Θετικές επαφές στην Ουάσιγκτον για το ελληνικό χρέος - "Κλειδί" το Eurogroup της 7ης Δεκεμβρίου
Τι ανέφερε σε δηλώσεις του αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου
Η 7η Δεκεμβρίου, όταν θα συνέλθει το τελευταίο Eurogroup του έτους,είναι μια πιθανή ημερομηνία, κατά την οποία οι δύο διαδικασίες, η δεύτερη αξιολόγηση και το θέμα του χρέους, μπορούν να συζητηθούν μαζί, και να υπάρξουν και αποφάσεις. Αυτό ανέφερε αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου στην Ουάσιγκτον, μετά από τις διήμερες επαφές του υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου και του αναπληρωτή υπουργού, Γιώργου Χουλιαράκη, στο περιθώριο της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Κατά τη συνάντηση με την Κριστίν Λαγκάρντ, η γενική διευθύντρια του Ταμείου ανέφερε στον Έλληνα υπουργό Οικονομικών ότι οι κανόνες του Ταμείου δεν αλλάζουν και οι δύο προϋποθέσεις για την επιστροφή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι ένα «ισχυρό πρόγραμμα» και η βιωσιμότητα του χρέους. Ο αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου τόνισε ότι δεν προκύπτει ότι υπάρχει συμφωνία μεταξύ Κριστίν Λαγκάρντ και Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για το ζήτημα του ελληνικού χρέους, επισημαίνοντας ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έχει μια «νομικίστικη» ερμηνεία για τη συμφωνία της 25ης Μαΐου. Ο κ. Σόιμπλε υποστηρίζει ότι η Έκθεση Βιωσιμότητας (DSA) για το χρέος από το ΔΝΤ, είναι η βάση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ και όχι η προϋπόθεση, άποψη με την οποία διαφωνεί και η ελληνική πλευρά.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών, η γενική αίσθηση που αποκόμισε το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης από τις επαφές του στην Ουάσιγκτον είναι ότι πλέον υπάρχουν πιο πολλοί «παίκτες» που θέλουν τη γρήγορη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και λύση στο ελληνικό χρέος, από αυτούς που την αποφεύγουν.
Η κυβέρνηση έχει ζητήσει από το καλοκαίρι, πέρυσι, την επιστροφή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και οι επιλογές της, όπως ανέφερε ο ίδιος αξιωματούχος, είναι κατά σειρά προτίμησης:
• Να μετάσχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα
• Να μην μετάσχει το ΔΝΤ
• Να μην υπάρξει απόφαση για το χρέος, και αυτό είναι το χειρότερο.
Όπως ανέφερε ο ίδιος, θα υπάρξει μεγάλο πρόβλημα, εάν δεν οριοθετηθούν τα μέτρα για το μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο τμήμα του χρέους τον Δεκέμβριο και μετατεθούν για το ερχόμενο καλοκαίρι. Στην περίπτωση αυτή, δημιουργείται αβεβαιότητα και θα πληγούν οι επενδύσεις, ενώ δεν θα συμπεριληφθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ. Πρόσθεσε, παράλληλα, ότι υπάρχουν χώρες, όπως η Φινλανδία, η Ολλανδία και η Αυστρία, που επιθυμούν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και αυτό είναι θετικό. Διότι, υποχρεώνει τους θεσμούς, όπως το Eurogroup, να πιέζουν στην κατεύθυνση της εξειδίκευσης των μέτρων, ώστε να μπορέσει το Ταμείο να κάνει το DSA και να συμμετάσχει στο πρόγραμμα. Σημειώνεται ότι στις επαφές των Ελλήνων υπουργών δεν συζητήθηκε το θέμα της επαναγοράς και του reprofiling του παλαιού χρέους από τον ESM, προκειμένου μετά να μετάσχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα με μικρότερα ποσά.
