ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
UBS ΣΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ: Η Ελλάδα θα είναι από τις κερδισμένες περιοχές
Οι Tilmann Kolb, Θέμης Θεμιστοκλέους και Sacha Holderegger του Ελβετικού πολυεθνικού τραπεζικού κολοσσού μιλούν αποκλειστικά για την επόμενη ημέρα της κρίσης, τους κινδύνους, τις αλλαγές στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα αλλά και τις νέες επενδυτικές ευκαιρίες
Η σειρά της Ελλάδας έχει έρθει και οι προκλήσεις είναι μπροστά. Πρώτα για την επιβίωση κι ύστερα για μια αποτελεσματική εξέλιξη. Αν το θέλει, και δεν εφησυχαστεί στην αξιοπιστία που κέρδισε κατά τη διαχείριση της πανδημίας του COVID-19, θα πιάσει στα απειλητικά κύματα το σωστό πλανάρισμα, μετατρέποντας την πιο ταραχώδη περίοδο σε ευκαιρία.
Το αντιλαμβάνονται κι οι μεγάλοι παίκτες.
Ο ελβετικός πολυεθνικός τραπεζικός κολοσσός UBS, παρακολουθεί καθημερινά τις εξελίξεις και προειδοποιεί για τις επόμενες αναταράξεις. Τόσο στο μεγάλο στοίχημα της ευρύτερης ανάκαμψης στην παγκόσμια οικονομία, όσο και στο μεγάλο «γύρισμα» της Ελλάδας από το 2022 κι έπειτα.
Ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού γραφείου επενδύσεων του Wealth Managment της UBS Θέμης Θεμιστοκλέους, συμπλέει με την άποψη του Ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σχετικά με τη μοναδική ευκαιρία που αποτελεί το πακέτο ενίσχυσης. «Η πολιτική σημασία της απόφασης του EURF είναι πιο σημαντική από τον οικονομικό αντίκτυπο, αυτή την ώρα. Η Ελλάδα αναμένεται να λάβει συνολικά 70 δισ. ευρώ, με το 52% να αποτελεί επιχορηγήσεις και το υπόλοιπο δάνεια χαμηλού κόστους. Σε κάθε περίπτωση, το μεγαλύ-
τερο ποσό του πακέτου δεν θα διανεμηθεί νωρίτερα από το 2022», σχολιάζει σε επικοινωνία με τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ».
«Οι πόροι που θα δεσμευτούν για το εν λόγω Ταμείο θα στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη, και η παροχή των μεγαλύτερων ποσών στις χώρες εκείνες που έχουν πληγεί σφοδρά από την τρέχουσα κρίση, λογικά, θα συμβάλουν στην ενίσχυση της σύγκλισης μεταξύ των κρατών-μελών», συμπληρώνει, τονίζοντας πως «η Ελλάδα θα είναι μία από τις κερδισμένες περιοχές».
Σαφώς και θεωρεί πως η άνευ προηγουμένου υποστήριξη της ΕΚΤ θα μπορούσε βραχυπρόθεσμα να έχει μεγαλύτερο οικονομικό αντίκτυπο.
«Περιορίζοντας τα spreads, η ΕΚΤ δίνει μεγαλύτερη ευελιξία στις εθνικές κυβερνήσεις σε σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική, έτσι ώστε να στηρίζουν τις οικονομίες τους στην έξοδο από την κρίση. Συνεχίζεται, λοιπόν, η αργή μεν, σταθερή δε πρόοδος, εντός μιας πιο ολοκληρωμένης δημοσιονομικής ένωσης, απαραίτητης για την εμπιστοσύνη στο ενιαίο νόμισμα. Κάτι που θα αρχίσει να παρέχει στους επενδυτές μεγαλύτερη ασφάλεια στο ευρωπαϊκό μπλοκ, προκαλώντας αύξηση των επενδύσεων», προσθέτει.
