Τη διαβεβαίωση ότι με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα ολοκληρωθεί το θεσμικό πλαίσιο για το κόκκινα δάνεια, ζήτημα που απασχολεί μεγάλη μερίδα των Ελλήνων, έδωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξανδρος Χαρίτσης, ο οποίος στο πλαίσιο σημερινής ημερίδας για τον αγροτικό τομέα ως πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, παρουσίασε τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχουν στη διάθεσή του οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα.

Τονίζοντας ότι η πραγματοποίηση της σημερινής εκδήλωσης εντάσεται σε μια σειρά από πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει όλο το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση, ο ίδιος σημείωσε ότι στόχος είναι να παρουσιαστούν «αδιαμεσολάβητα» σε όλους, οι πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης για την ανάπτυξη, αλλά, και «να συζητήσουμε μαζί με τους πολίτες, να ακούσουμε τις παρατηρήσεις και την κριτική τους, να αφουγκραστούμε τα προβλήματά τους, έτσι ώστε να μπορέσουμε να συνδιαμορφώσουμε ένα σχεδιασμό για την ανάπτυξη και την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων που έχουμε στη διάθεσή μας».

Ειδικά για τους αγρότες, ο κ. Χαρίτσης αναγνωρίζοντας ότι έχουν βιώσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, τόνισε « πρέπει να δούμε πως με τις πολιτικές μας θα μπορέσουμε να τους ενισχύσουμε για να τους δώσουμε μια νέα προοπτική, ώστε να καλπάσει ο πρωτογενής τομέας, ο οποίος πάντα αποτελεί έναν απο τους σημαντικότερους πυλώνες της ελληνικής οικονομίας». Μεταξύ άλλων, ο ίδιος επισήμανε ότι για πρώτη φορά προωθείται η σύνδεση της αγροτικής πολιτικής με τον τουρισμό και τόνισε ότι «αποτελεί βασικό κριτήριο για την ένταξη τουριστικών επιχειρήσεων σε προγράμματα».Παράλληλα, επισήμανε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να στηθεί το συνεταιριστικό κίνημα με διαφάνεια και αξιοπιστία.

Ξεκαθαρίζοντας δε ότι η πολιτική της κυβέρνησης είναι μία και «για αυτό επωμιζόμαστε απο κοινού την πολιτική αυτή», ο κ. Χαρίτσης σημείωσε, απαντώντας σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ για τις επερχόμενες κινητοποιήσεις, ότι, «αλοίμονο σε μία κοινωνία η οποία δεν κινείται και δεν είναι ζωντανή , δεν αντιδρά όταν νοιώθει ότι υπάρχουν μέτρα που δεν έχουν αποσαφηνιστεί και δεν είναι ορατό το πραγμαιτκό τους αποτέλεσμα».

Στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζοντας ότι «δεν μπορεί να χαραχθεί πολιτική στους τέσσερις τοίχους των υπουργείων», ο ίδιος επισήμανε ότι οι αντιδράσεις και η κριτική των αγροτών «είναι καλοδεχούμενες και εδώ είμαστε για να μπορέσουμε να φέρουμε τα καλύτερα αποτελέσματα όλοι μαζί».

Έτσι, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση έχει κάνει σημαντική προσπάθεια όλο το προηγούμενο διάστημα, ώστε να αξιοποιηθούν οι πόροι μέσω του ΕΣΠΑ, του αναπτυξιακού νόμου και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων «είμαστε εδώ και θα συνεχίσουμε ώστε να αποσαφηνίσουμε ότι χρειάζεται, αλλά και να δώσουμε τις απαιτούμενες εξηγήσεις, βάζοντας στη σωστή τους θέση τις διάφορες παρερμηνείες που υπάρχουν σε σχέση με αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία και τις δυνατότητες που διανοίγουν και για τους Έλληνες αγρότες».

Πάντως, ο ίδιος επισήμανε ότι οι πολιτικές λιτότητας δεν μπορούν να συνεχιστούν, όπως επίσης όμως και οι παθογένειες των προηγούμενων χρόνων και στο πλαίσιο αυτό κάλεσε τους ανθρώπους του πρωτογενή τομέα σε γόνιμο διάλογο.

