Ακριβότερο φέτος το πετρέλαιο θέρμανσης
Κοντά στο 1 ευρώ η τιμή διάθεσής του - «Κόβεται» το επίδομα
Αυξημένη αναμένεται να είναι φέτος η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, η διάθεση του οποίου ξεκινά σε μια βδομάδα. Οι καταναλωτές είναι επιφυλακτικοί ενώ δειλά – δειλά έχουν ξεκινήσει οι παραγγελίες, σε περιορισμένες όμως ποσότητες.
Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, η αύξηση που θα κληθεί να πληρώσει ο καταναλωτής εκτιμάται ότι θα φτάσει έως και τα πέντε λεπτά το λίτρο. Έτσι, οι τιμές αναμένεται να διαμορφωθούν στα 0,97 λεπτά το λίτρο στην Αττική, στο 1 ευρώ το λίτρο στην περιφέρεια και στα 1,2 ευρώ στα νησιά.
Το κόστος της θέρμανσης συνεπώς θα είναι και φέτος βαρύ, καθώς για να γεμίσει μια δεξαμενή πετρελαίου χρειάζονται κατ' ελάχιστον 1.000 λίτρα, οπότε θα πρέπει να καταβληθούν 970 ευρώ έως 1.200 ευρώ. Με τις φορολογικές υποχρεώσεις να "τρέχουν", καθώς μετά τον φόρο εισοδήματος και τον ΕΝΦΙΑ παίρνουν σειρά και τα τέλη κυκλοφορίας, η χειμερινή σεζόν δεν ξεκινά και με τους καλύτερους οιωνούς για πολλούς.
Στο μεταξύ, αρνητικός παράγοντας της ζήτησης φέτος εκτιμάται ότι θα είναι και το μικρότερο επίδομα θέρμανσης που πρόκειται να δώσει το κράτος σε ευάλωτα νοικοκυριά.
Το αναθεωρημένο μνημόνιο προβλέπει την περικοπή του ετήσιου ποσού επιδότησης κατά 50%. Άλλωστε, ένα από τα μέτρα που έχουν ενσωματωθεί στο προσχέδιο του προϋπολογισμού είναι και η περικοπή του επιδόματος, καθώς η πρόθεση του υπουργείου Οικονομικών είναι ο επανασχεδιασμός του με τη θέσπιση πιο αυστηρών εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων και με την επιβολή μειώσεων και στο ύψος του επιδόματος ανά λίτρο αγοραζόμενου πετρελαίου θέρμανσης, ώστε να το λαμβάνουν λιγότερα νοικοκυριά και σε χαμηλότερο ύψος.
Η περικοπή του επιδόματος, που θα γίνει για δεύτερη διαδοχική χρονιά, θα ισχύσει τη χειμερινή σεζόν (15 Οκτωβρίου 2017-30 Απριλίου 2018). Η πρώτη δόση του «κουτσουρεμένου» επιδόματος θα χορηγηθεί τον Ιανουάριο του 2018 και η δεύτερη τον Ιούνιο.
Αν και δεν έχουν διευκρινιστεί ακόμη τα κριτήρια διανομής του επιδόματος θέρμανσης, οι περικοπές αναμένεται να μειώσουν τον αριθμό των δικαιούχων κατά 300.000.