Εφικτή θεωρεί την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές πριν τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος το 2018 ο Κλάους Ρέγκλινγκ.

Ο επικεφαλής του ESM εξήγησε ότι η Ελλάδα είχε εκδώσει ομόλογα δύο φορές το 2014, όταν είχαν φανεί οι πρώτες ενδείξεις επιτυχίας στο μέσο του δεύτερου προγράμματος. «Είδαμε την αρχή μίας ιστορίας επιτυχίας το 2014 και σήμερα συνεχίζω να είμαι πεπεισμένος ότι αν η Ελλάδα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις της, θα μπορέσει να τελειώσει το πρόγραμμα το επόμενο έτος και να ανακτήσει πρόσβαση στις αγορές πριν από το τέλος του προγράμματος», δήλωσε στο περιοδικό The Banker.

Ερωτηθείς για τις ελληνικές τράπεζες τόνισε ότι έχουν προχωρήσει πολύ και δεν αποτελούν μείζον ζήτημα για την Ελλάδα, ενώ απαντώντας στην ερώτηση για το πώς βλέπει τις προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, ο Ρέγκλινγκ σημείωσε κατ' αρχήν ότι οι τράπεζες δεν ήταν η αιτία της κρίσης στην Ελλάδα. «Οι τράπεζες δεν ήταν η πηγή της ελληνικής κρίσης, τα προβλήματα δημιουργήθηκαν ξεκάθαρα από το χρέος και την απώλεια ανταγωνιστικότητας», είπε, προσθέτοντας: «Οι τράπεζες, όμως, υπέφεραν, καθώς επιδεινώθηκε το αξιόχρεο του ελληνικού κράτους και υπέφεραν από την αναδιάρθρωση των ομολόγων που κατείχαν οι ιδιώτες (το γνωστό ως PSI). Επομένως, η αιτιώδης σχέση ήταν στην πραγματικότητα από το κράτος προς τις τράπεζες, όχι αντίστροφα, όπως είδαμε σε άλλες χώρες».

Ο Ρέγκλινγκ τόνισε ιδιαίτερα τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών και την επένδυση ιδιωτικών κεφαλαίων σε αυτές. «Χρειάσθηκαν ανακεφαλαιοποιήσεις και ένα μεγάλο μέρος των δανείων του ΕΜΣ που δόθηκαν στο κράτος προορίζονταν για τον σκοπό αυτό. Οι τράπεζες, όμως, βρήκαν και ιδιώτες επενδυτές, το οποίο βέβαια είναι καλό σημάδι και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μεταρρυθμίσθηκε και έχει τώρα ένα ισχυρότερο σύστημα διακυβέρνησης», σημείωσε.

«Όταν εγκρίθηκαν έως 86 δισ. ευρώ για το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα, η υπόθεση ήταν ότι οι τράπεζες θα χρειάζονταν 25 δισ. ευρώ, αλλά μετά από τον έλεγχο της ποιότητας του ενεργητικού τους από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) διαπιστώθηκε ότι χρειάζονταν μόνο 5,5 δισ. ευρώ. Όλα αυτά δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν προχωρήσει πολύ και, ενώ είναι πιθανόν να υπάρχουν εσωτερικά προβλήματα σχετικά με τη διακυβέρνηση και τα επιχειρηματικά μοντέλα, δεν αποτελούν μείζον ζήτημα για την Ελλάδα», ανέφερε ο Ρέγκλινγκ.