ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Κομισιόν: Oι χειμερινές προβλέψεις για την ελληνική οικονομία δεν ενσωματώνουν της επιπτώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης
Οι χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν για την ελληνική οικονομία, δεν ενσωματώνουν τις επιπτώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης στην Ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις που δόθηκαν στη δημοσιότητα, πέρυσι η χώρα σημείωσε ύφεση 10% ενώ για τα 2021 προβλέπεται ανάπτυξη 3,5%. Για το 2022 προβλέπεται περαιτέρω ανάπτυξη 5%. Ωστόσο, αν συνυπολογιστεί η επίδραση του Ταμείου Ανάκαμψης, που εκτιμάται σε 1% έως 2% του ΑΕΠ τότε φέτος θα έχουμε ανάπτυξη 4,5% και του χρόνου 3,5% και του χρόνου να φτάσει στο 7%.
Πρόκειται για ιδιαίτερα μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης που αν επιβεβαιωθούν τότε η χώρα θα επιστρέψει σε πρωτόγνωρους ρυθμούς ανάπτυξης. Τέτοιους ρυθμούς η Ελλάδα έχει να «γευτεί» από το τη δεκαετία του 1960.
Πάντως η Κομισιόν στην αναφορά της για την Ελλάδα, σημειώνει ότι τα μέτρα περιορισμού κινητικότητας θα επηρεάσουν την ανάκαμψη της Ελλάδας και ότι οι αβεβαιότητες παραμένουν ακόμη μεγάλες. «Οι προβλέψεις παραμένουν υπό μεγάλη αβεβαιότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση της Κομισιόν. Και συνεχίζει: «Οι εξελίξεις σχετικά με την παγκόσμια κρίση στην υγεία και την εφαρμογή προγραμμάτων εμβολιασμού θα είναι κρίσιμες για την ανάκαμψη του τουρισμού και την ταχύτητα ανάκαμψης στον ιδιωτικό τομέα μετά τη λήξη των κυβερνητικών μέτρων στήριξης. Επιπλέον, οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή και η μεταναστευτική κρίση προσθέτουν αβεβαιότητα στις προβλέψεις».
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, στην έκθεση αναφέρει ότι οι προβλέψεις «δεν ενσωματώνουν τον αντίκτυπο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, το οποίο θα μπορούσε να δώσει σημαντική ώθηση στην εγχώρια ζήτηση μόλις εφαρμοστεί».
Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, θα έλθει κυρίως με την επαναφορά της κατανάλωσης σε φυσιολογικά επίπεδα που θα επιφέρει το σταδιακό άνοιγμα του λιανεμπορίου. «Οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται να συμβάλουν θετικά στην ανάπτυξη το 2021 και το 2022, με την έναρξη των εκστρατειών εμβολιασμού που αναμένεται να υποστηρίξουν μόνο τη σταδιακή επιστροφή των τουριστών στην Ελλάδα. Οι επενδύσεις προβλέπεται να ανακάμψουν επίσης, αλλά με βραδύτερο ρυθμό», αναφέρει η έκθεση.
Επίσης αναφέρεται ότι τα μέτρα στήριξης που υιοθέτησε η κυβέρνηση, ενίσχυσαν την πίστωση των επιχειρήσεων, η ανεργία ανήλθε στο 16,7% τον Οκτώβριο του 2020, σταθερή σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Αυτό, σύμφωνα με την Κομισιόν, δείχνει ότι ο αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης στην αγορά εργασίας παραμένει σχετικά περιορισμένος.
Για το 2020, η Κομισιόν σημειώνει ότι η Ελληνική οικονομία επλήγη βαθειά εξαιτίας της πτώσης του των εσόδων του τουριστικού τομέα. Μάλιστα η Ελλάδα είναι η χώρα στην Ε.Ε. με την μεγαλύτερη πτώση των ξενοδοχειακών διανυκτερεύσεων η οποία έφτασε στο 73%. Οι διανυκτερεύσεις τουριστών στη χώρα μας πέρυσι ανήλθαν σε 37 εκατομμύρια, από περίπου 232 εκατ. διανυκτερεύσεις που ήταν στο 2019. Ο τουρισμός της χώρας επλήγη και από το γεγονός ότι δεν διαθέτει μια ισχυρή εσωτερική αγορά, όπως είναι εκείνη της Γαλλίας (-37% οι διανυκτερεύσεις), της Ισπανίας (-69%) ή και της Ιταλίας (-54%) παρά το πανδημικό πρόβλημα που αντιμετώπισε το α’ εξάμηνο του έτους
Υπό αυτό το πρίσμα οι προβλέψεις είναι χαμηλότερες των αναμενόμενων καθώς εκτιμάται ότι το Ταμείο Ανάκαμψης, θα προσθέσει τουλάχιστον μία με δύο ποσοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ. Η προώθηση που θα φέρει το Ταμείο στην Ελληνική οικονομία, θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα ξεκινήσει η υλοποίηση των έργων του Ταμείου που μόνο για το δημόσιο τομέα θα περιβάλει 2.6 δις. Ευρώ ή 1,5% του ΑΕΠ.Σύμφωνα με τις προβλέψεις που δόθηκαν στη δημοσιότητα, πέρυσι η χώρα σημείωσε ύφεση 10% ενώ για τα 2021 προβλέπεται ανάπτυξη 3,5%. Για το 2022 προβλέπεται περαιτέρω ανάπτυξη 5%. Ωστόσο, αν συνυπολογιστεί η επίδραση του Ταμείου Ανάκαμψης, που εκτιμάται σε 1% έως 2% του ΑΕΠ τότε φέτος θα έχουμε ανάπτυξη 4,5% και του χρόνου 3,5% και του χρόνου να φτάσει στο 7%.