Ως προς το πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να βγει πιο μπροστά στις αγορές, τα στελέχη της UBS θεωρούν ότι είναι ζωτικής σημασίας για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να επενδύσουν στην ανάκαμψη. «Αν, όμως, αυτό αφεθεί στις πρωτοβουλίες ανά χώρα-μέλος, ο κίνδυνος μιας πολύ άνισης ανάκαμψης ενδέχεται να αυξήσει τις ήδη υπάρχουσες ανισορροπίες εντός της νομισματικής ένωσης», παρατηρεί, κρίνοντας καίρια για τη μακροπρόθεσμη επιβίωση του ευρώ, μια κεντρική ανακατανομή κεφαλαίων για τη στήριξη των οικονομικά ασθενέστερων χωρών.
«Τα ελληνικά ομόλογα και η πρόσβασή τους στις αγορές διευκολύνονται σημαντικά από την ΕΚΤ. Συμπεριλαμβάνοντας, κατ› εξαίρεση, τα ελληνικά ομόλογα στο PEPP (έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ΕΚΤ), έχει ομαλοποιήσει την αρχικά ισχυρή εκτίναξη των spreads. Παράλληλα, επέτρεψε στην Ελλάδα να συγκρατήσει σε προσιτές τιμές τα ομόλογά της. Οι φετινές τεράστιες μεταβολές των τιμών των ελληνικών ομολόγων κατέδειξαν την υψηλή ευπάθεια της χώρας σε οικονομικά σοκ. Πιστεύω ότι οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν θα μειωθούν, εντούτοις έχει διακοπεί η προηγούμενη πορεία βελτίωσης της πιστοληπτικής ικανότητας και οι
αξιολογήσεις θα παραμείνουν χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα, τουλάχιστον για το
2020 και το 2021».
Οντας αισιόδοξος, πιστεύει πως η αγορά θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή των με-
ταρρυθμίσεων, σημαντικών για να θέσουν, έστω μακροπρόθεσμα, την ελληνική οικονομία σε στερεή βάση. «Πρέπει να δούμε εάν θα ανακάμψει ο τουρισμός και πώς η Ελλάδα θα επανέλθει γενικά από το σοκ, έτσι ώστε να καθορίσει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της. Θεωρώ ότι θα επιστρέψει στην ανάπτυξη, συνεχίζοντας την πρότερη πορεία της για δημοσιονομική βελτίωση τα επόμενα χρόνια», προβλέπει.
μόλις λήξουν το φθινόπωρο τα μορατόριουμ και τα προγράμματα αναστολής που είχαν τεθεί προσωρινά σε εφαρμογή. Σε αντίθεση με τη χρηματοπιστωτική κρίση, τα αποθέματα κεφαλαίων των τραπεζών σήμερα είναι υψηλά, ενώ οι κεντρικές τράπεζες, οι ρυθμιστικές αρχές και οι κυβερνήσεις ενήργησαν άμεσα και αποφασιστικά για την παροχή ρευστότητας και για τη μείωση των δυσμενών κεφαλαιακών επιπτώσεων. Ο τομέας έχει κεφαλαιοποιηθεί καλά, έτσι ώστε να απορροφήσει τις αυξανόμενες απώλειες δανείων», τεκμηριώνει, σε επικοινωνία
με την εφημερίδα, ο Sacha Holderegger, αναλυτής Equity του Global Wealth Management στην UBS.
«Εν τούτοις, το περιβάλλον χαμηλής απόδοσης θα αφήσει το σημάδι του. Αναμένουμε τα καθαρά έσοδα από τόκους να παραμείνουν ασαφή και υπό αμφισβήτηση. Η οικονομική αβεβαιότητα αντικατοπτρίζεται και στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Τα επιτόκια των καταθέσεων αυξάνονται και οι πελάτες ξεπληρώνουν τις οφειλές τους στα υπόλοιπα της πιστωτικής τους κάρτας. Οι περισσότερες τράπεζες έχουν δει αύξηση στη χρήση των ψηφιακών καναλιών τους, όσο παρέμειναν κλειστά τα υποκαταστήματά τους. Οι πελάτες δεν άργησαν να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον. Αυτό, το βλέπουμε ως μια βιώσιμη τάση και αναμένουμε στο μέλλον οι τράπεζες να λειτουργούν με ένα λιγότερο εκτεταμένο δίκτυο υποκαταστημάτων», αποκαλύπτει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το τρέχον κλίμα στις κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων αγορών αλλά και τι είδους μέτρα έχουν ληφθεί ώστε να προστατευθεί το χρηματοοικονομικό σύστημα.