Ο αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου ανέφερε, επίσης, ότι κατά τη συνάντηση Λαγκάρντ- Τσακαλώτου, στην οποία ήταν παρόντες ο αναπληρωτής διευθυντής του ΔΝΤ, Ντέιβιντ Λίπτον, και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος, Πολ Τόμσεν, δεν συζητήθηκε το ζήτημα των εργασιακών που περιλαμβάνεται στη δεύτερη αξιολόγηση. «Απαντώντας», δε, στην άποψη του Πολ Τόμσεν ότι είναι υψηλές οι συντάξεις στην Ελλάδα, επισήμανε ότι εάν ληφθεί υπόψη το σύνολο των δαπανών ανά άτομο άνω των 65 ετών για συντάξεις και άλλες επιδοτήσεις, οι δαπάνες αυτές είναι στο 50% των γερμανικών δαπανών και στο 70% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Οπότε, το θέμα είναι παραπλανητικό», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η ελληνική πλευρά επιδιώκει να τεθεί στη γενικότερη συζήτηση για το χρέος και το ζήτημα της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, προκειμένου να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος, να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές και να αυξηθούν οι δαπάνες.Η προσπάθεια της κυβέρνησης είναι να δειχθεί ότι τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα- μείωσή τους από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2,5% του ΑΕΠ ή ακόμη και στο 2% του ΑΕΠ αμέσως μετά το 2018 και από το 2019, με μια σταδιακή αποκλιμάκωση από εκεί και πέρα- είναι συμβατή με μια μετριοπαθή ερμηνεία του μεσοπρόθεσμου πακέτου μέτρων αναδιάρθρωσης που προβλέπει η απόφαση του Eurogroup της 25ης Μαΐου.
Όπως ανέφερε ο αξιωματούχος του υπουργείου, εκκρεμεί η κατάθεση στη Βουλή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου 2016- 2020, λόγω της επιμονής της κυβέρνησης-την οποία συμμερίζονται η αντιπολίτευση και η Τράπεζα της Ελλάδος- να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά από το 2019. Το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο 2017- 2021 θα κατατεθεί τον Απρίλιο 2017.
Στο αυριανό Eurogroup αναμένεται η απόφαση για εκταμίευση της δόσης των 2,8 δισ. ευρώ, καθώς υπάρχει η «Έκθεση συμμόρφωσης» από τους εκπροσώπους των θεσμών ότι έχουν ολοκληρωθεί όλα τα ορόσημα της πρώτης αξιολόγησης και δεν υπάρχουν εκκρεμότητες. Παράλληλα, όσον αφορά στην αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, ήδη αυτή έχει ανέλθει στο 104%- 105% του στόχου για το τρίμηνο Ιουλίου- Σεπτεμβρίου.
Οι εκπρόσωποι των θεσμών θα επανέλθουν στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου, προκειμένου να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση. Όπως ανέφερε ο αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου, τόσο στην αυριανή συνεδρίαση του Eurogroup στο Λουξεμβούργο, όσο και στις 18 Οκτωβρίου, θα συζητηθούν οι τρόποι για το πώς θα συνεχιστεί παράλληλα με την διαδικασία της δεύτερης αξιολόγησης η συζήτηση για το μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο κομμάτι του ελληνικού χρέους.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι έχει κάθε συμφέρον να ολοκληρωθεί έγκαιρα και η δεύτερη αξιολόγηση, ώστε να μην υπάρξει καμία δικαιολογία για καθυστέρηση σχετικά με το ζήτημα του χρέους. Όπως δε ανέφερε χαρακτηριστικά ο αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών, «στόχος είναι να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση έως τα μέσα με τέλη Νοεμβρίου, προκειμένου να υπάρχει ένα ελεγχόμενο περιθώριο καθυστερήσεων».
Στο περιθώριο της συνόδου του ΔΝΤ, ο κ. Τσακαλώτος είχε συναντήσεις- εκτός από αυτή με την κ. Λαγκάρντ- με τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζακ Λιου, τον υποδιευθυντή του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Μπαράκ Ομπάμα για θέματα διεθνούς οικονομίας, Γουέλι Αντεγιέμο, τους υπουργούς Οικονομικών της Γερμανίας και της Γαλλίας, Βόφγκανγκ Σόιμπλε και Μισέλ Σαπέν, και με τον Ευρωπαίο επίτροπο Πιέρ Μοσκοβισί. Επίσης, συναντήθηκε με στελέχη του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης του ΔΝΤ, ενώ παραβρέθηκε και σε μια συνάντηση που οργάνωσε η JP Morgan με τη συμμετοχή 50 με 60 επενδυτών.