Πρόκειται για ιδιαίτερα μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης που αν επιβεβαιωθούν τότε η χώρα θα επιστρέψει σε πρωτόγνωρους ρυθμούς ανάπτυξης. Τέτοιους ρυθμούς η Ελλάδα έχει να «γευτεί» από το τη δεκαετία του 1960.
Πάντως η Κομισιόν στην αναφορά της για την Ελλάδα, σημειώνει ότι τα μέτρα περιορισμού κινητικότητας θα επηρεάσουν την ανάκαμψη της Ελλάδας και ότι οι αβεβαιότητες παραμένουν ακόμη μεγάλες. «Οι προβλέψεις παραμένουν υπό μεγάλη αβεβαιότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση της Κομισιόν. Και συνεχίζει: «Οι εξελίξεις σχετικά με την παγκόσμια κρίση στην υγεία και την εφαρμογή προγραμμάτων εμβολιασμού θα είναι κρίσιμες για την ανάκαμψη του τουρισμού και την ταχύτητα ανάκαμψης στον ιδιωτικό τομέα μετά τη λήξη των κυβερνητικών μέτρων στήριξης. Επιπλέον, οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή και η μεταναστευτική κρίση προσθέτουν αβεβαιότητα στις προβλέψεις».
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, στην έκθεση αναφέρει ότι οι προβλέψεις «δεν ενσωματώνουν τον αντίκτυπο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, το οποίο θα μπορούσε να δώσει σημαντική ώθηση στην εγχώρια ζήτηση μόλις εφαρμοστεί».
Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, θα έλθει κυρίως με την επαναφορά της κατανάλωσης σε φυσιολογικά επίπεδα που θα επιφέρει το σταδιακό άνοιγμα του λιανεμπορίου. «Οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται να συμβάλουν θετικά στην ανάπτυξη το 2021 και το 2022, με την έναρξη των εκστρατειών εμβολιασμού που αναμένεται να υποστηρίξουν μόνο τη σταδιακή επιστροφή των τουριστών στην Ελλάδα. Οι επενδύσεις προβλέπεται να ανακάμψουν επίσης, αλλά με βραδύτερο ρυθμό», αναφέρει η έκθεση.
Επίσης αναφέρεται ότι τα μέτρα στήριξης που υιοθέτησε η κυβέρνηση, ενίσχυσαν την πίστωση των επιχειρήσεων, η ανεργία ανήλθε στο 16,7% τον Οκτώβριο του 2020, σταθερή σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Αυτό, σύμφωνα με την Κομισιόν, δείχνει ότι ο αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης στην αγορά εργασίας παραμένει σχετικά περιορισμένος.
Για το 2020, η Κομισιόν σημειώνει ότι η Ελληνική οικονομία επλήγη βαθειά εξαιτίας της πτώσης του των εσόδων του τουριστικού τομέα. Μάλιστα η Ελλάδα είναι η χώρα στην Ε.Ε. με την μεγαλύτερη πτώση των ξενοδοχειακών διανυκτερεύσεων η οποία έφτασε στο 73%. Οι διανυκτερεύσεις τουριστών στη χώρα μας πέρυσι ανήλθαν σε 37 εκατομμύρια, από περίπου 232 εκατ. διανυκτερεύσεις που ήταν στο 2019. Ο τουρισμός της χώρας επλήγη και από το γεγονός ότι δεν διαθέτει μια ισχυρή εσωτερική αγορά, όπως είναι εκείνη της Γαλλίας (-37% οι διανυκτερεύσεις), της Ισπανίας (-69%) ή και της Ιταλίας (-54%) παρά το πανδημικό πρόβλημα που αντιμετώπισε το α’ εξάμηνο του έτους