ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Στην...εντατική ο κλάδος αλκοολούχων ποτών λόγω locdown
Στην εντατική βρίσκεται λόγω της πανδημίας του COVID-19 ο κλάδος αλκοολούχων ποτών. Τα δυο lockdown στην αγορά, με το κλείσιμο στην εστίαση , την πτώση του τουρισμού αλλά και τη συρρίκνωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών επέφεραν μεγάλο πλήγμα στην αγορά με τις εκτιμώμενες απώλειες για το 2020 να υπολογίζονται σε μείωση των πωλήσεων στο 40% και στα έσοδα του κράτους από ΕΦΚ, ΦΠΑ, κτλ να αναμένεται ότι θα φτάσουν στα 380 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο σύμφωνα με τους παράγοντες της αγοράς αλλά και την τελευταία έκθεση του ΙΟΒΕ η οποία παρουσιάστηκε σήμερα η εικόνα αυτή θα μπορούσε να αλλάξει προς το καλύτερο με συγκεκριμένες παρεμβάσεις τόσο όσον αφορά την φορολογία όσο και την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης.
Στην εκδήλωση της Ένωση Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών (ΕνΕΑΠ) και του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων & Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ) με θέμα «Αλκοολούχα Ποτά: Ένα σχέδιο διεξόδου & υπεύθυνης ανάπτυξης» , όπου έγινε και η παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ , οι εκπρόσωποι της αγοράς έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για ένα κλάδο ο οποίος εισέφερε 2,3 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας για το 2019, ενώ υποστηρίζει 66 χιλιάδες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Όπως αναφέρθηκε όμως οι υψηλοί φόροι που επιβαρύνουν τις τιμές των αλκοολούχων ποτών τα χρόνια της κρίσης είχαν σαν αποτέλεσμα περίπου το 11% των «ποτηριών» της νόμιμης αγοράς να « γεμίσει» με παράνομα ποτά και σε συνδυασμό με την μείωση της κατανάλωσης εξαιτίας και της συρρίκνωσης των εισοδημάτων των νοικοκυριών . Έτσι οι υψηλοί φόροι στα αλκοολούχα ποτά τα χρόνια της κρίσης συνέβαλαν στην υποκατάσταση της νόμιμης αγοράς με παράνομα ποτά. Η μείωση της δαπάνης κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών μέχρι το 2019, οδήγησε σε μείωση του ΑΕΠ κατά 1,2 δισ. ευρώ και μείωση της απασχόλησης στον κλάδο κατά 34 χιλ. άτομα σε σχέση με το 2009.
Μάλιστα καθώς η πανδημία έχει ανατρέψει τα δεδομένα το επόμενο διάστημα αναμένεται περαιτέρω συρρίκνωση της νόμιμης κατανάλωσης, με μη μετρήσιμες προεκτάσεις στο παράνομο εμπόριο, που εκτιμάται σήμερα σε 410 χιλ. 9λιτρα κιβώτια ή 5,1 εκατ. φιάλες).
Ήδη οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων σύμφωνα με το ΙΟΒΕ εκτιμώνται στα 58,6 εκατ. ευρώ (31,1 εκατ. ευρώ από μη καταβολή ΕΦΚ, χωρίς το προϊόν των διημέρων αποσταγματοποιών και 27,5 εκατ. ευρώ από μη καταβολή ΦΠΑ), ενώ από το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών δηλαδή το χύμα τσίπουρο , οι απώλειες από ΕΦΚ προσεγγίζουν τα 45,8 εκατ. ευρώ ετησίως. Τόσο το ΙΟΒΕ στη μελέτη του όσο και οι εκπρόσωποι της αγοράς τονίζουν ότι ο περιορισμός του λαθρεμπορίου αλκοολούχων ποτών μέσω μείωσης του ΕΦΚ, αλλά η ένταση των ελέγχων, μπορούν να μειώσουν τις απώλειες.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ η μείωση του λαθρεμπορίου κατά 20% εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε επιπλέον έσοδα 28,6 εκατ. ευρώ από ΕΦΚ (17,4 εκατ. ευρώ) και ΦΠΑ (13,2 εκατ. ευρώ) ετησίως, ενώ μεγαλύτερη μείωσή του κατά 50% και μεταφορά αυτών των ποσοτήτων κατανάλωσης στη νόμιμη αγορά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόσθετα έσοδα 71,3 εκατ. ευρώ από ΕΦΚ και ΦΠΑ. Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα έχει τον τρίτο υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ (σε μονάδες αγοραστικής δύναμης) στην Ευρώπη και τον πρώτο υψηλότερο εντός ΕΕ-27, ενώ ταυτόχρονα είναι κατά 1.500 ευρώ υψηλότερος από το μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών γεγονός που ενισχύει και τα φαινόμενα λαθρεμπορίας.
