ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Γιάννης Στουρνάρας: Το σοκ στην Ουκρανία συμβάλλει στην αύξηση του πληθωρισμού
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το 2021, η ελληνική οικονομία έδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στα προβλήματα
Στον απόηχο της δημοσίευσης της ετήσιας έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2021 ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας
συνομίλησε με τον Πάσχο Μανδραβέλη, αρθρογράφο της Καθημερινής, στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, για την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, εν μέσω ρευστού οικονομικού περιβάλλοντος, καθοδηγούμενου από τις επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά και της Ρωσοουκρανικής κρίσης.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το 2021, η ελληνική οικονομία έδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στα προβλήματα και κάλυψε τις απώλειες του προηγούμενου έτους που προκλήθηκαν από την πανδημία, προχωρώντας σε κινήσεις όπως η ψηφιοποίηση του ελληνικού δημοσίου με παράλληλη μείωση της γραφειοκρατίας, μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη, αλλά και σε επενδύσεις στο «τρίγωνο» της γνώσης.
Σε σχέση με το κομμάτι των μεταρρυθμίσεων και ειδικά στην αγορά εργασίας, ανέφερε ότι τα προηγούμενα χρόνια έγιναν πολλές μεταρρυθμίσεις και στην αγορά εργασίας, η οποία παρουσιάζεται πολύ πιο διαφορετική και δυναμική απ’ ό,τι στο παρελθόν, όμως το σημαντικό ζήτημα που εξακολουθεί να υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι η ανάγκη εκπαίδευσης του προσωπικού.
Εξάλλου, ο Γιάννης Στουρνάρας αναφέρθηκε και στη δυναμική του ευρώ μέσα στα προηγούμενα χρόνια, τονίζοντας χαρακτηριστικό ότι «το ευρώ πέρασε μέσα από πολύ δύσκολη διαδικασία, παραλίγο να διαλυθεί. Σε αυτό το σημείο, η Ελλάδα αποδείχθηκε «μαμή της ιστορίας», με την ανάπτυξή της στο τραπεζικό, οικονομικό και ασφαλιστικό τομέα. Υπάρχουν πολλά ακόμα πράγματα να γίνουν για την ενίσχυσή του, κάποια από τα οποία έγιναν και στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης».
Ο πληθωρισμός, αλλά και τα όσα κάνουν οι τράπεζες με φόντο την συνεχιζόμενη αύξησή του το τελευταίο χρονικό διάστημα αποτέλεσε, επίσης, επίκεντρο της συνομιλίας, με τον κ. Στουρνάρα να επισημαίνει ότι «πριν την πανδημία οι Ευρωπαϊκές Τράπεζες ανέβαλαν να αυξήσουν τον πληθωρισμό, κατέβαλαν πολύ μεγάλες προσπάθειες, φτάσαμε σε αρνητικά επιτόκια. Η πανδημία δημιούργησε μια σειρά από περιορισμούς στις εφοδιαστικές αλυσίδες ή στα εργοστάσια. Οι συσσωρεμένες αποταμιεύσεις μετατράπηκαν σε κατανάλωση, ως ένδειξη υπερβάλλουσας ζήτησης και αύξησης των τιμών. Είχαμε μια σειρά από σοκ από την πλευρά της προσφοράς. Το μεγαλύτερο, όμως, είναι τώρα στην Ουκρανία, αυτό είναι ένα σοκ που συμβάλλει στην αύξηση του πληθωρισμού».
Πως όμως αντιμετωπίζει η ΕΚΤ αυτή την αμφίρροπη οικονομική κατάσταση με τον πληθωρισμό; Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα οι τρεις πυλώνες της στρατηγικής της είναι η ευελιξία, η δυνατότητα χειρισμών και η στρατηγική προσαρμογής.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σχολίασε και τις κυρώσεις των χωρών της Ε.Ε. στη Ρωσία, με το πάγωμα των συναλλαγματικών διαθεσίμων της, αναφερόμενος σε αυτές ως «ένα όπλο που δεν είχε ποτέ χρησιμοποιηθεί μέχρι τώρα», προσθέτοντας ότι παρότι οι απόψεις διίστανται για αυτή την κίνηση, δεν ενισχύει τον πληθωρισμό.