«Στις αναδυόμενες αγορές, οι κεντρικές τράπεζες έχουν μειώσει ραγδαία τα επιτόκια κατά
τους τελευταίους μήνες, ως άμεση αντίδραση στην υγειονομική και οικονομική κρίση. Αυτό συνέβη σε μια εποχή απότομης συναλλαγματικής υποτίμησης, η οποία συνήθως τείνει να προκαλεί ανησυχία στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για τις επιπτώσεις του πληθωρισμού. Προς το παρόν είναι μια μάλλον δευτερεύουσα έγνοια», απαντά στα «Π» ο Tilmann Kolb, αναλυτής Αναδυόμενων Αγορών, UBS Global Wealth Management.
Η διαφορά έγκειται, όπως λέει, στην άμεση εισαγωγή στις αναδυόμενες αγορές μη παραδοσιακών εργαλείων πολιτικής. Οπως τα ποσοτικά μέτρα χαλάρωσης που συνηθίζονται στις ανεπτυγμένες αγορές εδώ και χρόνια και με την αγορά κρατικών ομολόγων να είναι η προτιμώμενη επιλογή εφαρμογής. «Μέχρι στιγμής, θεωρούμε ότι έχουν χρησιμοποιηθεί με σύνεση για την αντιμετώπιση θεμάτων ρευστότητας. Πιστεύουμε ότι η αυξημένη χρήση των εργαλείων για σκοπούς χρηματοοικονομικής σταθερότητας αποτελεί μια ισχυρή αντίδραση στο τεράστιο σοκ του COVID-19 και στην επίδρασή του στις χρηματαγορές. Ωστόσο, οι επενδυτές οφείλουν να παραμείνουν σε επιφυλακή μέχρι να δουν ότι η κυβέρνηση αρχίζει να βασίζεται στην κεντρική τράπεζα ως πηγή κεφαλαίων, αντί για τις κεφαλαιαγορές, ακόμη και μετά την εξάλειψη της πανδημίας», συμπληρώνει ο κ. Kolb.
ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ
Πέρα από τον τομέα της υγείας και των ειδών πρώτης ανάγκης, τα στελέχη της UBS βλέπουν ένα νέο τοπίο επενδυτικών ευκαιριών που αναδύεται ταχύτατα μέσα από την κρίση της πανδημίας του COVID-19 και διαμορφώνει τις τάσεις του μέλλοντος.
«Πιστεύουμε ότι ο κόσμος μετά την κρίση θα είναι πιο χρεωμένος, λιγότερo παγκοσμιοποιημένος και περισσότερο ψηφιακός. Οι επενδυτές θα αναγκαστούν να έρθουν αντιμέτωποι με υψηλότερη φορολογία, οικονομική ύφεση και ελαφρώς αυξημένο πληθωρισμό, παράλληλα με τον λαϊκισμό και τον προστατευτισμό, καθώς θα βιώνουν τη μετάβαση από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού στις τοπικές και από τις φυσικές διαδικασίες στις ψηφιακές», λέει ο Tilmann Kolb.
Αυτό για τους επενδυτές σημαίνει πως ο μακροπρόθεσμος οικονομικός προγραμματισμός και η αναμενόμενη μετά τους φόρους απόδοση θα αποκτήσουν ακόμα μεγαλύτερη σημασία,σύμφωνα με τον κ. Kolb. Το ίδιο και ο ρόλος μετρητών και ομολόγων στα χαρτοφυλάκια, δεδομένης της πτώσης των αποδόσεων ομολόγων υψηλής ποιότητας. «Ο τοπικισμός, ο δασμολογικός προστατευτισμός και η ανοδική υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων, πιθανότατα θα ευνοήσουν το ηλεκτρονικό εμπόριο, το fintech και το heathtech, καθώς και όσες χώρες είναι διατεθειμένες να επωφεληθούν από τη ρομποτική. Το μέλλον, βέβαια, δεν είναι λαξευμένο σε πέτρα. Οι τάσεις αυτές, ακόμη και αν επιταχυνθούν, έχουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα «εκ φύσεως» και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν αρκετά περιθώρια για τη διαμόρφωση των τελικών αποτελεσμάτων. Μια σημαντική συμβουλή, λοιπόν, εν μέσω της απαιτητικής αυτής κατάστασης, είναι η ίδια η διαφοροποίηση», καταλήγει.
