010 έφτασε στα 900€ (1.050€ αν συμπεριληφθεί και η αναλογία των δώρων) το 2020.
Σε απόλυτες τιμές
Σε απόλυτες τιμές, τα στοιχεία της Eurostat κατατάσσουν τις χώρες της Ε.Ε. των 27 σε 3 ομάδες:
- Στην πρώτη ομάδα ανήκουν χώρες με κατώτατο μισθό κάτω των 500€ : Βουλγαρία (312€), Λετονία, Ρουμανία και Ουγγαρία (487€).
- Στην δεύτερη ομάδα ανήκουν χώρες με κατώτατο μισθό 500€ έως 1.000€ : Κροατία (546€), Τσεχία, Σλοβακία, Εσθονία, Λιθουανία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Μάλτα και Σλοβενία (941€).
- Στην τρίτη ομάδα ανήκουν χώρες με κατώτατο μισθό πάνω από 1.000€ : Ισπανία (1.050€), Γαλλία, Γερμανία (1.584€ τον Ιανουάριο του 2020 αλλά χωρίς διαθέσιμα στοιχεία για τον Ιανουάριο του 2010), Βέλγιο, Ολλανδία, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο (2.142€).
Ποσοστά εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό
Η Eurostat συνδυάζοντας τα μικροστοιχεία από τις δύο τελευταίες τετραετείς έρευνες για τη διάρθρωση των αποδοχών με το επίπεδο των κατώτατων μισθών που ίσχυαν εκείνη τη χρονική στιγμή (Οκτώβριος 2010 και 2014), κάνει μια εκτίμηση των ποσοστών των εργαζομένων με τους χαμηλότερους μισθούς. Για λόγους συγκρισιμότητας, το πεδίο περιορίστηκε σε εργαζομένους πλήρους απασχόλησης και ηλικίας 21 ετών και άνω, οι οποίοι εργάζονται σε επιχειρήσεις με τουλάχιστον 10 εργαζομένους, με εξαίρεση τον τομέα της δημόσιας διοίκησης, της άμυνας και της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης.
Παράλληλα, από τις μηνιαίες αποδοχές εξαιρέθηκαν οι αποδοχές από υπερωρίες και βάρδιες.
Τον Οκτώβριο του 2014, το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονταν με λιγότερο από το 105% του εθνικού κατώτατου μισθού υπερέβαινε το 7,0 % σε δέκα κράτη μέλη της ΕΕ τα οποία διέθεταν κατώτατο μισθό και συγκεκριμένα: τη Σλοβενία (19,1 %), τη Ρουμανία (15,7 %), την Πορτογαλία (13,0 %), την Πολωνία (11,7 %), τη Βουλγαρία (8,8 %); τη Γαλλία (8,4 %), τη Λιθουανία (8,1 %), τη Λετονία (7,9 %), την Ελλάδα (7,7 %) και την Κροατία (7,1 %).
Στο Βέλγιο (0,4 %) καταγράφεται το χαμηλότερο ποσοστό εργαζομένων των οποίων οι αποδοχές είναι μικρότερες από το 105 % του εθνικού κατώτατου μισθού, ενώ το ποσοστό των εργαζομένων στα υπόλοιπα δέκα κράτη μέλη που αμείβονται λιγότερο από το ποσό αυτό κυμαινόταν από 1,0 % (Ισπανία) έως 5,8 % (Λουξεμβούργο).