Αμετάβλητα αποφάσισε να αφήσει η ΕΚΤ τόσο το βασικό επιτόκιο όσο και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE, ενώ σταθερά στο 0,4% παραμένει και το επιτόκιο για τα αποθέματα που «παρκάρουν» οι τράπεζες στη Φρανκφούρτη.

Αναλυτικότερα, όπως μεταδίδει στην ηλεκτρονική της ιστοσελίδα η Deutsche Welle, στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής κεντρικής Τράπεζας, ο πρόεδρός της, Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε ότι θα λάβει πιθανότατα τον Οκτώβριο αποφάσεις για το μέλλον του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και κάλεσε μάλιστα τους ειδικούς της Ευρωτράπεζας να καταθέσουν τις προτάσεις τους για τις επιλογές της Φρανκφούρτης.

Παράλληλα, ο Μάριο Ντράγκι βελτίωσε προς τα πάνω τις προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη για το 2017, από το 1,9% στο 2,2%. «Για το 2018 η ΕΚΤ αναμένουμε ανάπτυξη 1,8% και για το 2019, 1,7%», τόνισε ο επικεφαλής της ΕΚΤ, υπογραμμίζοντας ότι το ισχυρό ευρώ αποτελεί «πηγή ανασφάλειας και απαιτεί στενή παρακολούθηση».

Στο προοίμιο της συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σύμφωνα πάντα με την DW, παρατηρητές εξέφρασαν την ελπίδα ότι ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι θα άφηνε στη σημερινή συνέντευξη Τύπου κάποια υπόνοια ότι η Φρανκφούρτη προσανατολίζεται προς μια σταδιακή αύξηση του βασικού επιτοκίου. Οι πρώτες ενδείξεις για πιθανή στροφή στη νομισματική πολιτική έκαναν δειλά την εμφάνισή τους στις αρχές Ιουνίου, όταν ο Μάριο Ντράγκι έκανε λόγο για «εξισορρόπηση των κινδύνων» που θέτουν σε κίνδυνο την ανάπτυξη στην ευρωζώνη.

Σύμφωνα με το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, η Ευρωτράπεζα θα συνεχίσει τη μαζική αγορά ομολόγων ύψους 60 δισ. ευρώ το μήνα τουλάχιστον μέχρι τέλος Δεκεμβρίου 2017. Απ' ό,τι όλα δείχνουν το ΔΣ αποφεύγει, προς το παρόν, ακόμα και τις υπόνοιες για έναν ενδεχόμενο τερματισμό της πολιτικής του φθηνού χρήματος, ενώ την ίδια στιγμή αφήνει ανοιχτή ακόμα και την πιθανότητα διεύρυνσης του προγράμματος QE.

Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα περιορίσει σταδιακά από το 2018 το πρόγραμμα μαζικής αγοράς ομολόγων και στη συνέχεια το 2019 θα αρχίσει να αυξάνει και το βασικό επιτόκιο. Εδώ και αρκετά χρόνια η Φρανκφούρτη προσπαθεί να ενισχύσει την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη επιδιώκοντας ταυτόχρονα την άνοδο του πληθωρισμού στο 2%. Και αυτό διότι μακροπρόθεσμα οι χαμηλές τιμές ή ακόμα και η μείωσή τους ενδέχεται να οδηγήσουν επιχειρήσεις και καταναλωτές να αναβάλλουν επενδύσεις και έτσι να θέσουν σε κίνδυνο την αναιμική ανάπτυξη της οικονομίας στην ευρωζώνη, διευκρινίζεται στο δημοσίευμα. Σημειώνεται ότι τον Αύγουστο του 2017 οι τιμές των αγαθών ήταν κατά 1,5% υψηλότερες από ότι την ίδια περίοδο πέρυσι. Την ίδια στιγμή ο δομικός πληθωρισμός που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές για ενέργεια και τρόφιμα, παρέμεινε τον περασμένο μήνα στο 1,2%.

Δυσκολότερες καθιστά τις μελλοντικές αποφάσεις της ΕΚΤ και η σταδιακή ενίσχυση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ σε σχέση με το δολάριο. Και αυτό επειδή όσο ισχυρότερο είναι το ευρώ, τόσο αυξάνεται η τιμή ευρωπαϊκών προϊόντων στις διεθνείς αγορές. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στις εξαγωγές της ευρωζώνης και κατά συνέπεια στην αναπτυξιακή τροχιά και της γερμανικής οικονομίας. Την ίδια στιγμή ωστόσο μειώνεται το κόστος των εισαγωγών από χώρες εκτός ευρώ, συμπιέζοντας τον πληθωρισμό.