Πάντως, σύμφωνα με την τριμηνιαία παγκόσμια έρευνα της UBS, σχεδόν οι μισοί πλούσιοι επενδυτές αναμένεται να διατηρήσουν τα χαρτοφυλάκιά τους στο ίδιο επίπεδο τους επόμενους μήνες, ενώ το 37% σκοπεύει να επενδύσει περισσότερα. Γεγονός που γεννά ερωτήματα για τις προβλέψεις στις αντιδράσεις των επενδυτών.
«Πολλοί επενδυτές αντέδρασαν στην αστάθεια της αγοράς, χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα προϊόντα για να επωφεληθούν από την είσοδό τους σε μεγάλες εταιρείες με πολύ φθηνότερη τιμή. Ενώ περιμένουν, κερδίζουν χρηματοοικονομικά. Ετσι, το “πληρώνεστε όσο περιμένετε” ήταν μια ιδιαίτερα δημοφιλής αντίδραση των επενδυτών. Διακρίνουμε μεγάλο ενδιαφέρον για τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό (ηλεκτρονικό εμπόριο, Fintech, 5G), το Healthtech, τις Γενετικές Θεραπείες, τον Αυτοματισμό, τη Ρομποτική, και τη Διατροφική Επανάσταση, καθώς όλες αυτές οι τάσεις θα επιταχυνθούν. Επιπλέον, παρατηρούμε ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα ισχυρά εμπορικά σήματα, καθώς με την επαναλειτουργία ορισμένων οικονομιών, η επιθυμία για διακεκριμένα brands είναι υψηλή», λέει, από την πλευρά του, ο Θ. Θεμιστοκλέους.
ΛΗΤΩ ΜΗΣΙΑΚΟΥΛΗ
litomissiakouli@yahoo.com
*ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦ/ΔΑ «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 22 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2020.
Το αντιλαμβάνονται κι οι μεγάλοι παίκτες.
Ο ελβετικός πολυεθνικός τραπεζικός κολοσσός UBS, παρακολουθεί καθημερινά τις εξελίξεις και προειδοποιεί για τις επόμενες αναταράξεις. Τόσο στο μεγάλο στοίχημα της ευρύτερης ανάκαμψης στην παγκόσμια οικονομία, όσο και στο μεγάλο «γύρισμα» της Ελλάδας από το 2022 κι έπειτα.
Ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού γραφείου επενδύσεων του Wealth Managment της UBS Θέμης Θεμιστοκλέους, συμπλέει με την άποψη του Ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σχετικά με τη μοναδική ευκαιρία που αποτελεί το πακέτο ενίσχυσης. «Η πολιτική σημασία της απόφασης του EURF είναι πιο σημαντική από τον οικονομικό αντίκτυπο, αυτή την ώρα. Η Ελλάδα αναμένεται να λάβει συνολικά 70 δισ. ευρώ, με το 52% να αποτελεί επιχορηγήσεις και το υπόλοιπο δάνεια χαμηλού κόστους. Σε κάθε περίπτωση, το μεγαλύ-
τερο ποσό του πακέτου δεν θα διανεμηθεί νωρίτερα από το 2022», σχολιάζει σε επικοινωνία με τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ».
«Οι πόροι που θα δεσμευτούν για το εν λόγω Ταμείο θα στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη, και η παροχή των μεγαλύτερων ποσών στις χώρες εκείνες που έχουν πληγεί σφοδρά από την τρέχουσα κρίση, λογικά, θα συμβάλουν στην ενίσχυση της σύγκλισης μεταξύ των κρατών-μελών», συμπληρώνει, τονίζοντας πως «η Ελλάδα θα είναι μία από τις κερδισμένες περιοχές».
