ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Επιδότηση για 30 χιλιάδες ευάλωτους δανειολήπτες - Τα σενάρια μετά το μπρα ντε φερ κυβέρνησης και τραπεζών
Το υπουργείο πιέζει τις τράπεζες να προστατεύσουν τους συνεπείς και οικονομικά ευαίσθητους από το συνεχώς αυξανόμενο κόστος των δόσεων
Μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο
στεγαστικών δανείων, απόρροια του ανοδικού περιβάλλοντος των επιτοκίων. Παρέμβαση για το θέμα έκανε την Παρασκευή και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο της τακτικής συνάντησής του με την ΠτΔ, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, επισημαίνοντας ότι «οι τράπεζες πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί και να στηρίξουν συνολικά τα ευάλωτα νοικοκυριά, καθώς έχουν καλή κερδοφορία». Με αφορμή το θέμα της προστασίας των ευάλωτων, η κυβέρνηση ανοίγει όλα τα μέτωπα που καθορίζουν τις σχέσεις τραπεζών - καταναλωτών στις καθημερινές τους συναλλαγές: χρεώσεις, προμήθειες, ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων δανείων, κόστος δόσεων, επιτόκια καταθέσεων...
Το υπουργείο Οικονομικών, συντονίζοντας πολιτική και οικονομία, ασκεί ιδιαίτερες πιέσεις στις τράπεζες σε μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης, αλλά με αιχμή του δόρατος τη λήψη μέτρων για την προστασία των δανειοληπτών -των συνεπών και οικονομικά ευαίσθητων- από την αύξηση των δόσεων στα στεγαστικά. Πρόκειται για μια αντίδραση αλυσιδωτή από την άνοδο των ευρωπαϊκών επιτοκίων, που πριν από τα μέσα του 2023 θα έχει συνολικά φθάσει τις τρεις ποσοστιαίες μονάδες από τη στιγμή που ξεκίνησε, φέτος το καλοκαίρι.
Επί μήνες ο Εξωδικαστικός «καρκινοβατεί» και δεν είναι μυστικό ότι ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, θεωρεί υπεύθυνες τις τράπεζες, που κωλυσιεργούν ή απορρίπτουν τις τυποποιημένες ρυθμίσεις του αλγορίθμου. Είναι ενδεικτικό ότι έχουν γίνει μόλις 2.221 ρυθμίσεις, εκ των οποίων οι 200 το τελευταίο δεκαήμερο, όταν το υπουργείο Οικονομικών άρχισε να πετάει «φωτιές». Επιπλέον, ενώ οι αυξήσεις επιτοκίων στα δάνεια από το καλοκαίρι έχουν γίνει αισθητές στους παλιούς και νέους δανειολήπτες, τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν «κολλημένα» στο απόλυτο «μηδέν», με αποτέλεσμα οι τράπεζες να καρπώνονται την αυξανόμενη διαφορά.
Η στήριξη των νοικοκυριών έχει διττό χαρακτήρα: από τη μία, να αποτρέψει μια νέα γενιά «κόκκινων» δανείων από πιθανή αδυναμία εξυπηρέτησης χρέους λόγω αυξημένων δόσεων, σε συνδυασμό με περιορισμό του διαθέσιμου εισοδήματος, και, από την άλλη, να αποδειχθεί στην πράξη το κοινωνικό πρόσωπο της Πολιτείας. Πρόκειται για μια από κοινού συνεισφορά στον συντονισμό υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών - και εντέλει για την ανάληψη του κόστους μόνο από τις τελευταίες, καθώς η επιδότηση θα χρηματοδοτηθεί από το τραπεζικό σύστημα.
Βέβαια, οι τράπεζες, που σε δύο εβδομάδες θα επανέλθουν σε νέα συνάντηση στο υπουργείο Οικονομίας, ισχυρίζονται ότι ακόμη δεν έχουν ενδείξεις αδυναμίας εξυπηρέτησης του ιδιωτικού χρέους και ότι δεν έχουν ορατά σημάδια για πιθανές νέες επισφάλειες. Τουλάχιστον μέχρι και το γ’ τρίμηνο του έτους, αλλά και με τα στοιχεία του Οκτωβρίου, η εικόνα δεν είναι ανησυχητική. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η σχετική αυτή ομαλότητα, με τα ποσοστά Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων να είναι εντός των προβλεπόμενων ορίων, δεν θα μπορούσε να ανατραπεί από τον αντίκτυπο των σωρευτικών αυξήσεων στα επιτόκια (που θα συνεχισθούν και τους επόμενους μήνες) και να αποτυπωθεί αργότερα στην αγορά. Τη λύση θα τη δώσει ο Ευρωπαίος επόπτης των τραπεζών (SSM), o οποίος θα αποφανθεί αν οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αναλάβουν την επιδότηση της δόσης, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Άλλωστε, αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους, ακόμα και με απευθείας καταβολή κεφαλαίων από τις τράπεζες, ως μερίδιο από τα κέρδη τους, μέσα από μια φόρμουλα η οποία ήδη αναζητείται.
