Η άγνωστη έκθεση της Εθνικής Τράπεζας για τις συνέπειες του Grexit
Η υποτίμηση του νομίσματος, το χρηματοδοτικό κενό και η καταστροφή για εξαγωγές και τουρισµό
Υποτίμηση του νέου νοµίσµατος τουλάχιστον κατά 65% έναντι του ευρώ, ανεργία στο 34%, συρρίκνωση του κατά κεφαλήν εισοδήµατος κατά 55%, «δυσκολία πρόσβασης» σε καύσιµα, πρώτες ύλες και φάρµακα, εκτόξευση του εξωτερικού χρέους σε επίπεδα άνω του 340% κι όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι το Grexit θα πραγµατοποιηθεί µελετηµένα και σε συνθήκες οµαλότητας
Η µελέτη της Εθνικής Τράπεζας, τον Μάιο του 2012, για τις συνέπειες εξόδου από το ευρώ, την οποία επαναφέρουν σήµερα στην επικαιρότητα τα «Π», δεν αφήνει το παραµικρό περιθώριο αµφιβολιών για το τι πρόκειται να συµβεί σε περίπτωση που ο Αλ. Τσίπρας και ο κυβερνητικός του εταίρος, Π. Καµµένος, ωθήσουν την κατάσταση σε διαπραγµατευτικό αδιέξοδο. Τα δε στοιχεία της οικονοµικής ανάλυσης αναφέρονται σε εκείνη την περίοδο όταν είχε υπογραφεί το δεύτερο Μνηµόνιο και είχε αποφασιστεί από τη µεταβατική κυβέρνηση Παπαδήµου το µοναδικό «κούρεµα» του χρέους κατά 109 δισ. ευρώ!
Επιπλέον, τότε η εµπορική δραστηριότητα δεν είχε πληγεί από την επιβολή των capital controls, ενώ η ρευστότητα εξασφαλιζόταν µε τις λεγόµενες «εισαγωγές χρήµατος», δηλαδή µετρητών από άλλες τράπεζες της Ε.Ε., καθώς οι εταίροι είχαν αποφασίσει να διατηρήσουν την Ελλάδα στην ευρωζώνη.
Βάσει δε αυτής της µελέτης (δηµοσιοποιήθηκε στο διάστηµα µεταξύ των δύο εκλογικών αναµετρήσεων του 2012), εκπονήθηκε σχεδιασµός έκτακτης ανάγκης υπό τον κωδικό «Σχέδιο Πικραµµένου», που έχει ενεργοποιηθεί δύο φορές, τον Ιούνιο-Ιούλιο του 2015 και τον Ιούνιο του 2016, όσες φορές δηλαδή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. απειλούσε τους δανειστές µε «ηρωικές εξόδους» και τελικώς έκανε ιστορικές υπαναχωρήσεις.
Οι οικονοµικοί αναλυτές της τράπεζας εκτιµούσαν τότε ότι, αν γινόταν µετάβαση σε εθνικό νόµισµα (δραχµή ή οτιδήποτε άλλο), τότε ο πληθωρισµός θα εκτοξευόταν αµέσως στο 30%, µε περαιτέρω ισχυρές ανοδικές τάσεις, ενώ η περίοδος προσαρµογής στη νέα συνθήκη θα ήταν από ένα έως τρία χρόνια. «Το κράτος», όπως σηµειώνεται στη µελέτη, «θα αναγκαζόταν να τυπώσει χρήµα για να ανταποκριθεί στις καθηµερινές δαπάνες, δηµιουργώντας έτσι ένα πληθωριστικό σπιράλ άνω του 30%... Στη συνέχεια, καθώς το ασθενέστερο νόµισµα θα πλήττει ονοµαστικά τους µισθούς και τα κόστη των εισαγωγών, τούτο θα αντισταθµίσει κάθε ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα που ενδεχόµενα να έχει προκύψει από την υποτίµηση του νοµίσµατος».