Ωστόσο σύμφωνα με τους παράγοντες της αγοράς αλλά και την τελευταία έκθεση του ΙΟΒΕ η οποία παρουσιάστηκε σήμερα η εικόνα αυτή θα μπορούσε να αλλάξει προς το καλύτερο με συγκεκριμένες παρεμβάσεις τόσο όσον αφορά την φορολογία όσο και την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης.
Στην εκδήλωση της Ένωση Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών (ΕνΕΑΠ) και του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων & Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ) με θέμα «Αλκοολούχα Ποτά: Ένα σχέδιο διεξόδου & υπεύθυνης ανάπτυξης» , όπου έγινε και η παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ , οι εκπρόσωποι της αγοράς έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για ένα κλάδο ο οποίος εισέφερε 2,3 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας για το 2019, ενώ υποστηρίζει 66 χιλιάδες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Όπως αναφέρθηκε όμως οι υψηλοί φόροι που επιβαρύνουν τις τιμές των αλκοολούχων ποτών τα χρόνια της κρίσης είχαν σαν αποτέλεσμα περίπου το 11% των «ποτηριών» της νόμιμης αγοράς να « γεμίσει» με παράνομα ποτά και σε συνδυασμό με την μείωση της κατανάλωσης εξαιτίας και της συρρίκνωσης των εισοδημάτων των νοικοκυριών . Έτσι οι υψηλοί φόροι στα αλκοολούχα ποτά τα χρόνια της κρίσης συνέβαλαν στην υποκατάσταση της νόμιμης αγοράς με παράνομα ποτά. Η μείωση της δαπάνης κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών μέχρι το 2019, οδήγησε σε μείωση του ΑΕΠ κατά 1,2 δισ. ευρώ και μείωση της απασχόλησης στον κλάδο κατά 34 χιλ. άτομα σε σχέση με το 2009.
Μάλιστα καθώς η πανδημία έχει ανατρέψει τα δεδομένα το επόμενο διάστημα αναμένεται περαιτέρω συρρίκνωση της νόμιμης κατανάλωσης, με μη μετρήσιμες προεκτάσεις στο παράνομο εμπόριο, που εκτιμάται σήμερα σε 410 χιλ. 9λιτρα κιβώτια ή 5,1 εκατ. φιάλες).
Ήδη οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων σύμφωνα με το ΙΟΒΕ εκτιμώνται στα 58,6 εκατ. ευρώ (31,1 εκατ. ευρώ από μη καταβολή ΕΦΚ, χωρίς το προϊόν των διημέρων αποσταγματοποιών και 27,5 εκατ. ευρώ από μη καταβολή ΦΠΑ), ενώ από το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών δηλαδή το χύμα τσίπουρο , οι απώλειες από ΕΦΚ προσεγγίζουν τα 45,8 εκατ. ευρώ ετησίως. Τόσο το ΙΟΒΕ στη μελέτη του όσο και οι εκπρόσωποι της αγοράς τονίζουν ότι ο περιορισμός του λαθρεμπορίου αλκοολούχων ποτών μέσω μείωσης του ΕΦΚ, αλλά η ένταση των ελέγχων, μπορούν να μειώσουν τις απώλειες.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ η μείωση του λαθρεμπορίου κατά 20% εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε επιπλέον έσοδα 28,6 εκατ. ευρώ από ΕΦΚ (17,4 εκατ. ευρώ) και ΦΠΑ (13,2 εκατ. ευρώ) ετησίως, ενώ μεγαλύτερη μείωσή του κατά 50% και μεταφορά αυτών των ποσοτήτων κατανάλωσης στη νόμιμη αγορά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόσθετα έσοδα 71,3 εκατ. ευρώ από ΕΦΚ και ΦΠΑ. Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα έχει τον τρίτο υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ (σε μονάδες αγοραστικής δύναμης) στην Ευρώπη και τον πρώτο υψηλότερο εντός ΕΕ-27, ενώ ταυτόχρονα είναι κατά 1.500 ευρώ υψηλότερος από το μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών γεγονός που ενισχύει και τα φαινόμενα λαθρεμπορίας.