Καταλήγοντας, ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι, ακόμα και εν μέσω αντίξοων οικονομικών συνθηκών, είναι μια ευκαιρία για το ευρώ να ενδυναμωθεί, αλλά για να επιτευχθεί αυτό, η Ευρωζώνη πρέπει να προχωρήσει σε έναν υψηλότερο βαθμό ομοσπονδοποίησης, με την έκδοση ενός κοινού ομολόγου.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το 2021, η ελληνική οικονομία έδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στα προβλήματα και κάλυψε τις απώλειες του προηγούμενου έτους που προκλήθηκαν από την πανδημία, προχωρώντας σε κινήσεις όπως η ψηφιοποίηση του ελληνικού δημοσίου με παράλληλη μείωση της γραφειοκρατίας, μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη, αλλά και σε επενδύσεις στο «τρίγωνο» της γνώσης.
Σε σχέση με το κομμάτι των μεταρρυθμίσεων και ειδικά στην αγορά εργασίας, ανέφερε ότι τα προηγούμενα χρόνια έγιναν πολλές μεταρρυθμίσεις και στην αγορά εργασίας, η οποία παρουσιάζεται πολύ πιο διαφορετική και δυναμική απ’ ό,τι στο παρελθόν, όμως το σημαντικό ζήτημα που εξακολουθεί να υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι η ανάγκη εκπαίδευσης του προσωπικού.
Εξάλλου, ο Γιάννης Στουρνάρας αναφέρθηκε και στη δυναμική του ευρώ μέσα στα προηγούμενα χρόνια, τονίζοντας χαρακτηριστικό ότι «το ευρώ πέρασε μέσα από πολύ δύσκολη διαδικασία, παραλίγο να διαλυθεί. Σε αυτό το σημείο, η Ελλάδα αποδείχθηκε «μαμή της ιστορίας», με την ανάπτυξή της στο τραπεζικό, οικονομικό και ασφαλιστικό τομέα. Υπάρχουν πολλά ακόμα πράγματα να γίνουν για την ενίσχυσή του, κάποια από τα οποία έγιναν και στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης».
Ο πληθωρισμός, αλλά και τα όσα κάνουν οι τράπεζες με φόντο την συνεχιζόμενη αύξησή του το τελευταίο χρονικό διάστημα αποτέλεσε, επίσης, επίκεντρο της συνομιλίας, με τον κ. Στουρνάρα να επισημαίνει ότι «πριν την πανδημία οι Ευρωπαϊκές Τράπεζες ανέβαλαν να αυξήσουν τον πληθωρισμό, κατέβαλαν πολύ μεγάλες προσπάθειες, φτάσαμε σε αρνητικά επιτόκια. Η πανδημία δημιούργησε μια σειρά από περιορισμούς στις εφοδιαστικές αλυσίδες ή στα εργοστάσια. Οι συσσωρεμένες αποταμιεύσεις μετατράπηκαν σε κατανάλωση, ως ένδειξη υπερβάλλουσας ζήτησης και αύξησης των τιμών. Είχαμε μια σειρά από σοκ από την πλευρά της προσφοράς. Το μεγαλύτερο, όμως, είναι τώρα στην Ουκρανία, αυτό είναι ένα σοκ που συμβάλλει στην αύξηση του πληθωρισμού».
Πως όμως αντιμετωπίζει η ΕΚΤ αυτή την αμφίρροπη οικονομική κατάσταση με τον πληθωρισμό; Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα οι τρεις πυλώνες της στρατηγικής της είναι η ευελιξία, η δυνατότητα χειρισμών και η στρατηγική προσαρμογής.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σχολίασε και τις κυρώσεις των χωρών της Ε.Ε. στη Ρωσία, με το πάγωμα των συναλλαγματικών διαθεσίμων της, αναφερόμενος σε αυτές ως «ένα όπλο που δεν είχε ποτέ χρησιμοποιηθεί μέχρι τώρα», προσθέτοντας ότι παρότι οι απόψεις διίστανται για αυτή την κίνηση, δεν ενισχύει τον πληθωρισμό.
Καταλήγοντας, ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι, ακόμα και εν μέσω αντίξοων οικονομικών συνθηκών, είναι μια ευκαιρία για το ευρώ να ενδυναμωθεί, αλλά για να επιτευχθεί αυτό, η Ευρωζώνη πρέπει να προχωρήσει σε έναν υψηλότερο βαθμό ομοσπονδοποίησης, με την έκδοση ενός κοινού ομολόγου.