Χρηματοδοτικό κενό
Στην περίπτωση εξόδου, συνεχίζουν οι αναλυτές, η οικονοµία θα αντιµετωπίσει δύο βασικά προβλήµατα: 1. Χωρίς τη χρηµατοδότηση από το Μνηµόνιο, σε συνδυασµό µε την αδυναµία πρόσβασης στις αγορές χρήµατος, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει να αλλάξει από έλλειµµα 9,8% (σ.σ. τότε) σε πλεόνασµα, ώστε να διασφαλιστεί η απαραίτητη καθαρή εισροή συναλλάγµατος για τη χρηµατοδότηση των εισαγωγών και την κάλυψη των δόσεων αποπληρωµής του εξωτερικού χρέους. 2. Το χρηµατοδοτικό κενό που θα προκύψει θα πρέπει να καλυφθεί µε ταυτόχρονη «δραµατική περικοπή δαπανών». Επίσης, «ο συνδυασµός της υποτίµησης και της ύφεσης θα ωθήσει το συνολικό εξωτερικό χρέος σε επίπεδα άνω του 340% του ΑΕΠ (σ.σ.: Σήµερα άνω του 380%) και θα δηµιουργηθεί ανάγκη για ένα µεγαλύτερο (“προφανώς ανέφικτο”) πλεόνασµα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, προκειµένου η χώρα να καταφέρει να ανταποκριθεί στις συναλλαγµατικές απαιτήσεις για την αποπληρωµή του χρέους».
Το σενάριο της υποτίµησης κατά 65% είναι ενδεικτικό, αφού δεν µπορεί να υπολογιστεί η περαιτέρω πτώση «ως αποτέλεσµα των αβέβαιων προοπτικών της χώρας». Οσο, δε, για το κατά κεφαλήν εισόδηµα, «θα µειωθεί δραµατικά», όπως «παρόµοια πτώση» θα υποστούν οι καταθέσεις και οι αξίες των ακινήτων.
Ακόµη και οι έµπειροι οικονοµολόγοι της τράπεζας σηκώνουν τα χέρια ψηλά διατυπώνοντας κρίση πέραν του αριθµητικού και στατιστικού µοντέλου. «Σύµφωνα µε το βασικό µας σενάριο, ο περιορισµός του ΑΕΠ, πέραν του αρχικού 22%, θα µειωθεί επιπλέον κατά 15%. Μια τέτοια εξέλιξη θα καταστήσει σίγουρα τη χώρα παρία της διεθνούς κοινότητας, ενώ λίγα κράτη θα είναι διατεθειµένα πλέον να συνεργαστούν µαζί µας». Ακόµη, «ένα εµπειρικό µοντέλο δεν µπορεί να ποσοτικοποιήσει τις δραµατικές επιπτώσεις από τη µετάβαση στο νέο νόµισµα», όπως «οι ακραίες συνθήκες αβεβαιότητας, κοινωνικής αναταραχής και οικονοµικού πανικού εξαιτίας και της απροθυµίας, τουλάχιστον το πρώτο διάστηµα, των αλλοδαπών εταιρειών να συνεργαστούν µε την Ελλάδα».
Καταστροφή για εξαγωγές και τουρισµό
Μεγάλη ζηµιά θα υποστούν οι κλάδοι των εξαγωγών και του τουρισµού, τα κύρια δηλαδή εναποµείναντα στηρίγµατα της χειµαζόµενης οικονοµίας. Για τις εξαγωγές αναµένεται καθίζηση, αφού «ένα σηµαντικό µέρος των εξαγόµενων προϊόντων βασίζεται σε εισαγόµενες πρώτες ύλες και εισαγόµενα ενδιάµεσα κεφαλαιουχικά αγαθά, τα οποία δύσκολα οι εξαγωγείς θα µπορούσαν να αποκτήσουν λόγω της περιορισµένης πρόσβασής τους στο ξένο συνάλλαγµα». Οσο, δε, για τον τουριστικό τοµέα, «θα µπορούσε να πληγεί, βραχυπρόθεσµα, σοβαρά από πιθανές κοινωνικές αναταραχές» και «ταξιδιωτικές οδηγίες» σε βάρος της χώρας. Στη µελέτη ορίζεται ως χρόνος προετοιµασίας για µετάβαση στο νέο νόµισµα η διετία, όπως άλλωστε συνέβη και για τη µετάβαση από τη δραχµή στο ευρώ το 2002. Κι επειδή η δηµόσια συζήτηση αφορά το «εδώ και τώρα», όπως κάθε τι σοβαρό αντιµετωπίζεται µε ιδιάζουσα προχειρότητα τα τελευταία χρόνια, οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: α) για τη νοµική σύγχυση που θα προκύψει από τη µετατροπή των διακρατικών συµβάσεων (σ.σ. και των ιδιωτικών) και β) για τα προβλήµατα που θα δηµιουργηθούν από τα κεντρικά συστήµατα πληρωµής έως τις ταµειακές µηχανές, ακόµη και στα προγράµµατα των ηλεκτρονικών υπολογιστών.