Στα 504 ευρώ η κατώτατη σύνταξη των αγροτών

Να βάλει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση επιχείρησε από την πλευρά του ο βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Λακωνίας, Σταύρος Αραχωβίτης, επισημαίνοντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «το ποστό των 384 ευρώ είναι η κατώτερη βάση υπολογισμού και έτσι ο αγρότης με 20 χρόνια ασφάλιση θα πάρει την κατώτατη σύνταξη των 504 ευρώ».

Μεταξύ άλλων, ο ίδιος εξήγησε ότι για το 2017, βάσει του νέου ασφαλιστικού σχεδίου που ισχύει και με βάση ότι το 90% των αγροτών έχουν δηλώσει εισόδημα κάτω των 5.000 ευρώ, οι ασφαλιστικές εισφορές που θα καταβάλλουν είναι λιγότερες κατά 300 ευρώ συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια, δηλαδή 1.054 ευρώ.

Για το φορολογικό, που εξακολουθούν να διαμαρτύρονται οι αγρότες, ο κ. Αραχωβίτης επισήμανε ότι ισχύει ένα πλαίσιο τριών ειδών αφορολογήτου. Το ένα αφορά τις επιδοτήσεις, του Β’ Πυλώνα, που όπως είπε είναι «τελείως αφορολόγητες», το δεύτερο τις επιδοτήσεις του Β΄Πυλώνα, για το πρασίνισμα και τις συνεδεδεμένες, με αφορολόγητο ως τις 12.000 ευρώ και τέλος το εισόδημα που προκύπτει από τα έσοδα πλην όμως των εξόδων, με το αφορολόγητο να ορίζεται στα 8.500 ευρώ, που ανεβαίνει ως και τα 9.550 ευρώ, ανάλογα με τον αριθμό τέκνων.

Επιπλέον, ο κ. Αραχωβίτης στην ομιλία του αναφέρθηκε στην ανάγκη ισχυροποίησης του συνεργατισμού στη χώρα μας και τονίζοντας ότι η κυβέρνηση έχει κάνει σημαντικές κινήσεις πρις την κατεύθυνση αυτή, κάλεσε τους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα να «πιστέψουν και πάλι στον συνεταιρισμό», αφού όπως διευκρίνισε «τα κέρδη μέσω της προώθησης των προϊόντων από τους συνεταιρισμούς, φορολογούνται με 13%, έναντι του 29% που ισχύει για το αστικό δίκαιο».

Επιπλέον, ο ίδιος αναφέρθηκε στο εργόσημο που προώθησε η κυβέρνηση για τους αλλοδαπούς που δουλεύουν στην ελληνική γη, αλλά και στην ανάγκη αξιοποίησης της γεωθερμίας και τις σημαντικές μειώσεις που δίνονται στους αγρότες μέσω της ΔΕΗ (παίρνουν ρεύμα με μείωση 15% της κιλοβατώρας, ενώ ισχύει και για αυτούς η μείωση 7% για τη χρήση δίκτυου».

Ο ίδιος μίλησε επίσης και για την κάρτα αγρότη, τονίζοντας ότι η χρήση της δίνει τη δυνατότητα στον χρήστη για άμεση ρευστότητα, ενώ την ίδια στιγμή η δημιουργία της ανάγκασε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αναπτύξουν χρηματοδοτικά εργαλεία για τους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα με χαμηλό επιτόκιο.

Καταλήγοντας ο ίδιος επισήμανε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι οι αγρότες να μην εξαρτώνται από τις επιδοτήσεις, αλλά να εστιάζουν αποκλειστικά και μόνο στο πως θα παράξουν ποιοτικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Από την πλευρά του ο οικονομολόγος, Βασίλης Τσιτσιρίγκος έκανε λόγο στην ομιλία του για «εφησυχασμό και εθισμό» των αγροτών με την επιδοματική πολιτική και σημείωσε ότι «είναι άδικο τις στρεβλώσεις και παθογένειες των προηγούμενων πολλών χρόνων να περιμένουν όλοι να τις αλλάξει η τρέχουσα κυβέρνηση σε δύο χρόνια».