Οι επιλογές μπορεί να επικεντρώνονται στην επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας του δανείου (που εξυπακούεται ότι μειώνει τη δόση), σε μια περίοδο χάριτος (άτοκη), σε ένα συνδυαστικά πιο ευνοϊκό επιτόκιο ή και σε μια μικτή πρόταση. Η επιδότηση μπορεί να λάβει και τη μορφή πίστωσης λογαριασμών, όπως είχε συμβεί και στην περίοδο της πανδημίας. Σε κάθε περίπτωση, θα έχει στοχευμένους αποδέκτες, συνεπείς και ευάλωτους, και συγκεκριμένη χρονική διάρκεια. Εως τότε, όλα είναι στο τραπέζι...
θα ξετυλιχθεί το κουβάρι των μέτρων που θα αφορούν την προστασία των οικονομικά ευάλωτων ομάδων, νοικοκυριών και ιδιωτών από το συνεχώς αυξανόμενο κόστος των δόσεων των Επί μήνες ο Εξωδικαστικός «καρκινοβατεί» και δεν είναι μυστικό ότι ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, θεωρεί υπεύθυνες τις τράπεζες, που κωλυσιεργούν ή απορρίπτουν τις τυποποιημένες ρυθμίσεις του αλγορίθμου. Είναι ενδεικτικό ότι έχουν γίνει μόλις 2.221 ρυθμίσεις, εκ των οποίων οι 200 το τελευταίο δεκαήμερο, όταν το υπουργείο Οικονομικών άρχισε να πετάει «φωτιές». Επιπλέον, ενώ οι αυξήσεις επιτοκίων στα δάνεια από το καλοκαίρι έχουν γίνει αισθητές στους παλιούς και νέους δανειολήπτες, τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν «κολλημένα» στο απόλυτο «μηδέν», με αποτέλεσμα οι τράπεζες να καρπώνονται την αυξανόμενη διαφορά.
Η στήριξη των νοικοκυριών έχει διττό χαρακτήρα: από τη μία, να αποτρέψει μια νέα γενιά «κόκκινων» δανείων από πιθανή αδυναμία εξυπηρέτησης χρέους λόγω αυξημένων δόσεων, σε συνδυασμό με περιορισμό του διαθέσιμου εισοδήματος, και, από την άλλη, να αποδειχθεί στην πράξη το κοινωνικό πρόσωπο της Πολιτείας. Πρόκειται για μια από κοινού συνεισφορά στον συντονισμό υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών - και εντέλει για την ανάληψη του κόστους μόνο από τις τελευταίες, καθώς η επιδότηση θα χρηματοδοτηθεί από το τραπεζικό σύστημα.