Σαφώς και θεωρεί πως η άνευ προηγουμένου υποστήριξη της ΕΚΤ θα μπορούσε βραχυπρόθεσμα να έχει μεγαλύτερο οικονομικό αντίκτυπο.
«Περιορίζοντας τα spreads, η ΕΚΤ δίνει μεγαλύτερη ευελιξία στις εθνικές κυβερνήσεις σε σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική, έτσι ώστε να στηρίζουν τις οικονομίες τους στην έξοδο από την κρίση. Συνεχίζεται, λοιπόν, η αργή μεν, σταθερή δε πρόοδος, εντός μιας πιο ολοκληρωμένης δημοσιονομικής ένωσης, απαραίτητης για την εμπιστοσύνη στο ενιαίο νόμισμα. Κάτι που θα αρχίσει να παρέχει στους επενδυτές μεγαλύτερη ασφάλεια στο ευρωπαϊκό μπλοκ, προκαλώντας αύξηση των επενδύσεων», προσθέτει.
Τα ελληνικά ομόλογα και η πρόσβασή τους στις αγορές διευκολύνονται σημαντικά από την ΕΚΤ
Ως προς το πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να βγει πιο μπροστά στις αγορές, τα στελέχη της UBS θεωρούν ότι είναι ζωτικής σημασίας για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να επενδύσουν στην ανάκαμψη. «Αν, όμως, αυτό αφεθεί στις πρωτοβουλίες ανά χώρα-μέλος, ο κίνδυνος μιας πολύ άνισης ανάκαμψης ενδέχεται να αυξήσει τις ήδη υπάρχουσες ανισορροπίες εντός της νομισματικής ένωσης», παρατηρεί, κρίνοντας καίρια για τη μακροπρόθεσμη επιβίωση του ευρώ, μια κεντρική ανακατανομή κεφαλαίων για τη στήριξη των οικονομικά ασθενέστερων χωρών.
«Τα ελληνικά ομόλογα και η πρόσβασή τους στις αγορές διευκολύνονται σημαντικά από την ΕΚΤ. Συμπεριλαμβάνοντας, κατ› εξαίρεση, τα ελληνικά ομόλογα στο PEPP (έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ΕΚΤ), έχει ομαλοποιήσει την αρχικά ισχυρή εκτίναξη των spreads. Παράλληλα, επέτρεψε στην Ελλάδα να συγκρατήσει σε προσιτές τιμές τα ομόλογά της. Οι φετινές τεράστιες μεταβολές των τιμών των ελληνικών ομολόγων κατέδειξαν την υψηλή ευπάθεια της χώρας σε οικονομικά σοκ. Πιστεύω ότι οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν θα μειωθούν, εντούτοις έχει διακοπεί η προηγούμενη πορεία βελτίωσης της πιστοληπτικής ικανότητας και οι
αξιολογήσεις θα παραμείνουν χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα, τουλάχιστον για το
2020 και το 2021».
Οντας αισιόδοξος, πιστεύει πως η αγορά θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή των με-
ταρρυθμίσεων, σημαντικών για να θέσουν, έστω μακροπρόθεσμα, την ελληνική οικονομία σε στερεή βάση. «Πρέπει να δούμε εάν θα ανακάμψει ο τουρισμός και πώς η Ελλάδα θα επανέλθει γενικά από το σοκ, έτσι ώστε να καθορίσει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της. Θεωρώ ότι θα επιστρέψει στην ανάπτυξη, συνεχίζοντας την πρότερη πορεία της για δημοσιονομική βελτίωση τα επόμενα χρόνια», προβλέπει.
ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΛΛΑΖΕΙ
Ερχεται λιγότερο εκτεταμένο δίκτυο υποκαταστημάτων
Η κρίση της πανδημίας αλλάζει το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι οργανώνουν τα οικονομικά τους. Η UBS, ωστόσο, διατηρεί και εδώ την αισιοδοξία της.
