Δεν σταματάει το «γαλάζιο» σφυροκόπημα για τις οικονομικές εξαγγελίες της Κουμουνδούρου.

Όπως αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας: «Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι 83 δισ. ευρώ. Ο κ. Τσίπρας λέει ότι κάθε τρεις μήνες αλλάζουμε την κοστολόγηση των μέτρων του… Τίποτα δεν αλλάζουμε. Εκείνος προσθέτει συνεχώς μέτρα, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει ο λογαριασμός. Αντιθέτως, το πρόγραμμα της ΝΔ είναι ρεαλιστικό και καλύπτει ολόκληρη την ελληνική κοινωνία». «Σήμερα τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας είναι 38 δισ. ευρώ», πρόσθεσε ο υπουργός Οικονομικών στην ερώτησή μας για το πόσα λεφτά έχει σήμερα το ταμείο της χώρας.

Το μέγεθος του επιτεύγματος γίνεται αντιληπτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτά τα ταμειακά διαθέσιμα επιτεύχθηκαν από μια κυβέρνηση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει και να χρηματοδοτήσει:

  • Μια πανδημία που κόστισε 55 δισ. ευρώ.
  • Τη σύναψη εξοπλιστικών προγραμμάτων 3 δισ. ετησίως, έπειτα από πολλά χρόνια αυστηρής λιτότητας στα αμυντικά ζητήματα.
  • 17 παρεμβάσεις υπέρ των συνταξιούχων.
  • 13 μειώσεις φόρων.
  • Αυξήσεις επιδομάτων.
  • Μείωση κατά 34% του ΕΝΦΙΑ.
  • Μείωση ανεργίας στο 11,5% από 17%.
  • Τη δημιουργία 300.000 νέων θέσεων εργασίας.

Κίνδυνοι

Ωστόσο, ο κ. Σταϊκούρας σημειώνει: «Υπάρχει κίνδυνος να κυλήσει και πάλι η χώρα στα μνημόνια ανάλογα με το πρόγραμμα που θα ακολουθήσει. Σήμερα, η χώρα δανείζεται με χαμηλότερο κόστος απ’ ό,τι η Ιταλία. Και αυτό, γιατί υπάρχει αξιοπιστία και σοβαρότητα στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Όταν ο Τσίπρας λέει ότι θα αυξηθούν οι δαπάνες παιδείας και υγείας, αυτές είναι από μόνες τους άνω των 9 δισ. ευρώ. Αποφεύγουν την κοστολόγηση ή, με αοριστίες, ισχυρίζονται ότι από κάπου θα έρθουν τα δισεκατομμύρια, για να καλύψουν το δημοσιονομικό κόστος».

Κοστολόγηση

Για την κόντρα της κοστολόγησης, ο κ. Σταϊκούρας τονίζει: «Όταν ήμουν αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, θεσμοθετήσαμε το ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο, το οποίο στη συνέχεια στελεχώθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το ανεξάρτητο συμβούλιο υποχρεώνεται πριν την κατάθεση του προϋπολογισμού να κάνει έκθεση επί των στοιχείων. Εμείς προτείνουμε, μετά τις εκλογές, να συμφωνήσουμε όλα τα κόμματα, ώστε αυτό το ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο να υποχρεούται να κάνει κοστολόγηση των προγραμμάτων πριν από τις εκλογές, όπως γίνεται σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες».

Ο υπουργός Οικονομικών σημειώνει με νόημα: «Εμείς έχουμε εμπιστοσύνη σε αυτούς τους θεσμούς, ώστε να κάνουν ορθολογική αξιολόγηση και οι πολίτες να έχουν πλήρη και αντικειμενική εικόνα της κοστολόγησης των προεκλογικών προγραμμάτων», πρόσθεσε ο κ. Σταϊκούρας, επισημαίνοντας ότι τα μέτρα της κυβέρνησης «όχι μόνο κοστολογήθηκαν, αλλά εντάσσονται στο πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθερότητας που απέστειλε το υπουργείο Οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως όλες οι χώρες της ΕΕ. Άρα, εμείς λογοδοτούμε για το πρόγραμμά μας εντός και εκτός Ελλάδας και κοστολογείται από τους θεσμούς. Από πέρυσι το καλοκαίρι η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς κανονικότητας, αφού έχει εξέλθει από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας που είχε μπει από τον ΣΥΡΙΖΑ».

«Φιλόξενος τόπος για επενδυτές η Ελλάδα»

Ταυτόχρονα, στον διεθνή Τύπο, και συγκεκριμένα στις εφημερίδες «Wall Street Journal» και «Frankfurter Allgemeine Zeitung», καταγράφονται ύμνοι για την ελληνική οικονομία. Η αμερικανική εφημερίδα, από τη μία μεριά, τονίζει ότι «σήμερα η ελληνική οικονομία είναι μία από τις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες στην Ευρωζώνη. Αν και το ΑΕΠ απέχει σημαντικά από τα επίπεδα του 2008, την περσινή χρονιά η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμούς σχεδόν 6%, αυξήθηκαν οι εξαγωγές και οι ξένοι επενδυτές θεωρούν πλέον την Ελλάδα έναν φιλόξενο τόπο. Επίσης, όλο και λιγότεροι νέοι μεταναστεύουν σε αναζήτηση καλύτερων ευκαιριών».

Η γερμανική «FAZ» , από την άλλη, επισημαίνει ότι «η πρώην χώρα της κρίσης βρίσκεται και πάλι σε καλή κατάσταση: ο τουρισμός ανθεί, η σκηνή των startups αναπτύσσεται και το χρέος μειώνεται. Το δύσκολο παρελθόν της Ελλάδας, με την κρίση χρέους και τα σκληρά προγράμματα λιτότητας, φαίνεται να έχει τελειώσει. Τα δημόσια οικονομικά ανακάμπτουν: το εθνικό χρέος μειώθηκε από 205% στο 170% του ΑΕΠ και πέρυσι, μετά τη διακοπή της ανάκαμψης από την πανδημία, καταγράφηκε ξανά πρωτογενές πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμό. Έτσι, η κυβέρνηση τα κατάφερε με τέτοιο τρόπο, ώστε, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις πληρωμές τόκων, μπήκαν περισσότερα χρήματα (στο δημόσιο ταμείο) παρά έβγαιναν».

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 16/5