Χωρίς κόστος
Αυτό ακριβώς εννοεί ο υπουργός Οικονομίας, Χρ. Σταϊκούρας, διευκρινίζοντας ότι η λύση που θα δοθεί δεν θα έχει δημοσιονομικό κόστος. Πόσο πιο ξεκάθαρα να πει ο υπουργός ότι το Δημόσιο δεν θα επιβαρύνει τον Προϋπολογισμό μπροστά στις δεσμεύσεις που έχει απέναντι στο Eurogroup για τη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων... ειδικά όταν όλη η αγορά περιμένει το 2023 να φέρει ως «δώρο» την επενδυτική βαθμίδα για την Ελλάδα... Και έτσι ο κλήρος πέφτει στον τραπεζικό τομέα, όπως περίπου συνέβη στην Ισπανία, από την αντίστοιχη κινητοποίηση της εκεί κυβέρνησης. Ξεκάθαρα το ισπανικό μοντέλο δεν μοιάζει να κέρδισε έδαφος στις δύο πρώτες συναντήσεις. «Υπό προϋποθέσεις γίνεται», σημειώνει ανώτατος τραπεζικός παράγοντας, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι στο κανονιστικό πλαίσιο Εποπτείας από τον SSM υπάρχουν «παράθυρα» που επιτρέπουν μια τέτοια λύση. Οι τράπεζες εμφανίζονται επιφυλακτικές, καθώς εκτιμούν ότι τέτοιου είδους παρεμβάσεις -πόσω μάλλον οριζόντιου χαρακτήρα- ενέχουν τον κίνδυνο να χαρακτηριστούν «ρύθμιση», άρα να οδηγήσουν υποχρεωτικά σε αύξηση των προβλέψεών τους. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η εστία ανησυχίας είναι κυρίως δάνεια ύψους 9,5 δισ. ευρώ στην κατηγορία 2 (Stage 2), δηλαδή ήδη ρυθμισμένα και εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια, που πιθανώς θα πρέπει να περάσουν στην κατηγορία 3 (Stage 3), αν επιμηκυνθούν. Τράπεζες και οικονομικό επιτελείο τα βρήκαν επί της αρχής, στη βάση μιας λύσης τύπου «Γέφυρα» (σ.σ.: τα προγράμματα προστασίας την περίοδο της πανδημίας), όμως τώρα θα πρέπει να οριστικοποιηθούν οι ειδικότεροι όροι.Το πακέτο
Η γραμμή πλεύσης, κατά πώς συμφωνήθηκε στην τελευταία συνάντηση στην οδό Νίκης, είναι ένα πακέτο μέτρων σαν το «Γέφυρα Ι», υπό την έννοια της επιδότησης της δόσης με χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα, αλλά σε πολύ μικρότερη περίμετρο δανείων. Ητοι σε 20.000- 30.000 δάνεια μάξιμουμ, καθώς -σύμφωνα με τραπεζικές πηγές- περίπου τόσοι είναι όσοι έχουν αποδεδειγμένα και με εισοδηματικά κριτήρια δυσκολία να αντεπεξέλθουν σε αυξημένες δόσεις.Τα σενάρια που «παίζουν» για τον τρόπο βοήθειας, το πρέσινγκ της κυβέρνησης και οι αντιδράσεις των τραπεζών
Βέβαια, οι τράπεζες, που σε δύο εβδομάδες θα επανέλθουν σε νέα συνάντηση στο υπουργείο Οικονομίας, ισχυρίζονται ότι ακόμη δεν έχουν ενδείξεις αδυναμίας εξυπηρέτησης του ιδιωτικού χρέους και ότι δεν έχουν ορατά σημάδια για πιθανές νέες επισφάλειες. Τουλάχιστον μέχρι και το γ’ τρίμηνο του έτους, αλλά και με τα στοιχεία του Οκτωβρίου, η εικόνα δεν είναι ανησυχητική. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η σχετική αυτή ομαλότητα, με τα ποσοστά Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων να είναι εντός των προβλεπόμενων ορίων, δεν θα μπορούσε να ανατραπεί από τον αντίκτυπο των σωρευτικών αυξήσεων στα επιτόκια (που θα συνεχισθούν και τους επόμενους μήνες) και να αποτυπωθεί αργότερα στην αγορά. Τη λύση θα τη δώσει ο Ευρωπαίος επόπτης των τραπεζών (SSM), o οποίος θα αποφανθεί αν οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αναλάβουν την επιδότηση της δόσης, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Άλλωστε, αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους, ακόμα και με απευθείας καταβολή κεφαλαίων από τις τράπεζες, ως μερίδιο από τα κέρδη τους, μέσα από μια φόρμουλα η οποία ήδη αναζητείται.
Οι επιλογές μπορεί να επικεντρώνονται στην επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας του δανείου (που εξυπακούεται ότι μειώνει τη δόση), σε μια περίοδο χάριτος (άτοκη), σε ένα συνδυαστικά πιο ευνοϊκό επιτόκιο ή και σε μια μικτή πρόταση. Η επιδότηση μπορεί να λάβει και τη μορφή πίστωσης λογαριασμών, όπως είχε συμβεί και στην περίοδο της πανδημίας. Σε κάθε περίπτωση, θα έχει στοχευμένους αποδέκτες, συνεπείς και ευάλωτους, και συγκεκριμένη χρονική διάρκεια. Εως τότε, όλα είναι στο τραπέζι...