μόλις λήξουν το φθινόπωρο τα μορατόριουμ και τα προγράμματα αναστολής που είχαν τεθεί προσωρινά σε εφαρμογή. Σε αντίθεση με τη χρηματοπιστωτική κρίση, τα αποθέματα κεφαλαίων των τραπεζών σήμερα είναι υψηλά, ενώ οι κεντρικές τράπεζες, οι ρυθμιστικές αρχές και οι κυβερνήσεις ενήργησαν άμεσα και αποφασιστικά για την παροχή ρευστότητας και για τη μείωση των δυσμενών κεφαλαιακών επιπτώσεων. Ο τομέας έχει κεφαλαιοποιηθεί καλά, έτσι ώστε να απορροφήσει τις αυξανόμενες απώλειες δανείων», τεκμηριώνει, σε επικοινωνία
με την εφημερίδα, ο Sacha Holderegger, αναλυτής Equity του Global Wealth Management στην UBS.
«Εν τούτοις, το περιβάλλον χαμηλής απόδοσης θα αφήσει το σημάδι του. Αναμένουμε τα καθαρά έσοδα από τόκους να παραμείνουν ασαφή και υπό αμφισβήτηση. Η οικονομική αβεβαιότητα αντικατοπτρίζεται και στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Τα επιτόκια των καταθέσεων αυξάνονται και οι πελάτες ξεπληρώνουν τις οφειλές τους στα υπόλοιπα της πιστωτικής τους κάρτας. Οι περισσότερες τράπεζες έχουν δει αύξηση στη χρήση των ψηφιακών καναλιών τους, όσο παρέμειναν κλειστά τα υποκαταστήματά τους. Οι πελάτες δεν άργησαν να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον. Αυτό, το βλέπουμε ως μια βιώσιμη τάση και αναμένουμε στο μέλλον οι τράπεζες να λειτουργούν με ένα λιγότερο εκτεταμένο δίκτυο υποκαταστημάτων», αποκαλύπτει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το τρέχον κλίμα στις κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων αγορών αλλά και τι είδους μέτρα έχουν ληφθεί ώστε να προστατευθεί το χρηματοοικονομικό σύστημα.
«Στις αναδυόμενες αγορές, οι κεντρικές τράπεζες έχουν μειώσει ραγδαία τα επιτόκια κατά
τους τελευταίους μήνες, ως άμεση αντίδραση στην υγειονομική και οικονομική κρίση. Αυτό συνέβη σε μια εποχή απότομης συναλλαγματικής υποτίμησης, η οποία συνήθως τείνει να προκαλεί ανησυχία στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για τις επιπτώσεις του πληθωρισμού. Προς το παρόν είναι μια μάλλον δευτερεύουσα έγνοια», απαντά στα «Π» ο Tilmann Kolb, αναλυτής Αναδυόμενων Αγορών, UBS Global Wealth Management.
Η διαφορά έγκειται, όπως λέει, στην άμεση εισαγωγή στις αναδυόμενες αγορές μη παραδοσιακών εργαλείων πολιτικής. Οπως τα ποσοτικά μέτρα χαλάρωσης που συνηθίζονται στις ανεπτυγμένες αγορές εδώ και χρόνια και με την αγορά κρατικών ομολόγων να είναι η προτιμώμενη επιλογή εφαρμογής. «Μέχρι στιγμής, θεωρούμε ότι έχουν χρησιμοποιηθεί με σύνεση για την αντιμετώπιση θεμάτων ρευστότητας. Πιστεύουμε ότι η αυξημένη χρήση των εργαλείων για σκοπούς χρηματοοικονομικής σταθερότητας αποτελεί μια ισχυρή αντίδραση στο τεράστιο σοκ του COVID-19 και στην επίδρασή του στις χρηματαγορές. Ωστόσο, οι επενδυτές οφείλουν να παραμείνουν σε επιφυλακή μέχρι να δουν ότι η κυβέρνηση αρχίζει να βασίζεται στην κεντρική τράπεζα ως πηγή κεφαλαίων, αντί για τις κεφαλαιαγορές, ακόμη και μετά την εξάλειψη της πανδημίας», συμπληρώνει ο κ. Kolb.
ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ
Ευνοείται το e-εμπόριο, το 5G και η ρομποτική
Πέρα από τον τομέα της υγείας και των ειδών πρώτης ανάγκης, τα στελέχη της UBS βλέπουν ένα νέο τοπίο επενδυτικών ευκαιριών που αναδύεται ταχύτατα μέσα από την κρίση της πανδημίας του COVID-19 και διαμορφώνει τις τάσεις του μέλλοντος.
«Πιστεύουμε ότι ο κόσμος μετά την κρίση θα είναι πιο χρεωμένος, λιγότερo παγκοσμιοποιημένος και περισσότερο ψηφιακός. Οι επενδυτές θα αναγκαστούν να έρθουν αντιμέτωποι με υψηλότερη φορολογία, οικονομική ύφεση και ελαφρώς αυξημένο πληθωρισμό, παράλληλα με τον λαϊκισμό και τον προστατευτισμό, καθώς θα βιώνουν τη μετάβαση από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού στις τοπικές και από τις φυσικές διαδικασίες στις ψηφιακές», λέει ο Tilmann Kolb.
Αυτό για τους επενδυτές σημαίνει πως ο μακροπρόθεσμος οικονομικός προγραμματισμός και η αναμενόμενη μετά τους φόρους απόδοση θα αποκτήσουν ακόμα μεγαλύτερη σημασία,σύμφωνα με τον κ. Kolb. Το ίδιο και ο ρόλος μετρητών και ομολόγων στα χαρτοφυλάκια, δεδομένης της πτώσης των αποδόσεων ομολόγων υψηλής ποιότητας. «Ο τοπικισμός, ο δασμολογικός προστατευτισμός και η ανοδική υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων, πιθανότατα θα ευνοήσουν το ηλεκτρονικό εμπόριο, το fintech και το heathtech, καθώς και όσες χώρες είναι διατεθειμένες να επωφεληθούν από τη ρομποτική. Το μέλλον, βέβαια, δεν είναι λαξευμένο σε πέτρα. Οι τάσεις αυτές, ακόμη και αν επιταχυνθούν, έχουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα «εκ φύσεως» και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν αρκετά περιθώρια για τη διαμόρφωση των τελικών αποτελεσμάτων. Μια σημαντική συμβουλή, λοιπόν, εν μέσω της απαιτητικής αυτής κατάστασης, είναι η ίδια η διαφοροποίηση», καταλήγει.
Πάντως, σύμφωνα με την τριμηνιαία παγκόσμια έρευνα της UBS, σχεδόν οι μισοί πλούσιοι επενδυτές αναμένεται να διατηρήσουν τα χαρτοφυλάκιά τους στο ίδιο επίπεδο τους επόμενους μήνες, ενώ το 37% σκοπεύει να επενδύσει περισσότερα. Γεγονός που γεννά ερωτήματα για τις προβλέψεις στις αντιδράσεις των επενδυτών.
«Πολλοί επενδυτές αντέδρασαν στην αστάθεια της αγοράς, χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα προϊόντα για να επωφεληθούν από την είσοδό τους σε μεγάλες εταιρείες με πολύ φθηνότερη τιμή. Ενώ περιμένουν, κερδίζουν χρηματοοικονομικά. Ετσι, το “πληρώνεστε όσο περιμένετε” ήταν μια ιδιαίτερα δημοφιλής αντίδραση των επενδυτών. Διακρίνουμε μεγάλο ενδιαφέρον για τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό (ηλεκτρονικό εμπόριο, Fintech, 5G), το Healthtech, τις Γενετικές Θεραπείες, τον Αυτοματισμό, τη Ρομποτική, και τη Διατροφική Επανάσταση, καθώς όλες αυτές οι τάσεις θα επιταχυνθούν. Επιπλέον, παρατηρούμε ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα ισχυρά εμπορικά σήματα, καθώς με την επαναλειτουργία ορισμένων οικονομιών, η επιθυμία για διακεκριμένα brands είναι υψηλή», λέει, από την πλευρά του, ο Θ. Θεμιστοκλέους.
ΛΗΤΩ ΜΗΣΙΑΚΟΥΛΗ
litomissiakouli@yahoo.com
*ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦ/ΔΑ «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 22 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2020.